Το δικό τους ούζο στην Αυστραλία ξεκίνησαν να παράγουν δύο ομογενείς από την Ίμβρο και την Κάλυμνο, πριν λίγους μήνες και μάλιστα με αρκετή και ελπιδοφόρα επιτυχία.
Ο λόγος για τον 25χρονο φαρμακοποιό Νικόλαο Οικονόμου και τον 50χρονο θείο του ξυλουργό Παρασκευά Κόζνο, οι οποίοι πριν από λίγους μήνες αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να κάνουν μια απόπειρα παραγωγής αυθεντικού ελληνικού ούζου στην Αυστραλία.

«Ήταν κάτι που ξεκινήσαμε να κάνουμε από γούστο, επειδή το ούζο άρεσε σε μας τους ίδιους. Μάλιστα, στην αρχή πειραματιζόμασταν με γεύσεις και διαφορετικές συνταγές, αλλά όταν τελικά κεράσαμε τους φίλους και συγγενείς μας τα σχόλια όλων ήταν τόσο ενθαρρυντικά που μας έσπρωξαν να εξερευνήσουμε την ιδέα αυτή σε βάθος» λέει στον «Νέο Κόσμο» ο Νικόλαος, ο οποίος παραδέχεται ότι ούτε εκείνος ούτε ο θείος του προσδοκούσαν ποτέ αυτό που θα ακολουθούσε.

Ανιψιός και θείος ακολουθούν την παραδοσιακή συνταγή παρασκευής του εθνικού ποτού της Ελλάδας το οποίο παράγουν σε ένα μικρό αποστακτήριο στο Norwood της Αδελαΐδας, χρησιμοποιώντας μόνο αγνά βιολογικά υλικά και αρωματικά βότανα, τα οποία προμηθεύονται από αμπελώνες της κοιλάδας Barossa, που είναι γνωστή σε ολόκληρο τον πλανήτη για τις ποικιλίες και την ποιότητα της σταφίδας και του κρασιού που παράγει.
Το να φτιάξει κανείς καλής ποιότητας ούζο δεν είναι εύκολη υπόθεση. Καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία του μοναδικού αυτού ποτού παίζει το γλυκάνισο, το οποίο όταν φτάσει στην τέλεια ωρίμανσή του, μαζεύεται, δένεται σε μικρά δεμάτια και ξηραίνεται στη σκιά προσεκτικά, ώστε να διατηρήσει το πράσινο χρώμα του.
Ακολουθεί το δρυμώνισμα, μια χειρωνακτική διαδικασία κατά την οποία γίνεται ο διαχωρισμός του καρπού από τα κοτσάνια, πάνω σε μια επικλινή μαρμάρινη πλάκα. Για την αποθήκευση του γλυκάνισου, χρησιμοποιούνται σακιά από φυτικές ίνες και λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα κατά της υγρασίας.


Το οινόπνευμα, που αποτελεί τη βάση για την παραγωγή του ούζου, ελέγχεται διπλά και το μίγμα μπαίνει σε ειδικούς άμβυκες (καζάνια) και αποστάζεται χωρίς απότομες μεταβολές στη θέρμανση και την ψύξη του. Από την πρώτη απόσταξη απομένει η «καρδιά», το μεσαίο κλάσμα της απόσταξης, το οποίο και περνάει στη δεύτερη και τρίτη φάση της διαδικασίας, αργά-αργά, με συνεχείς ελέγχους και δοκιμές.
Έχοντας υπόψη τους ότι τα μυστικά και τη βαθιά γνώση για την παρασκευή ούζου την έχουν φυσικά παραγωγοί στην Ελλάδα, ο Νικόλαος και ο Παρασκευάς ταξίδεψαν στη Σάμο για να έρθουν σε επαφή με ντόπιους και έμπειρους παραγωγούς ούζου ώστε να ανταλλάξουν ιδέες και απόψεις σχετικά με το προϊόν

.
«Διαπιστώσαμε ότι αν και η διαδικασία και τα υλικά που χρησιμοποιούμε δεν διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, την ίδια στιγμή στην Νότια Αυστραλία είμαστε πολύ τυχεροί γιατί έχουμε ακόμα τη δυνατότητα να χρησιμοποιούμε τα βασικά υλικά σε πληθώρα, όπως το γλυκάνισο, χωρίς να ανησυχούμε για το επιπλέον κόστος, με αποτέλεσμα να μην χρειάζεται να καταφεύγουμε σε άλλες μεθόδους και λύσεις ή να προσθέτουμε επιπλέον ζάχαρη και συντηρητικά, όπως ενδεχομένως κάνουν άλλοι παραγωγοί ώστε να φτάσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα, τη γλυκιά μοναδική γεύση» εξηγεί ο Νικόλαος. Ο ίδιος έμαθε την τέχνη της απόσταξης όταν βρισκόταν ακόμα στο πανεπιστήμιο, χωρίς, όμως, να φαντάζεται ποτέ ότι λίγα χρόνια αργότερα θα γινόταν παραγωγός ούζου μαζί με τον αδελφό της μητέρας του.

«Το ούζο, εκφράζει όσο κανένα άλλο προϊόν τη νοοτροπία, την ιδιοσυγκρασία και τη φιλοσοφία της καθημερινότητας του Έλληνα και, άρα, αποτελεί ένα κομμάτι της πολιτιστικής ταυτότητας όλων μας. Είναι λοιπόν χαρά για μας που σκεφτήκαμε και καταφέραμε να δημιουργήσουμε ένα ελληνικό προϊόν στη δεύτερη πατρίδα μας την Αυστραλία» καταλήγει ο Νικόλαος.
Το ούζο αυτό σύντομα θα πωλείται και σε εστιατόρια σε ολόκληρη την χώρα.