Όντας χαλαρός, χαμογελαστός και πολύ αισιόδοξος, ο Παναγιώτης Κονέ έδειχνε να απολαμβάνει τις πρώτες του στιγμές στη νέα του πόλη. Στο πλαίσιο της αναγνωριστικής αυτής επίσκεψης, ο “Νέος Κόσμος” είχε την ευκαιρία να τα πει με τον 31χρονο άσο σε μια άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση.

Ο πρώην άσος των ΑΕΚ, Φιορεντίνα και Μπολόνια φάνηκε εντυπωσιασμένος από τα όσα είδε από την πόλη. Χωρίς να γνωρίζει πολλά για την
Αυστραλία γενικότερα, το ταξίδι αυτό φάνηκε να “ανοίγει τα μάτια” του διεθνή ποδοσφαιριστή:

“Έχει πολύ καλό ‘vibe’ η Μελβούρνη. Η ποιότητα ζωής είναι πολύ υψηλή. Είναι καινούρια πόλη χωρίς μεγάλη ιστορία, όπως έχουμε συνηθίσει εμείς στην Ελλάδα ή την Ιταλία που ζούσα για επτά χρόνια. Οι άνθρωποι εδώ είναι πολύ φιλόξενοι. Έχει επίσης διάφορες κουλτούρες από όλο τον κόσμο εδώ και όλα αυτά συνδυάζονται ωραία.”

Χωρίς να έχει μπει ακόμη στο πνεύμα της A-League, ο Κονέ δηλώνει ότι σημαντικότερος στόχος του νεοσύστατου συλλόγου Western United θα πρέπει να είναι η δημιουργία μιας ελκυστικής ομάδας που θα κάνει τους φιλάθλους να θέλουν να την παρακολουθήσουν:

“Η αλήθεια είναι πως δεν έχω παρακολουθήσει το τοπικό πρωτάθλημα. Αλλά από τη μέρα που μου έφερε την πρόταση ο ατζέντης μου ξεκίνησα να το βλέπω και παρατήρησα πως τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια εξέλιξη και προσπαθούν οι άνθρωποι εδώ και της Ομοσπονδίας και του ποδοσφαίρου γενικότερα να βελτιώσουν την κατάσταση.

Σίγουρα δεν έχει φτάσει ακόμη στα ευρωπαϊκά επίπεδα αλλά γίνεται μεγάλη προσπάθεια και υπάρχει εκτίμηση γι’ αυτό.”

“Είναι δύσκολο να μιλήσεις για στόχους αφού πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να φτιαχτεί η ομάδα. Άρα, όπως είπα και στους ανθρώπους του συλλόγου, αν όλα πάνε καλά (αφού απομένουν κάποιες λεπτομέρειες του συμβολαίου ακόμη να διευθετηθούν) και ολοκληρωθεί το deal, η ομάδα αυτή είναι σαν ένα ανοιχτό βιβλίο. Η ομάδα τώρα αρχίζει και η πρώτη σελίδα θα πρέπει να είναι πάντα η πιο ενδιαφέρουσα ούτως ώστε ο αναγνώστης (φίλαθλοι) να συνεχίσει να διαβάζει το βιβλίο”.

Ο Παναγιώτης Κονέ με τον δημοσιογράφο του “Νέου Κόσμου”, Αλέξανδρο Ανυφαντή. Φώτο: Κώστας Ντεβές

Μιλώντας για το αν θεωρεί τον εαυτό του “ηγέτη”, ο Κονέ δείχνει να διατηρεί χαμηλό προφίλ, ενώ παράλληλα μας ανοίχτηκε και για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο ίδιος, αλλά και το τι αντιμετωπίζει κάθε ποδοσφαιριστής, από τα πρώτα κιόλας στάδια της καριέρας του.

“Δεν θα χαρακτήριζα τον εαυτό μου ηγέτη αφού είμαι πολύ απλός σαν άνθρωπος. Δηλαδή όπου έχω αγωνιστεί διατηρώ πάντα πολύ καλές σχέσεις και με τους συμπαίκτες μου και με τους φιλάθλους και με τα στελέχη των συλλόγων. Ελπίζω πως η εμπειρία μου θα δώσει πολλά πράγματα και στα νέα παιδιά και στους συμπαίκτες μου και στην ομάδα. Πρότυπα είναι πολλοί ποδοσφαιριστές πλέον που αγωνίζονται σε αυτό το επίπεδο. Το να κάνεις πρωταθλητισμό και να παίζεις σε αυτά τα επίπεδα όπως κάνουμε όλοι εμείς, απαιτεί θυσίες. Αυτά που δεν έκανα εγώ σαν μικρό παιδί και οι θυσίες που έχω κάνει, θεωρώ ότι αυτά πρέπει να βλέπουν τα μικρά παιδιά. Όχι το ποιος είμαι τώρα. Εγώ είμαι ποδοσφαιριστής από τα 16 μου. Κι από αυτή την ηλικία εγώ έχω φύγει μακριά από το σπίτι μου, μακριά από τους γονείς μου, έφυγα στη Γαλλία (Λανς), μετά έγινα επαγγελματίας, οικονομικά συντηρούσα τον εαυτό μου από μικρό παιδί, άρα όλο αυτό το άγχος και η πίεση από τόσο μικρή ηλικία, αυτές είναι οι θυσίες που πρέπει να κάνεις. Στην ουσία οι ποδοσφαιριστές που είναι επαγγελματίες, αν το σκεφτείς καλά, είμαστε παιδιά. Εμείς τελειώνουμε την καριέρα μας όταν είμαστε 33-36 χρόνων. Άλλοι τότε τελειώνουν το πανεπιστήμιο και αρχίζουν να ψάχνουν για δουλειά! Άρα όλη αυτή η πίεση που νιώθει ένας αθλητής, το άγχος, οι στερήσεις του να ακολουθεί πιστά το πρόγραμμά του, να τρώει σωστά, να κοιμάται σωστά, να αποδίδει (αφού οι φίλαθλοι έχουν απαιτήσεις) από τόσο μικρή ηλικία, όλα αυτά είναι που κάνουν δύσκολη τη ζωή ενός ποδοσφαιριστή και γενικά ενός επαγγελματία. Άλλοι λυγίζουν και δεν τα καταφέρνουν κι άλλοι αντέχουν και φτάνουν πιο πάνω.

