Τζορτζ Παπαδόπουλος: «Ο Τραμπ, τα μέιλ της Κλίντον και εγώ»

Ο ομογενής πρώην σύμβουλος του Αμερικανού προέδρου μιλά για την σχέση του με τον Καμμένο, τον Κοτζιά αλλά και τον πρώην Αυστραλό υπουργό Εξωτερικών, Αλεξάντερ Ντάουνερ

Το βιβλίο του Τζορτζ Παπαδόπουλου έχει απ’ όλα: μυστικά και ιστορίες από την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ στην οποία εργάστηκε, αποκαλύψεις για το πώς άνοιξαν οι πιο δύσκολες πόρτες των υπουργείων στην Ελλάδα, περιλαμβάνει παρακολουθήσεις από πράκτορες διαφόρων χωρών και βέβαια άγνωστες λεπτομέρειες για το πώς ξεκίνησε η έρευνα για πιθανή εμπλοκή της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές. Είναι η ιστορία, ή τουλάχιστον η εκδοχή, του νεαρού ομογενούς που παραλίγο να φτάσει στον Λευκό Οίκο, αλλά τελικά βρέθηκε στη φυλακή.

Εκεί, σε ένα κελί ξεκινάει η αφήγηση. Είναι 28 Ιουλίου του 2017 και οι συγκρατούμενοί του προσπαθούν να τον πείσουν πως δεν είναι και τόσο άσχημα: «Oι φτερούγες κοτόπουλου τις Τετάρτες είναι πεντανόστιμες» του λένε. Εκείνος δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που ζει. Άυπνος και φοβισμένος προσπαθεί να χωνέψει ότι ίσως αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης 25 ετών. Την προηγούμενη ημέρα βρισκόταν στην Ελλάδα. Μόλις το αεροπλάνο του προσγειώθηκε στην Ουάσιγκτον τον συνέλαβαν. «Αυτό συμβαίνει όταν δουλεύεις για τον Τραμπ και τους Ρώσους», ισχυρίζεται πως του είπαν. «Αυτό το βιβλίο είναι η ιστορία μου. Ο εφιάλτης μου και ελπίζω η λύτρωσή μου» θα γράψει στον πρόλογο του «Στόχος βαθέος κράτους» («Deep state target»).

Ο «ΕΛΛΗΝΑΣ»ΤΗΣ ΚΑΜΠΑΝΙΑΣ
Στο βιβλίο αναφέρεται συνεχώς στην ελληνική του καταγωγή, στη σχέση του με την Ελλάδα και τις επαφές του εδώ. «Για πολλούς στην προεκλογική εκστρατεία ήμουν “ο Έλληνας”». Γεννήθηκε στην Αμερική αλλά γρήγορα η οικογένειά του μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη. «Όταν στα τέσσερά μου επέστρεψα στο Σικάγο, μιλούσα καλύτερα τα ελληνικά» γράφει. Σπούδασε στην Αμερική και στην Αγγλία και το 2010 ξεκίνησε να εργάζεται για το Ινστιτούτο Hudson στην Ουάσιγκτον. Γρήγορα κατάλαβε πως ήταν απαραίτητο να δικτυωθεί και πως ο καλύτερος τρόπος ήταν μέσω της ελληνοαμερικανικής κοινότητας. Σε μια δεξίωση γνωρίζει τον Αριστείδη Καρατζά.

«Εντυπωσιάστηκα. Επιτέλους ένας ομογενής που είχε επαφές με πολιτικούς, όχι μέσω της Εκκλησίας», σκέφτηκε. Ο Παπαδόπουλος του μιλάει για τα ενδιαφέροντα και τις ιδέες του στα ενεργειακά: «Η κατάρρευση στις σχέσεις Ισραήλ και Τουρκίας είναι μια καλή ευκαιρία για να επενδύσουμε στις σχέσεις Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ».
Ο Καρατζάς πείθεται και δίνει στο Hudson Institute μια επιταγή 100.000 δολαρίων για να αναλύσει ο 25χρονος τότε Τζορτζ τις ιδέες του και να τις παρουσιάσει σε ένα συνέδριο.

