ην περιμένετε να διαβάσετε κάποιο περισπούδαστο άρθρο που θα ξεμπερδέψει το κουβάρι και θα δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα και τις απορίες σας γύρω από το Μακεδονικό. Κάποιες μνήμες από τότε που πρωτοήρθα σε τούτη τη χώρα γύρω στο ’78.

Στην Ελλάδα είχαμε μαύρα μεσάνυχτα για το τι συμβαίνει στην Αυστραλία, τον Καναδά και τον υπόλοιπο κόσμο, όπου οι Σκοπιανοί έψαχναν να βρουν μια κάποια λύση για το θέμα του ονόματος και της ταυτότητάς τους.

Ας κάνω μια παρένθεση να πω ότι από νέος δεν είχα πολλούς φίλους, αλλά λίγους και καλούς. Μέσα στους καλούς συμπεριλαμβάνονταν δύο Κρητικοί, από τα Χανιά και την Ιεράπετρα, και δύο Μακεδόνες, γέννημα θρέμμα Θεσσαλονικείς. Κάθε φορά που βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη, χαράς Eυαγγέλια… Τα ούζα μας, οι βόλτες μας, τα κέντρα τα νυχτερινά μας και ατέλειωτες συζητήσεις για την πολιτική και της πατρίδας τους ρυθμούς. Κουβέντα για τους Σκοπιανούς, κουβέντα για τόπους, για χώρους και για αντιρρησίες οποιασδήποτε μορφής.

Αργότερα, εδώ στη Μελβούρνη είχα την πρώτη κρυάδα, γιατί μίλησα, όταν πήγα να δουλέψω, στον… Μακεδόνα. Συστήθηκα, όπως ήταν επόμενο, και άρχισα να χαιρετώ έναν-έναν, τους καινούργιους συναδέλφους. Για μια στιγμή, αυτός που με είχε συστήσει στη δουλειά, ο Γιάννης ο γείτονάς μου και προϊστάμενος σε ένα από τα τμήματα του εργοστασίου, έσκυψε και μου είπε ψιθυριστά: «Μη μιλήσεις και μη χαιρετίσεις αυτόν με την κόκκινη μπλούζα, είναι Μακεδόνας». Κόντευα να πάθω εγκεφαλικό. Βιάστηκα να του απαντήσω, σχεδόν οργισμένος: «Είσαι στα καλά σου Γιάννη; Εγώ έχω φίλους Μακεδόνες. Ολόκληρη Θεσσαλονίκη γνωρίζει και μιλάει για τους φίλους μου».

Με κοίταξε απορημένος και πριν προλάβουμε να φτάσουμε κοντά στον… αμαρτωλό, μου ψιθύρισε: «Όχι από αυτούς τους Μακεδόνες, είναι από τους άλλους, θα σου πω».

Αργότερα άκουσα και άλλα περίεργα και αστεία. Μέχρι που πλησίασα την Παμμακεδονική και άρχισα να ενημερώνομαι για κινήσεις και αντιδράσεις από τους κυρίους Μηνά, Κοροσίδη, Λαλόπουλο και λίγο αργότερα από τον Π. Ιασωνίδη.

Αυτή ήταν η αρχική μου εμπειρία σχετικά με το πρόβλημα, που ήταν πρόβλημα μεγάλο, κυρίως για την Αυστραλία και τον Καναδά, αλλά όπως διαπίστωσα ο ίδιος λίγο αργότερα, δεν ήταν καθόλου πρόβλημα για την… Ελλάδα. Όταν πια άρχισα να δουλεύω στον «Νέο Κόσμο» το ’84, συμμετείχα έντονα στα «Μακεδονικά» και προσπαθούσα να βοηθήσω όσο μπορούσα περισσότερο.

Εκείνο που με απασχόλησε έντονα, ήταν η διαπίστωση ότι οι Αυστραλοί πολιτικοί όλων των κομμάτων, σε όλη τη χώρα, ήταν τελείως άσχετοι και ανημέρωτοι με το θέμα και οι Σκοπιανοί, οι αυτοαποκαλούμενοι και Μακεδόνες, είχαν κάνει τα πρώτα βήματα ενημέρωσης των πολιτικών της χώρας εξ απαλών ονύχων. Ήλθε η ώρα, λίγο αργότερα και διαπίστωσα με τα ίδια μου τα μάτια και τα… αυτιά, την προχειρότητα, θα έλεγα, που η πατρίδα μας αντιμετωπίζει αναδυόμενα… σοβαρά θέματα.

Προσκεκλημένος της Παμμακεδονικής Ένωσης Μελβούρνης, βρέθηκα στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Μακεδονίας μας και συμμετείχα στο Συνέδριο των Παμμακεδονικών Ενώσεων του κόσμου. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι δημοσιογράφοι στέλνουν ανταποκρίσεις στο Μέσο Ενημέρωσης που αντιπροσωπεύουν, παίρνουν συνεντεύξεις από προέδρους, οργανωτές, διακεκριμένους ομιλητές και …. υπουργούς. Η οργάνωση άψογη και η υποδοχή που μας γινόταν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Μακεδονίας μας, ήταν το κάτι άλλο.

Δεν θα ξεχάσω αυτό που είδα στη Βέροια, το μικρό Παρίσι που έλεγε και ο Ηλίας Ντωνούδης. Εκτός από τη θερμή υποδοχή, δύο τεράστια τραπέζια φορτωμένα πίττες που έτσι και έτρωγες δύο πόντους από την καθεμία, θα πήγαινες ντουγρού στο… νοσοκομείο.

Η κάθε πόλη είχε την ομορφιά της, τη φιλική ζεστασιά της και οι κάτοικοι ζητούσαν λεπτομέρειες για τις εργασίες, τους στόχους και τα αποτελέσματα του Παγκόσμιου Συνεδρίου Παμμακεδονικών Ενώσεων. Σχεδόν ο καθένας από αυτούς είχε κάποιον δικό τους, ξενιτεμένο κι έψαχνε με ερωτήσεις να τον… βρει.

Επιστρέψαμε στην όμορφη Θεσσαλονίκη και με χαρά έμαθα ότι θα δεχόταν τους δημοσιογράφους, ο υπουργός Μακεδονίας-Θράκης, ο κ. Χατζηνικολάου. Τέσσερις ήμαστε όλοι και όλοι και ξεκίνησε από τον αείμνηστο Κώστα Νικολόπουλο. Ήρθε η σειρά μου. Του είπα τη γνώμη μου για την ενημέρωση των Αυστραλών πολιτικών και ζήτησα, αν μπορούν, να μας στείλουν κάτι στην Αγγλική γλώσσα προκειμένου να βρούμε τον τρόπο να τα προωθήσουμε. Δεν πρόλαβα να υποβάλλω και την δεύτερη ερώτηση-άποψη και με διέκοψε λέγοντάς μου: «Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα δίνατε τόση σημασία σε άσχετες ομάδες κάποιων αδαών… Μην ανησυχείτε, μαθαίνω εγώ. Φούσκα είναι, θα ξεφουσκώσει».

Ξεφούσκωσε!…