Κάνοντας μια μίνι-αναδρομή στην μέχρι τώρα καριέρα του, ο κεντρικός χαφ μιλάει για τις ομάδες και τα γκολ που κέρδισαν την προτίμησή του και τους λόγους πίσω από αυτές, ενώ κάνει ειδική μνεία στην πορεία της εθνικής Ελλάδας στα γήπεδα της Βραζιλίας το 2014:

“Δεν θα πω για τη σπουδαιότερη ομάδα που έπαιξα, θα μιλήσω όμως για εκείνη που αγάπησα περισσότερο. Από την Ελλάδα την ΑΕΚ κι από την Ιταλία την Μπολόνια. Συνδέθηκα με την Μπολόνια γιατί κι εκείνοι με αγάπησαν. Στα 26 μου χρόνια ήμουν αρχηγός της ομάδας. Ήταν μεγάλη τιμή για μένα. Κάναμε σπουδαίες χρονιές. Είχαμε μεγάλο προπονητή, τον Stefano Pioli, ο οποίος τώρα είναι στην Φιορεντίνα. Είχα φοβερούς συμπαίκτες, όπως ο Marco Di Vaio, o Alessandro Diamani, o Alberto Gilardino, και με σεβάστηκαν πάρα πολύ. Μου έδωσαν την ευκαιρία να παίξω σε κορυφαίο επίπεδο και να αποδείξω τις ικανότητές μου στα ιταλικά γήπεδα, στα οποία δεν πίστευα ποτέ ότι θα μπορούσα να αντεπεξέλθω τόσο καλά. Διατηρώ πολύ καλές σχέσεις μαζί τους ακόμη και τώρα και είμαι περήφανος που μπόρεσα να παίξω σε μια τόσο μεγάλη ομάδα. Από την άλλη, η ΑΕΚ είναι μια ομάδα που όταν γύρισα από τη Γαλλία με αγκάλιασε. Δέθηκα πολύ με τους φιλάθλους. Πήραμε και το πρωτάθλημα πέρσι. Ο λόγος που δεν ανανέωσα μαζί τους δεν έχει να κάνει με τη σύνδεση με το σύλλογο. Έχει να κάνει με την Ουντινέζε και ήταν εντελώς “γραφειοκρατικός”, ας το πούμε έτσι.”

“Πολύς κόσμος λέει ότι το κορυφαίο μου γκολ ήταν αυτό με τη Νάπολι, ένα ανάποδο ψαλίδι. Αλλά για μένα το ομορφότερο ήταν αυτό κόντρα στη Λάτσιο, τότε που έπαιζα με την Ουντινέζε για το Κόπα Ιτάλια. Αν δεις το κοντρόλ είναι πάρα πολύ δύσκολο και στη συνέχεια,χωρίς να ακουμπήσει η μπάλα στο έδαφος, κάνω βολ-πλανέ. Ενώ στα άλλα παιχνίδια είναι με μια επαφή, μπορεί να θεωρηθεί και τυχερό, αν και δεν ήταν γιατί το ξανάκανα μετά. (γέλια)

Αυτό είναι ένστικτο. Σίγουρα έχει να κάνει και με τη δουλειά, αλλά είναι ένστικτο πιο πολύ. Εκεί θέλει θράσος. Γιατί άμα δεν σου βγει, μετά θα σε “κράξουνε”. Άρα θέλει ποδοσφαιρικό θράσος που ένας επαγγελματίας ο οποίος θέλει να πετύχει πρέπει πάντα να το έχει.”

“Ήταν μεγάλη τιμή για μένα να είμαι μέλος της αποστολής της εθνικής που πήγε στη Βραζιλία το 2014. Στεναχωρηθήκαμε πάρα πολύ που δεν περάσαμε την Κόστα Ρίκα. Το συζητάμε ακόμα και τώρα με τα παιδιά εκείνης της ομάδας ότι αν περνούσαμε, θα πηγαίναμε στον τελικό. Είχαμε πολύ καλή ψυχολογία, ήμασταν πάρα πολύ καλά και ήταν γενικά πολύ ατυχές το γεγονός ότι αποκλειστήκαμε κατ’ αυτόν τον τρόπο. Το είχαμε σίγουρο ότι θα φτάναμε μέχρι και τον τελικό.”

Κλείνοντας την κουβέντα μας, ο Παναγιώτης Κονέ στέλνει ένα μήνυμα προς την ελληνική κοινότητα:

“Τι να πω… Έχω ακούσει πάρα πολλά για το τι έχουν κάνει για αυτήν την πόλη. Στην ουσία, αυτοί την έχουν “χτίσει”. Άρα νιώθω μεγάλη τιμή που είμαι Έλληνας και που οι ομοεθνείς μου εδώ έχουν χτίσει κάτι τόσο πολύ ωραίο. Νιώθω πολύ περήφανος να ακούω τόσο καλά λόγια για τους Έλληνες της διασποράς. Ειλικρινά, μόνο περηφάνια μπορούμε να νιώθουμε για την ύπαρξη τέτοιων κοινοτήτων σε διάφορες πόλεις του κόσμου”.