Η ΜΕΤΟΧΗ «ΝΤΟΝΑΛΝΤ»
Το καλοκαίρι του ’15 βρίσκεται στη δουλειά όταν βλέπει στην τηλεόραση τον Τραμπ να ανακοινώνει την υποψηφιότητά του. «Ανέφερα πως ίσως έχει πιθανότητα να κερδίσει και όλοι γελούσαν μαζί μου», θυμάται. Ο ίδιος είδε τον Τραμπ σαν μια μετοχή. «Πρέπει να αγοράσω τώρα που είναι χαμηλά», σκέφτεται και στέλνει μέιλ στον Κόρεϊ Λέουαντοουσκι (στενό συνεργάτη και μετέπειτα υπεύθυνο επικοινωνίας του Τραμπ). Του γράφει ποιος είναι και επιγραμματικά τα ενδιαφέροντά του: «Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ, ενεργειακά, υπέρ της επιχειρηματικότητας, αμείλικτος λομπίστας». Εκείνος του απαντάει: «Θα σε φέρω σε επαφή με τους κατάλληλους ανθρώπους στην καμπάνια». Καθυστερεί να το κάνει όμως και ο Τζορτζ αποφασίζει να δοκιμάσει άλλη στρατηγική: να δουλέψει στην καμπάνια ενός άλλου Ρεπουμπλικανού υποψηφίου, ώστε όταν εκείνος αποχωρήσει από την κούρσα να προσπαθήσει να μεταπηδήσει στον Τραμπ – και έτσι γίνεται.

Τον Μάρτιο του 2016 περνάει από τηλεφωνική συνέντευξη με τον στενό συνεργάτη του Τραμπ, Σαμ Κλόβις. Συζητούν τα ενδιαφέροντά του αλλά και την ανάγκη να βελτιωθούν οι σχέσεις με τη Ρωσία. «Είσαι ο τέλειος άνθρωπος για τη δουλειά», του λέει και του προτείνει μια άμισθη θέση ως σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής. Πριν ξεκινήσει, συμμετέχει σε ένα συνέδριο στη Ρώμη και εκεί γνωρίζει έναν καθηγητή, τον Τζόζεφ Μίσφουντ, που θα παίξει καταλυτικό ρόλο στη μετέπειτα περιπέτειά του. «Θα σε γνωρίσω σε όποιον χρειάζεται για να γίνει ένα ραντεβού μεταξύ Τραμπ και Πούτιν», του λέει. Λίγες ημέρες αργότερα τον προσκαλεί σε δείπνο με μια γυναίκα που του συστήνει ως ανιψιά του Πούτιν. «Η Όλγα θα είναι ο άνθρωπός σου στη Μόσχα». Ο Παπαδόπουλος είναι ενθουσιασμένος και στέλνει τα νέα στην ομάδα του Τραμπ.
«Ενδιαφέροντα νέα. Μη δεσμευθείς όμως σε τίποτα ακόμη (…) Έκανες καλή δουλειά!» του απαντούν.

