Εκεί στα ξένα (στα κοντινά, μα τόσο μακρινά, όπου ζούσαμε αποκλεισμένοι για δεκαετίες), υπήρχε στην οικογένειά μου ένας κανόνας απαράβατος: «απαγορεύεται να μιλάμε βουλγαρικά στο σπίτι».
Αυτή ήταν η ρητή εντολή του πατέρα μου, που στα πρώτα χρόνια της ζωής μου αρνήθηκα να την σεβαστώ. Κι εξηγούμαι… Η ιδιότυπη αυτή απαγόρευση τέθηκε περίπου δύο χρόνια μετά τη γέννησή μου, καθώς αρνιόμουν να μιλήσω ελληνικά, ενώ καταλάβαινα τα πάντα. Στα ελληνικά μου μιλούσαν οι γονείς μου και η αδελφή μου η Σοφία, στα βουλγαρικά τους απαντούσα εγώ. Έτσι, πάρθηκε η μεγάλη απόφαση να σταματήσει η μητέρα μου από τη δουλειά (πράγμα πρωτάκουστο τότε για τα εκεί δεδομένα, αφού όλες οι γυναίκες εργαζόντουσαν), ώστε να αρχίσω επιτέλους να μιλώ κι εγώ ελληνικά. Και το θαύμα έγινε…
Η απαγόρευση συνέχισε, όμως, να ισχύει μέχρι τον επαναπατρισμό μας το 1975, καθώς έπρεπε να μιλάμε τέλεια τα ελληνικά τη μεγάλη ώρα του γυρισμού…Θυμάμαι, σαν τώρα, την μικρούλα ανιψιά μου, που μόλις άκουγε το κλειδί στην πόρτα έβαζε συνωμοτικά το χεράκι στο στόμα και μου΄ λεγε: «ωχ, ήλθε ο παππούς, τέλμα τα βουβάλικα, ελληνικά να μιλάμε τώλα»… και σκάγαμε μαζί στα γέλια…

Κι αφού «άνοιξε» το κουτί με τις αναμνήσεις, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, ξεπρόβαλαν ολοζώντανες οι μνήμες μου κι από τα μαθήματα ελληνικών που κάναμε τρεις φορές της εβδομάδα (κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή βράδυ) στο ελληνικό σχολείο. Περίπου δύο με τρεις ώρες κάθε φορά. Τα βασικά μαθήματα: γλώσσα, ιστορία, μυθολογία, γεωγραφία…
«Δεν είναι αρκετές», έλεγε ο πατέρας μου και πάσχιζε με κάθε τρόπο να εμπλουτίσει τις γνώσεις μου.
«Κι εκείνο το «λ» το παχύ πρέπει να μάθεις να το προφέρεις μαλακά», επέμενε, και μου έκανε μαθήματα πώς να το πετύχω, λες και ήξερε από ορθοφωνία…

«Δεν θες να πάμε στην Ελλάδα και να σε κοροϊδεύουν τα ξαδέλφια σου, έ;», μου έλεγε χαμογελώντας με νόημα, κάνοντάς με να πεισμώνω κι εγώ και να προσπαθώ πιο πολύ να πω όσο το δυνατόν καλύτερα τα ποιήματα που μου ανέθεταν στις εθνικές μας επετείους, που γιορτάζαμε στη Λέσχη των Ελλήνων στη Φιλιππούπολη…
«Δάσκαλος» καθημερινός ήταν και το ραδιοπικάπ, που καταλάμβανε περίοπτη θέση στο καθιστικό μας. Αργότερα ήρθε ο αδυσώπητος ανταγωνιστής, η τηλεόραση, που «θρονιάστηκε» ακριβώς απέναντι από το όμορφο εκείνο έπιπλο, που μας κρατούσε ατέλειωτες ώρες συντροφιά. Ειδικά στις οικογενειακές μαζώξεις «στέναζε» το πικάπ, αλλά και η γειτονιά, από τα ελληνικά τραγούδια χαραγμένα σε πλάκες (έτσι λέγαμε τότε τους δίσκους) φερμένες από Ελλάδα…

Αναγκαστικά ακούγαμε το ραδιοφωνικό σταθμό της ΥΕΝΕΔ, αφού αυτόν μόνο έπιανε καλά το ραδιόφωνο. Κάποιες ώρες, τα βράδια, ο πατέρας άκουγε σε ένα τρανζιστοράκι παγκοσμίου λήψεως (ένας Θεός ξέρει πως το είχε προμηθευτεί) και κάτι άλλους σταθμούς, που όλο παράσιτα είχαν. Με κομμένη την ανάσα προσπαθούσε να ακούσει τα νέα: Ντόιτσε Βέλε, Ισί Παρι, BBC…Απαγορευμένοι σταθμοί για εμάς εκείνα τα χρόνια. Εγώ μικρή δεν καταλάβαινα τι έλεγαν οι εκφωνητές, άντρες και γυναίκες, που με γοήτευαν όμως με τη φωνή τους, κι ένιωθα ότι αυτά τα νέα που άκουγε ο πατέρας, πρέπει να ήταν σπουδαία.
Τι χρόνια κι εκείνα…

Που να ήξερα τότε ότι μία μέρα θα έλεγα κι εγώ τις ειδήσεις στο κρατικό ραδιόφωνο της Ελλάδας. Μεγάλη λατρεία…
Στη φωτο αριστερά, μαζί με τη φίλη μου την Πόπη Καλαφάτη, το 1971 σε γιορτή για την 25η Μαρτίου στη Λέσχη των Ελλήνων στη Φιλιππούπολη. Κρίμα που είναι ασπρόμαυρη και δεν φαίνεται ότι τα φορέματα μας είναι στα χρώματα της γαλανόλευκης, ενώ στο μέρος της καρδιάς υπάρχει κέντημα της Ακρόπολης…

Ευχαριστώ θερμά τον Ioannakis Ilias για τις ωραίες φωτογραφίες, που συμπλήρωσαν πολλά κενά στη μνήμη μου από τα ωραία χρόνια της εφηβικής μας αθωότητας…
ΥΓ: Η 9η Φεβρουαρίου, ημέρα μνήμης του εθνικού ποιητή Διονυσίου Σολωμού, έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ Β’ 1384/24/04/2017).

Να σημειώσω, ότι η πρωτοβουλία προήλθε το 2014 από την Ομοσπονδία Ελληνικών Κοινοτήτων και Αδελφοτήτων Ιταλίας (ΟΕΚΑΙ) . Η σχετική πρόταση κατατέθηκε σε ειδική συνεδρίαση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ελληνισμού της Διασποράς τον Οκτώβριο του 2014 από τον πρόεδρό της Γιάννη Κορίνθιο (Jannis Korinthios), καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Καλαβρίας.
Μία εξαίρετη πρωτοβουλία, κι όπως πολύ σωστά τόνισε σε εκείνη τη συνεδρίαση ο κ. Κορίνθιος, το μέλλον της ελληνικής γλώσσας ταυτίζεται με το μέλλον του ελληνισμού και χρέος των Ελλήνων και των φιλελλήνων είναι να στηρίζουν και να τιμούν την ελληνική παιδεία και τη συμβολή της στον ευρωπαϊκό πολιτισμό.