Παρέκβαση: Κάποιοι αναγνώστες δεν έπιασαν σωστά τη λέξη «σπουδαρχίδης», με την οποία χαρακτήρισα τον Κυριάκο Μητσοτάκη. «Και πού τον είδες γυμνό τον Μητσοτάκη;», ρωτά η πονηρόφθαλμη αναγνώστρια, που προφανώς φαντάστηκε «σπουδαίους όρχεις»! Ακούστε: «σπουδαρχίδης» είναι αυτός που με βιασύνη (με «σπουδή») θέλει ν’ ανέλθει στην εξουσία (στην «αρχή»). Τέλος παρέκβασης.
Ο Λουκιανός, σε επιστολή του προς τον Ρωμαίο νεοπλατωνικό φιλόσοφο Νιγρίνο, γράφει: «Λουκιανός Νιγρίνω ευ πράτειν. Η μεν παροιμία φησί, Γλαύκας εις Αθήνας, ως γελοίον ον εί τις εκεί κομίζει γλαύκας, ότι πολλαί παρ’ αυτοίς εισίν». Δηλαδή: «Νιγρίνε, γεια και χαρά! Η παροιμία λέει, «κουκουβάγιες στην Αθήνα», πράγμα γελοίο να μεταφέρει κανείς κουκουβάγιες στην πόλη αυτή, αφού έχουν πολλές».

Όμως γιατί η Αθήνα είχε πολλές κουκουβάγιες (γλαύκες); Διότι στον «χρυσό αιώνα» της ήταν ζάπλουτη. Είχε μαζέψει πολύ χρήμα – και θα δούμε με ποιον τρόπο στη συνέχεια. Πρώτα όμως να πούμε τι σημαίνει η λέξη «δραχμή» και τι σχέση έχει με την κουκουβάγια.

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ

Την εποχή που δεν υπήρχαν νομισματοκοπεία και κέρματα (προκερματική περίοδο), οι Έλληνες είχαν για νόμισμα τα σιδερένια «τάλαντα», σε σχήμα κατεργασμένου δέρματος ζώου. Κατόπιν είχαν και τον λεγόμενο «οβολό» από χαλκό ή μπρούτζο, σε μορφή σούβλας. Τέτοιοι οβολοί, που χρονολογούνται πριν από το 800 π.Χ., βρέθηκαν σε ανασκαφές στο Ηραίον του Άργους. Σήμερα μπορεί να τους δει κανείς στο Νομισματικό Μουσείο της Αθήνας.
Δράττοντας (χουφτώνοντας) έξι οβολούς, έχουμε μία δραχμή. Γι’ αυτό ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευστάθιος (1115-1195) γράφει: «παρά το δράσσω, εξ ού και η δραχμή», δηλ. από το ρήμα δράττω (χουφτώνω) έχουμε τη δραχμή (το δράξιμο).
Στην πιο πάνω εικόνα βλέπουμε ένα αθηναϊκό τετράδραχμο. Στη μία όψη απεικονίζεται η κουκουβάγια (γλαύκα) και στην άλλη η Αθηνά. Στην πλάτη της κουκουβάγιας βλέπουμε κλαδί ελιάς και ημισέληνο. Υποθέτουμε ότι στη φάση αυτή του φεγγαριού νίκησαν οι Αθηναίοι του Πέρσες στον Μαραθώνα.

ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου τα έσοδα της Αθήνας υπολογίζονται στα 1000 (χίλια) τάλαντα, δηλ. 6,000.000 (εκατομμύρια) δραχμές – ποσό τεράστιο, δεδομένου ότι το ημερομίσθιο ήταν μιάμιση δραχμή, η αγορά δούλου περίπου 150 δραχμές, το ναύλο από τον Εύξεινο Πόντο μέχρι την Αθήνα δύο δραχμές, ενώ η πόρνη χρέωνε τρεις οβολούς. Το 422 μ.Χ. τα έσοδα διπλασιάστηκαν. Συνεπώς, με 12,000.000 «κουκουβάγιες», θεωρούνταν ανόητο να κομίζει κανείς κουκουβάγιες στην Αθήνα!
Όμως από ποιες πηγές αντλούνταν αυτά τα χρήματα; Κυρίως από φόρους, η είσπραξη των οποίων δινόταν σε ιδιωτικές εταιρείες ή την αγόραζαν οι «τελώνες».
Τα άμεσα τακτικά έσοδα προέρχονταν από τέσσερις πηγές: α) από τέλη και φόρους, β) από μισθώματα ενοικιαζόμενων μεταλλείων και άλλων δημοσίων κτημάτων, γ) από δικαστικές καταβολές δημοσίων και ιδιωτικών δικών, και δ) από τον συμμαχικό φόρο που αποτελούσε το μεγαλύτερο έσοδο του κράτους (460 με 900 τάλαντα το χρόνο).