Λίγες ημέρες αργότερα, θα γνωρίσει τον ίδιο τον Τραμπ. Υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας τον οδηγούν μαζί με άλλους συμβούλους σε ένα δωμάτιο συσκέψεων. Αντί πρωινού τους βγάζουν μπολ με σοκολάτες Σνίκερς. «Είμαι σε επαφή με ανθρώπους στην Ευρώπη που θέλουν πολύ να οργανώσουν ένα ταξίδι σας στη Ρωσία», θα πει ο Παπαδόπουλος στον Τραμπ, αφού συστηθεί. Στην αίθουσα σιγή. Ο Τραμπ κουνάει το κεφάλι σαν να επεξεργάζεται την ιδέα. «Τι λες Τζεφ;» ρωτάει τον Σέσιονς. «Είναι καλή ιδέα. Να το δούμε», απαντά εκείνος. Πίσω στο Λονδίνο, συνεχίζει τις επαφές και κρατάει ενήμερη την ομάδα Τραμπ για κάθε βήμα. Στις 26 Απριλίου συναντάει ξανά τον Μίσφουντ. Παίρνουν μαζί πρωινό και εκεί ο καθηγητής τού ρίχνει τη «βόμβα». «Οι Ρώσοι έχουν βρώμα για τη Χίλαρι Κλίντον. Έχουν μέιλ, χιλιάδες μέιλ». Ο Παπαδόπουλος ισχυρίζεται πως πάγωσε με το που το άκουσε και δεν το συζήτησε περαιτέρω. Συνέχισε όμως την επικοινωνία μαζί του. «Του έγραψα πως είμαι ευγνώμων για τη βοήθεια και πως εάν καταφέρναμε αυτή τη συνάντηση θα ήταν κάτι το ιστορικό». Όσο για την πληροφορία για την Κλίντον;
Ισχυρίζεται πως δεν τη μετέφερε πουθενά. Τουλάχιστον όχι ακόμη. Θα το κάνει αργότερα σε ένα υπουργικό γραφείο στην Ελλάδα.

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Μέσα Μαΐου έρχεται στην Αθήνα. Γράφει στους ανθρώπους του Τραμπ πως έχει δύο στόχους: να κατανοήσει καλύτερα τις σχέσεις Ελλάδας – Αμερικής (για να κερδίσουν την ψήφο της ομογένειας) και να μάθει περισσότερα για τον ρόλο του ΝΑΤΟ στη Μεσόγειο. Ένα από τα πρώτα ραντεβού είναι με τον τότε υπουργό Εθνικής Αμύνης Πάνο Καμμένο. Φτάνοντας στο εστιατόριο του ζητούν τη συσκευή του τηλεφώνου. «Πρέπει να βγάλουμε την μπαταρία», του λένε. Οι δύο άνδρες πίνουν ούζο και ζαλίζονται. «Ο Πάνος ήταν ευχάριστος και πολύ αστείος. Είχαμε απίστευτη χημεία», γράφει και μεταφέρει τον διάλογό τους: «Παπαδόπουλε, ο Ομπάμα με δουλεύει. Ο Κάρτερ (σ.σ. τότε ομόλογός του) με ρεζίλεψε, έβαλε την υφυπουργό του να με συναντήσει. Θεωρούν πως είμαι Ρωσόφιλος. Αλλά εγώ θέλω να είμαι ο καλύτερος φίλος του ΝΑΤΟ.

Στόχος μου είναι να μεταφερθούν τα πυρηνικά όπλα από τη βάση Ιντσιρλίκ της Τουρκίας στη Σούδα. Πρέπει να με φέρεις σε επαφή με τον Αμερικανό πρέσβη και τον ακόλουθο Άμυνας εδώ». Ο Παπαδόπουλος την επομένη συναντάει τον Παλμ, ακόλουθο Αμύνης, και του μιλάει για τον Καμμένο. «Λίγες ημέρες αργότερα ο Παλμ με τον πρέσβη θα συναντήσουν τον Πάνο. Και οι δύο πλευρές θα με ευχαριστήσουν για τη διαμεσολάβηση» γράφει.

ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΛΑΘΟΣ;
Ο Παπαδόπουλος περιγράφει λεπτομερώς και τις συναντήσεις που είχε με τον Αιγύπτιο πρέσβη (χάρη σε αυτή την επαφή ισχυρίζεται πως ο Τραμπ θα συναντήσει αργότερα τον πρόεδρο Σίσι) αλλά και τον τότε υπουργό Εξωτερικών κ. Κοτζιά. «Μία ακόμη φιλική συνάντηση. Μας έφεραν καφέ και φρούτα και μου είπε πως αύριο, εκεί που κάθομαι θα κάθεται ο Πούτιν». Το σχόλιο αυτό τον έκανε να τα χάσει και να πει κάτι που, όπως λέει, δεν είχε πει σε κανέναν μέχρι τότε: «Άκουσα πως οι Ρώσοι έχουν τα μέιλ της Κλίντον». Ο υπουργός σύμφωνα με τον Παπαδόπουλο αλλάζει χρώμα και τόνο: «Μην το επαναλάβεις αυτό ποτέ». Ο Παπαδόπουλος φεύγει από την Ελλάδα αγχωμένος για το εάν έκανε ένα θανάσιμο λάθος.

