Λουκάς Χάιτας: Ένας περήφανος Αυστραλός ελληνικής καταγωγής

Η συναρπαστική διαδρομή από τα έδρανα του Πανεπιστημίου στην καρδιά του πολέμου στο Αφγανιστάν

Τι γυρεύει ένας παρ’ ολίγον οικονομολόγος στον πόλεμο, πώς συνδέεται το Αφγανιστάν με την Ελληνική Επανάσταση και πώς η καταγωγή κάποιου μπορεί να γίνει γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ φαινομενικά άσχετων μεταξύ τους λαών;

Μπορεί να συμβεί μας επιβεβαιώνει ο Λοχαγός Λουκάς Χάιτας (Luke Haitas) που υπηρέτησε στην εμπόλεμη ζώνη του Αφγανιστάν για μια δεκαετία ως μάχιμος αξιωματικός του Στρατού Ξηράς της Αυστραλίας και από το 2017 έως σήμερα ανήκει στο Σώμα των Εφέδρων Αξιωματικών.

Ο Λουκάς Χάιτας, όπως άλλωστε μαρτυρεί το όνομά του, είναι Αυστραλός ελληνικής καταγωγής που η ανήσυχη φύση του τον οδήγησε από την ασφάλεια και τη σιγουριά του πατρικού σπιτιού στην αβεβαιότητα του πολέμου. Ο Έφεδρος Αξιωματικός μιλά στον «Νέο Κόσμο» για την εμπειρία του αυτή, αλλά και για το πώς η ελληνική καταγωγή του τον βοήθησε να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει κατά τη διάρκεια της θητείας του στο Αφγανιστάν.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ

Η ιστορία της οικογένειάς του στην Αυστραλία ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του ’50, με το μεγάλο κύμα μετανάστευσης που σκόρπισε χιλιάδες Έλληνες εδώ, στην Αμερική και στον Καναδά. Από τότε η νέα χώρα έγινε σπίτι για την οικογένεια Χάιτα που κατάφερε να στήσει τη ζωή της ακριβώς όπως την είχε ονειρευτεί.

Ο Λουκάς μεγάλωσε περιτριγυρισμένος από το ελληνικό στοιχείο το οποίο θεωρεί ο ίδιος πολύ σημαντικό συστατικό της ταυτότητας και της προσωπικότητάς του.
«Με πάρα πολλούς τρόπους, είτε μιλώντας ελληνικά με τον παππού μου, είτε πηγαίνοντας στην εκκλησία κάθε Κυριακή, είτε συμμετέχοντας σε εκδηλώσεις μνήμης σπουδαίων ιστορικών γεγονότων στο ελληνικό παράρτημα RSL της Βικτώριας, είτε ακούγοντας παλιές οικογενειακές ιστορίες είτε ακούγοντας ελληνική μουσική είτε απολαμβάνοντας ελληνικό φαγητό, έμεινα συνδεδεμένος με τις ελληνικές μου ρίζες. Όλα αυτά, μας ενώνουν με τους προγόνους μας και την κληρονομιά μας και μας υπενθυμίζουν ότι ακόμη κι αν ζούμε στην άλλη άκρη του κόσμου, είμαστε πάντα Έλληνες» λέει με πάθος.

Για τον ίδιο, η ενασχόληση με το στρατό ήταν μονόδρομος καθώς ο παππούς και ο προπάππους του πολέμησαν στην Αντίσταση κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου ενώ ένας ακόμα προπάππους του υπήρξε Οπλαρχηγός στην Ελληνική Επανάσταση. Μάλιστα, ο ίδιος φορά τα μετάλλια του παππού του σε κάθε ευκαιρία περήφανος τόσο για την προσφορά των προγόνων του στην πατρίδα όσο και για τη σπουδαία ιστορία της οικογένειάς του.

Ήταν ίσως αυτά τα μετάλλια που του έδειξαν έναν άλλο δρόμο από αυτόν που είχε πάρει στη ζωή του, όταν λίγο πριν πάρει το πτυχίο του στα οικονομικά, συνειδητοποίησε ότι ο χώρος των επιχειρήσεων μάλλον δεν ήταν γι’ αυτόν και άρχισε να αποζητά κάτι πιο προκλητικό και περιπετειώδες. Έτσι, πήρε την απόφαση να υπηρετήσει τη χώρα που του είχε προσφέρει τόσα πολλά, την Αυστραλία.

