Φόρος μεταβίβασης ακινήτων στην Ελλάδα

Σημαντική θέση στην επιβολή φόρων επί της ακίνητης περιουσίας κατέχει ο φόρος στη μεταβίβαση ακινήτων. Δικαιολογητικός λόγος της θέσπισης του φόρου αυτού θεωρείται το σημαντικό περιουσιακό όφελος που αποκομίζουν οι συμβαλλόμενοι. ήδη από τη σύσταση του ελληνικού κράτους επιβάλλεται φόρος στις μεταβιβάσεις ακινήτων με αντάλλαγμα. σήμερα στις μεταβιβάσεις ακινήτων από επαχθή αιτία, ισχύει μετά από αλλεπάλληλες τροποποιήσεις και αλλαγές ο αναγκαστικός νόμος 1521/1950. αλλαγές στον τρόπο φορολόγησης της μεταβίβασης ακινήτων επέφεραν δύο νεότεροι νόμοι (ν. 2859/2000 και ν. 3427/2005), των οποίων οι διατάξεις εφαρμόζονται είτε σε περίπτωση που η  πώληση των ακινήτων γίνεται από εργολάβο κατασκευαστή είτε επειδή το ακίνητο περιήλθε στην κυριότητα του πωλητή μετά την 1/1/2006.

Κατά το ν. 1521/1950, φορολογείται η μεταβίβαση ακινήτων  με επαχθή αιτία, με παροχή δηλαδή ανταλλάγματος προς τον πωλητή. το αντάλλαγμα αυτό μπορεί να παρέχεται είτε με την άμεση καταβολή μετρητών είτε επί πιστώσει, είτε με παραχώρηση άλλου ακινήτου. Ως μεταβίβαση ακινήτων λογίζεται είτε η μεταβίβαση κυριότητας επί ακινήτου με συμβολαιογραφική πράξη είτε με δικαστική απόφαση είτε με παραίτηση από εμπράγματο δικαίωμα είτε, τέλος, και με αναγκαστική απαλλοτρίωση.

Ως αξία του ακινήτου λογίζεται  η αξία του ακινήτου (αγοραία  ή αντικειμενική), κατά την ημέρα της μεταβίβασής του. συγκεκριμένα, ο φόρος υπολογίζεται επί της αναγραφομένης επί της μεταβιβαστικής πράξης αγοραίας αξίας, και σε περίπτωση που η αξία αυτή είναι μικρότερη της αντικειμενικής, ο φόρος προσδιορίζεται επί της αντικειμενικής.

Ο οφειλόμενος για τη μεταβίβαση φόρος υπολογίζεται με σταθερούς συντελεστής 9% για το μέχρι 15.000 € τμήμα της φορολογητέας αξίας του ακινήτου και 11% για την επιπλέον αξία. Επίσης στο φόρο αυτό, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος υπέρ δήμων και κοινοτήτων, οποίος υπολογίζεται με συντελεστή 3%. σε περιπτώσεις διανομής ακινήτων οι ανωτέρω συντελεστές μειώνονται στο τέταρτο, ενώ σε περιπτώσεις ανταλλαγής ο φόρος μειώνεται στο μισό.

Ο φόρος μεταβίβασης βαρύνει τον αγοραστή, ενώ με τον αγοραστή ευθύνεται αλληλέγγυα και οποιοσδήποτε άλλος κάτοχος του περιουσιακού στοιχείου για πέντε χρόνια από την ημέρα υπογραφής του οριστικού συμβολαίου.

Ο νόμος προβλέπει διάφορες απαλλαγές από το φόρο. σημαντικότερη από αυτές είναι η απαλλαγή πρώτης κατοικίας, εφόσον ο αγοραστής ή ο σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα αυτού δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που να πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της ή δικαίωμα επί οικοπέδου οικοδομήσιμου στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που να καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας. Η απαλλαγή παρέχεται εφάπαξ και πλέον  ισχύει, για ακίνητα με ανώτατο όριο επιφάνειας τα 200 τ.μ., τα οποία προσαυξάνονται κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και για καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα των οποίων την επιμέλεια έχει ο δικαιούχος. η ανωτέρω απαλλαγή χορηγείται και σε έλληνες ομογενείς που εργάστηκαν στο εξωτερικό για έξι τουλάχιστον χρόνια και είναι εγγεγραμμένοι στα δημοτολόγια της χώρας, έστω και εάν δεν κατοικούν κατά το χρόνο της αγοράς μόνιμα στην Ελλάδα. 

Αρμόδια Δ.Ο.Υ. για την υποβολή της δήλωσης φόρου μεταβίβασης είναι η Δ.Ο.Υ  της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο.

Η επισύναψη αντιγράφου της υποβληθείσας δήλωσης φόρου μεταβίβασης καθώς και απόδειξη πληρωμής εις ολόκληρον του αναλογούντος φόρου είναι απαραίτητα για το συμβολαιογράφο προκειμένου να μπορέσει να προβεί στην κατάρτιση του συμβολαίου. απαγορεύεται επίσης η σύνταξη συμβολαίου, εάν από την ημέρα έκδοση αντιγράφου της δήλωσης έχει περάσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών.           

* Το παρόν άρθρο συντάχθηκε από το δικηγορικό γραφείο του κ. Ιωάννη Μ. Τριπιδάκη & συνεργατών www.greeklawyersonline.gr / tel.: +30 210 8949037.