Πίσω στην Αμερική, οι άνθρωποι της καμπάνιας του λένε πως θα αναλάβει τους Έλληνες ψηφοφόρους του Τραμπ. Κάποιοι του εκμυστηρεύονται πως η προεκλογική εκστρατεία είναι στην πραγματικότητα ένας οικονομικός τρόπος να προμοτάρει ο Τραμπ το όνομα και την επιχείρησή του. Ο ίδιος, του είπαν, δεν θεωρούσε ποτέ πως θα κέρδιζε το χρίσμα – πόσο μάλλον την προεδρία. Και όμως στις 9 Νοεμβρίου του 2016 εκλέγεται «κατά λάθος» πρόεδρος. Το τηλέφωνο του Παπαδόπουλου παίρνει φωτιά. Δέχεται μεταξύ άλλων συγχαρητήριο τηλεφώνημα από τον Ελληνα πρωθυπουργό. Από το υπουργείο Εξωτερικών της Αγγλίας του προωθούν το συγχαρητήριο γράμμα της Μέι και του ζητούν να μεσολαβήσει ώστε να μιλήσει με τον νέο πρόεδρο. «Νιώθω πως πλησιάζω στον Λευκό Οίκο» γράφει.

H ΝΕΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΒΑΣΗ ΣΤΗΝ… ΚΑΡΠΑΘΟ ΚΑΙ Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΑΠΟ ΤΟ FBI
Ενα μήνα μετά τις εκλογές γνωρίζει τον πατέρα Καρλούτσο. «Έναν από τους πιο δικτυωμένους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Ξέρει προσωπικά και μιλάει με τους πάντες και από τα δύο κόμματα», γράφει. Το μήνυμά του, είναι το εξής: «Θα σε γνωρίσω στον Πρίμπους (μετέπειτα προσωπάρχη) και θα σε βοηθήσει να μπεις στον Λευκό Οίκο. Αλλά θέλω να έρθεις μαζί μου στη Δράμα για ένα συνέδριο». Ο Παπαδόπουλος δέχεται. «Προφανώς θέλει να δείξει πως έχει μαζί του έναν σύμβουλο του Τραμπ» σκέφτεται. Στο ταξίδι όμως απογοητεύεται. «Με προσεγγίζουν διάφοροι που θεωρούν πως θα πείσω τον Τραμπ να χτίσει ξενοδοχείο στην Αθήνα. Μάταια τους λέω πως δεν έχω καμία σχέση με τις επιχειρήσεις του».

Ταξιδεύει και στην Κύπρο και συναντά τον πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη. Καπνίζει πούρο και είναι ευδιάθετος. «Ευτυχώς που κέρδισε ο Τραμπ» του λέει. Ο Κύπριος πρόεδρος θέλει να διώξει τις βρετανικές βάσεις και να έρθουν Αμερικανοί. Ο Παπαδόπουλος γράφει πως είχε μια εκτεταμένη συνομιλία και με τον Καμμένο, όπου συζήτησαν την ιδέα μιας νέας αμερικανικής βάσης στην Κάρπαθο, αλλά και τη δυνατότητα να μειωθεί το χρέος με αντάλλαγμα την πρόσβαση σε φυσικούς πόρους της χώρας. Μεταφέρει όλα τα παραπάνω στον Μάικλ Φλιν και σε άλλους:

«Η απάντησή τους είναι ενθουσιώδης» γράφει.
Λίγες ημέρες μετά την ορκωμοσία έχει την πολυπόθητη τηλεφωνική συνέντευξη για μια δουλειά στην κυβέρνηση. Tο τηλέφωνο χτυπάει αλλά δεν είναι αυτός που περιμένει: «Είμαστε από το FBI. Θέλουμε να σου μιλήσουμε». Ο Παπαδόπουλος θεωρεί πως του κάνουν πλάκα.
«Ξυρίζομαι αλλά εννοείται να μιλήσουμε. Πού είστε;».