Πιο αναλυτικά: Η «πεντηκοστή» ήταν φόρος που τον εισέπρατταν κατά τη φόρτωση και εκφόρτωση εισαγώγιμων και εξαγώγιμων φορτίων στα λιμάνια της Αττικής. Η «δεκάτη» ήταν φόρος στα φορτωμένα πλοία που περνούσαν τον Ελλήσποντο. Το «ελλιμένιον» ήταν φόρος ελλιμενισμού σκαφών και φόρος επιβατικός. Το «επώνιον» ήταν φόρος για όλα τα προϊόντα που πωλιούνταν στην αγορά. Το «διαπύλιον» ήταν φόρος στα εισαγόμενα προς πώληση εμπορεύματα που περνούσαν από τις πύλες των Αθηνών. Το «μετοίκιον» ήταν φόρος που πλήρωνε οι ξένοι για να έχουν το δικαίωμα παραμονής στην πόλη. Το «ξενικόν» ήταν φόρος άσκησης επαγγέλματος στην αγορά των ξένων, των μετοίκων κ.ά. Και, τέλος, το «πορνικόν» ήταν φόρος που πλήρωναν οι πόρνες!

ΟΙ «ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ»

Στους πλούσιους («πολύν ουσίαν έχοντες») Αθηναίους επιβάλλονταν έμμεσοι τακτικοί φόροι, που ορίζονταν από τους αρμόδιους άρχοντες. Οι φόροι αυτοί ονομάζονταν «λειτουργίες» και ρυθμίζονταν έτσι, ώστε κανένας πολίτης να μη «λειτουργεί» δύο φορές την ίδια χρονιά. Οι λειτουργίες που γίνονταν κάθε χρόνο, λέγονταν «εγκύκλιοι».
Μία από τις πρώτες εγκύκλιες λειτουργίες ήταν η λεγόμενη «χορηγία». Αυτή σχετιζόταν με γιορτές, όπως τα Παναθήναια, τα Διονύσια, τα Προμήθεια, τα Ηφαίστεια κ.ά. Οι χορηγοί ήσαν υποχρεωμένοι να οργανώνουν τον χορό για τις τραγωδίες και τις κωμωδίες, να αναλαμβάνουν την πληρωμή και σίτιση των χορευτών, τις ενδυμασίες των ηθοποιών («υποκριτών»), τις μάσκες τους («προσωπεία»), τα στεφάνια τους κ.ά.

Άλλη μια σοβαρή λειτουργία ήταν η «γυμνασιαρχία». Οι γυμνασίαρχοι ήσαν υποχρεωμένοι να πληρώνουν τα έξοδα για την τροφή και άσκηση των αθλητών που λάμβαναν μέρος στους αγώνες λαμπαδηδρομίας. Ο νικητής ήταν αυτός που κατάφερνε να τερματίσει πρώτος, πεζός ή έφιππος, χωρίς να του σβήσει η λαμπάδα. Το κόστος μιας γυμνασιαρχίας για τα Προμήθεια ανερχόταν στις 1200 δραχμές.
Αλλά η πιο δαπανηρή έκτακτη λειτουργία ήταν αυτή της «τριηραρχίας». Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο επιτράπηκε να αναλάβουν την τριηραρχία δύο τριήραρχοι. Κατόπιν την ανάλαβαν οι «τριηραρχικές συμμορίες».
Η πόλη παρείχε την τριήρη, τα σκεύη, τον μισθό και το σιτηρέσιο του πληρώματος. Ο τριήραρχος φρόντιζε για την καλή συντήρηση του σκάφους και του οπλισμού του. Στα αρχαιότερα χρόνια, η τριήρης εξοπλίζονταν από τον τριήραρχο. Η δαπάνη ανέρχονταν ανάμεσα στις 4000 και 6000 δραχμές. (40 μέχρι 60 μνες).
Όταν τελείωνε η τριηραρχία, το σκάφος παραδιδόταν στην πόλη σε καλή κατάσταση. Αν όχι, τότε η υπόθεση κατάληγε σε ειδικό δικαστήριο. Υπήρξαν περιπτώσεις που κάποιοι τριήραρχοι, παραδίδοντας την παλιά τριήρη τους, υποχρεώθηκαν επιπλέον να καταβάλουν 5000 δραχμές για κατασκευή καινούργιας.