Ρέθυμνο, Κρήτη 2011. Ο Υπολοχαγός Λουκάς Χάιτας σημαιοφόρος στην εκδήλωση μνήμης για τους Αυστραλούς και Ελλήνες πολεμιστές που έπεσαν στη μάχη της Κρήτης

Η ΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ

«Τα 11 χρόνια που υπηρέτησα στο στρατό ήταν ίσως τα καλύτερα της ζωής μου και δεν έχω μετανιώσει ούτε μια στιγμή για την απόφασή μου να καταταγώ», λέει ο Λουκάς και συνεχίζει: «Οι φιλίες, τα μαθήματα ζωής, οι εμπειρίες και οι προκλήσεις ήταν μοναδικές και ανεπανάληπτες. Όταν κατατάχθηκα ήμουν ένα 20χρονο παιδί κι έπρεπε να μεγαλώσω και να ωριμάσω γρήγορα».

Η μονάδα του στο Αφγανιστάν, είχε την ευθύνη της ίδρυσης της Αφγανικής Σχολής Πυροβολικού διδάσκοντας και συμβουλεύοντας τόσο τους καθηγητές όσο και τους φοιτητές της Σχολής οι οποίοι προέρχονταν από τους κόλπους του αφγανικού στρατού.

«Ήμουν ο βασικός μέντορας στην ειδικότητά μου κι έπρεπε να διδάξω φοιτητές που ήταν δύο βαθμούς πιο πάνω από μένα, που ήταν βετεράνοι του Ρώσο-αφγανικού πολέμου. Στην τάξη μου είχα επίσης στρατιωτικούς που ήταν πρώην Μουτζαχεντίν μαζί με μέλη των δυνάμεων της αφγανικής κυβέρνησης και οι οποίοι ήταν τουλάχιστον 30 χρόνια μεγαλύτεροι από μένα. Και φυσικά ήταν όλοι τους καχύποπτοι απέναντί μας», θυμάται ο Λουκάς Χάιτας.

ΤΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Η μεγαλύτερη πρόκληση που είχε να αντιμετωπίσει, λοιπόν, ήταν να μετατρέψει αυτή την καχυποψία σε εμπιστοσύνη απέναντι στο πρόσωπό του αλλά και στα μέλη του αυστραλιανού στρατού. Και ήταν η ελληνική καταγωγή του που τον βοήθησε να ξεπεράσει την πρόκληση και να επιτύχει το στόχο του.

«Αμέσως διέκρινα τις ομοιότητες που είχε η αφγανική με την ελληνική κουλτούρα: η σημασία της οικογένειας, της θρησκείας, το αίσθημα φιλοξενίας και πολλά άλλα που μου έδιναν τη δυνατότητα να πιαστώ και να αρχίσω να χτίζω σχέσεις εμπιστοσύνης με τους Αφγανούς στρατιώτες, κάνοντας όχι μόνο τη δουλειά μου αλλά και τη ζωή μου πιο εύκολη και ευχάριστη εκεί», λέει ο Αυστραλός αξιωματικός.

Η ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟ

Σήμερα, ο Λουκάς Χάιτας ανήκει πλέον στο Σώμα των Εφέδρων Αξιωματικών του αυστραλιανού στρατού. Για τον ίδιο, η μετάβαση από την στρατιωτική στην πολιτική ζωή δεν ήταν δύσκολη καθώς, όπως λέει, «υπάρχουν πολλοί οργανισμοί πλέον που υποστηρίζουν τους απόστρατους κατά την περίοδο της προσαρμογής τους και ειδικά αυτούς οι οποίοι επιστρέφουν από εμπόλεμες ζώνες».

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ANZAC

Για τον έφεδρο αξιωματικό, η ιστορία των ANZAC είναι ταυτόσημη με το κουράγιο, τη δύναμη, την επιμονή και τη συντροφικότητα. «Αυτή την ημέρα, θυμόμαστε όλους όσοι πολέμησαν κι έπεσαν υπηρετώντας την Αυστραλία. Συνειδητοποιούμε ότι ο πόλεμος δεν είναι ποτέ αρκετά μακριά από εμάς και πως είμαστε τυχεροί που ζούμε στην Αυστραλία σε καθεστώς ειρήνης», λέει χαρακτηριστικά.

Ο Λουκάς Χάιτας είναι ένας περήφανος Αυστραλός ελληνικής καταγωγής που σε κάθε ευκαιρία δηλώνει το πώς η αποδοχή της ιδιαίτερης πολιτιστικής ταυτότητας οδηγεί στη διαμόρφωση μιας πιο συγκροτημένης κι ολοκληρωμένης προσωπικότητας. Αυτά είναι τα λόγια του:

«Το 2011 είχα την ευκαιρία να εκπροσωπήσω τις Αυστραλιανές Ένοπλες Δυνάμεις ως επικεφαλής μιας αντιπροσωπείας στην Ελλάδα για την 75η επέτειο της συμμετοχής της Αυστραλίας στη μάχη της Ελλάδας και της Κρήτης. Ήταν μια εκπληκτική ευκαιρία που μου επέτρεψε αφενός να εκπροσωπήσω την Αυστραλία και αφετέρου να συνδεθώ με την κληρονομιά μου».