«Ανοίξτε μας», του φωνάζουν έξω από την πόρτα του. Του ζητούν να τους ακολουθήσει και τον προειδοποιούν «Αν πεις την αλήθεια δεν θα μπλέξεις». Τον ανακρίνουν για όλες τις συναντήσεις που είχε και τον ρωτούν: «Ποιος γνώριζε για την ανάμειξη της Ρωσίας;». «Κανείς εξ όσων γνωρίζω», τους απαντά. Επιμένουν. Ο Παπαδόπουλος νιώθει άβολα και αποφασίζει να αναφέρει τον Μισφούντ και τα μέιλ της Κλίντον. Τον ρωτούν ημερομηνίες, αλλά δεν τους λέει την αλήθεια. Επιστρέφει σπίτι και αποσύρει την αίτησή του για δουλειά. «Τα όνειρά μου έπεσαν στον υπόνομο», γράφει.

Στις 16 Φεβρουαρίου τον ξαναφωνάζουν. Θέλουν να μάθουν ποιος από την ομάδα Τραμπ ήξερε για τα μέιλ. Ο Παπαδόπουλος επιμένει πως δεν έχει μιλήσει σε κανέναν. (Ακόμα και σήμερα επιμένει πως ο μοναδικός άνθρωπος στον οποίο το είπε είναι ο Κοτζιάς. Όταν αποκαλύπτεται πως το είχε πει και στον Αυστραλό πρέσβη στο Λονδίνο, (πρόκειται για τον πρώην υπουργό Εξωτερικών της Αυστραλίας, Αλεξάντερ Ντάουνερ, το αρνείται υποστηρίζοντας πως έχει πέσει θύμα πλεκτάνης και πως ο Μισφούντ ήταν βαλτός από το «βαθύ κράτος» για να κατηγορηθεί ο ίδιος και η κυβέρνηση Τραμπ για ανάμειξη της Μόσχας στις εκλογές.)

Οι επόμενες εβδομάδες είναι δύσκολες για τον Τζορτζ: «Το FBI έχει έναν τρόπο να σου κάνει τη ζωή κόλαση (…) Ανακρίνουν φίλους και γνωστούς. Όλοι απομακρύνονται σαν να έχω λέπρα». Αποφασίζει να έρθει στην Ελλάδα για να ξεχαστεί. Στο αεροδρόμιο όμως λίγο πριν μπει στο αεροσκάφος τον σταματούν. «Θα επιστρέψεις;» τον ρωτούν αυστηρά και του ζητούν στοιχεία επικοινωνίας δικών του στην Ελλάδα. «Δεν ξέρω εάν έχω μανία καταδίωξης, αλλά νιώθω πως με παρακολουθούν παντού», γράφει για τη διαμονή του στην Αθήνα και στη Μύκονο. Την ίδια στιγμή βέβαια, αντιμετωπίζεται παντού –από πολιτικούς αλλά και απλούς ανθρώπους– ως διασημότητα.
Γίνεται κριτής σε τοπικά καλλιστεία, γλεντάει, δέχεται προτάσεις για δουλειά. Οι διακοπές όμως τελειώνουν και με το που επιστρέφει στην Αμερική συλλαμβάνεται από το FBI υπό άκρα μυστικότητα. Δέχεται να συνεργαστεί μαζί τους, αν και στη συνέχεια γράφει πως το μετανιώνει. Η ποινή του –14 ημέρες κράτησης για ψευδή κατάθεση– ήταν η πρώτη ετυμηγορία στην έρευνα του FBI, που ξεκίνησε ουσιαστικά από τον νεαρό ομογενή. Oσο για τα μελλοντικά σχέδιά του; Είναι αποφασισμένος να ασχοληθεί με την πολιτική: «Δεν νιώθω σαν πρώην κατάδικος. Νιώθω πατριώτης και αγωνιστής. Και αυτό ακριβώς σκοπεύω να είμαι», γράφει στον επίλογο του βιβλίου.