Το 1947 ο Μιχάλης Γεωργίου ήταν ένα επτάχρονο αγόρι που ζούσε στο παράκτιο ψαροχώρι Αγία Νάπα στην Κύπρο, όταν ο πατέρας του επέστρεψε από το γειτονικό λιμάνι της Αμμοχώστου και είπε στην οικογένειά του ότι θα πήγαιναν στην Αυστραλία. Με δάκρυα να τρέχουν στο πρόσωπό του, ο πατέρας του τον σήκωσε και τον κάθισε στο γόνατό του και είπε «γιε μου, θα πάμε στην Αυστραλία για μια καλύτερη ζωή».

Αυτή ήταν μια ιδιαίτερη στιγμή με τον πατέρα του, Νίκο, και ήταν μια εποχή που πάντα εκτιμούσε καθώς υπήρχαν πολλά μαθήματα ζωής που του είχε διδάξει ο πατέρας του κατά τη διάρκεια αυτών των δύσκολων καιρών. Όμως, ένα πράγμα που τον διασκέδαζε πάντα ήταν να μάθει κολύμπι, παρ’ ότι ζούσαν δίπλα στη θάλασσα.
Δύο λίγα χρόνια αργότερα, ο Μιχάλης έφτασε με τη μητέρα του, τον Μάχου και τον μικρότερο αδελφό Αντώνη, στο λιμάνι της Μελβούρνης, με το ιταλικό επιβατηγό πλοίο «Καπότο», όπου ο πατέρας του τους περίμενε και εγκαταστάθηκαν στην πόλη με το παράξενο όνομα Wagga Wagga.

Κανείς τους δεν μιλούσε αγγλικά. Όταν ο Μιχάλης πρωτοπήγε στο δημόσιο σχολείο της οδού Gurwood, για περίπου τέσσερις μήνες καθόταν στο πίσω μέρος της τάξης απλώς ζωγραφίζοντας σε κομμάτια χαρτιού, καθώς εκείνες τις ημέρες δεν υπήρχε ειδική βοήθεια για τα παιδιά των μεταναστών. Μετά το σχολείο και τα Σαββατοκύριακα δούλευε σε ένα καφέ και έπαιρνε το… μεγάλο ποσό των δέκα σελινιών ($1,00) την εβδομάδα.

Ενώ η εκπαίδευσή του ήταν ένας αγώνας γι ‘ αυτόν, είχε ένα πλεονέκτημα: η διδασκαλία των Μαθηματικών στην Κύπρο φάνηκε να είναι λίγο πιο προχωρημένη. Έτσι, πάντα βρισκόταν μπροστά από την υπόλοιπη τάξη στα Μαθηματικά, αλλά δεν μπορούσε να μάθει γρήγορα την αγγλική γλώσσα και ακόμη και μέχρι το επίπεδο του Λυκείου έχανε τακτικά πέντε πόντους σε κάθε θέμα για ορθογραφία, αλλά με κάποιο τρόπο κατάφερνε να έρθει δεύτερος στις εξετάσεις.

Με το τέλος του σχολείου, όσο κι αν ήθελε να ολοκληρώσει τη φοίτησή του, έπρεπε να εγκαταλείψει τα όνειρα για περαιτέρω σπουδές για να βοηθήσει τους γονείς του στο καφέ που διαχειρίζονταν.

Καθώς περνούσε ο καιρός, η οικογένειά του άρχισε αργά να μαθαίνει και να προσαρμόζεται στον αυστραλιανό τρόπο ζωής, με τους γειτόνους τους να τους αγκαλιάζουν κυρίως για τη σκληρή δουλειά τους, τη φιλικότητα και την προθυμία τους σε οτιδήποτε.

Αν και ο Μιχάλης εξακολούθησε να παραμένει πιστός στις απόψεις και πρακτικές του, ο ίδιος και η οικογένειά του αγκάλιασαν τον νέο κόσμο γύρω τους, ευγνώμονες για τις νέες ευκαιρίες που αφθονούσαν σε αυτή την ασφαλή χώρα μακριά από τις καταστροφές του πολέμου στην Ευρώπη που είχαν αγαπήσει, αλλά έπρεπε να την εγκαταλείψουν για την ασφάλειά τους.

Χρόνια αργότερα, καθώς είχαν προσαρμοστεί περισσότερο στην ευρύτερη κοινωνία και η επιχείρησή τους μεγάλωνε, ο Μιχάλης συνάντησε την μέλλουσα σύζυγό του Dawn, παντρεύτηκαν και άνοιξαν το “Ντελικατέσεν του Μιχάλη”, το οποίο λειτούργησαν 35 χρόνια.

Όχι πολύ καιρό μετά το άνοιγμα του μαγαζιού, ο Μιχάλης άρχισε να αναμειγνύεται και να συμμετέχει στα τοπικά κοινά, ως προσπάθεια να επιστρέψει την υπέροχη κοινοτική υποστήριξη που έλαβε ως νέος μετανάστης από τους ανθρώπους του Wagga Wagga. Τα επόμενα χρόνια, καθώς ο γιος του Νικόλαος, ξεκίνησε τη σχολική του ζωή, ο Μιχάλης συμμετείχε σε διάφορες σχολικές επιτροπές, στους προσκόπους και άλλες κοινοτικές ομάδες και οργανισμούς. Όταν ο Νικόλαος τελείωσε το σχολείο, συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε πολλές άλλες διαφορετικές οργανώσεις. Έτσι, χρημάτισε διερμηνέας στην ελληνική γλώσσα, μέλος αλλά και παρουσιαστής στο ραδιοσταθμό 2AAA με το ελληνικό ραδιοφωνικό πρόγραμμα “Ας πάμε Ελληνικά” επί 30 χρόνια, δημοτικός σύμβουλος επί 15 χρόνια και ένα χρόνο αντιδήμαρχος, αλλά και πρόεδρος της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας/Ενορίας Wagga Wagga κ.ά.

Ο Μιχάλης είχε πολλούς φίλους στο Σίδνεϊ και τη Μελβούρνη που πολλές φορές του έλεγαν “μα γιατί μένεις στο Wagga Wagga; Γιατί δεν έρχεσαι στο Σίδνεϊ ή στη Μελβούρνη;” και το μόνο που τους έλεγε ήταν “Γιατί να θέλουμε να φύγουμε από αυτό το μέρος που μας έκανε να αισθανόμαστε τόσο σαν στο σπίτι μας;”
Ήθελε πάντα να μοιράζεται την ιστορία του με κάθε νεοαφιχθέντα και του άρεσε να υπενθυμίσει στους ανθρώπους αυτούς ότι αυτή η χώρα χτίστηκε από κατάδικους, μετανάστες και πρόσφυγες από κάθε γωνιά της γης, από την Ευρώπη, τη Μεσόγειο, την Ασία, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και αλλού. Ήταν πάντα ένας από αυτούς που έδινε μεγάλη σημασία στην ευλογία του να είσαι εδώ και να εργάζεσαι με τον συνάνθρωπό σου ώστε να μεταφέρει αυτή τη μεγάλη χώρα μπροστά.

ΝΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