Στα τόσα χρόνια που ο Σύνδεσμος Χελλένικ διοργάνωνε τις παροικιακές βραβεύσεις για εξαίρετη απόδοση, το Διοικητικό του Συμβούλιο αφιέρωνε πολύ χρόνο να εξετάζει τις υποδείξεις και τις επικρίσεις που του γινόταν, πιστεύοντας ότι είχε υποχρέωση να τις λαμβάνει σοβαρά υπόψη.

Και στην παρουσίαση όμως μιας σοβαρής διοργάνωσης, όπως το Σεμινάριο για διατήρηση της γλώσσας μας, οι διοργανωτές του δεν θα έπρεπε να εκνευρίζονται, επειδή τους έγιναν κάποιες επικριτικές υποδείξεις για τη διοργάνωσή του.

Στο κείμενό μου στον «Νέο Κόσμο», δύο εβδομάδες πριν την παρουσίαση του Σεμιναρίου, ασχολήθηκα με κάποια σοβαρά σημεία, που θεώρησα ότι ίσως θα μείωναν την επιτυχία του, τόνισα όμως και την ανάγκη να υποστηριζόταν το Σεμινάριο, επειδή θα έπρεπε να επαναληφθεί.

Στο κείμενό μου εκείνο απάντησε ο κ. Ζαφειρόπουλος με τρόπο που μου προκάλεσε απορίες, αν είναι ειλικρινής στη δήλωσή του πως «όλες οι προτάσεις είναι καλοδεχούμενες» ή αν τέτοιες προτάσεις πρέπει να συμφωνούν αποκλειστικά με τις δικές του απόψεις για το πώς πρέπει κάτι να διοργανώνεται.

Πολλές από τις οργανωτικές προβλέψεις, που επεσήμανα σε εκείνο το κείμενο, με δικαίωσαν, χωρίς αυτό να με χαροποιεί.

Οι ανακοινώσεις για το Σεμινάριο ανέφεραν ότι το θέμα θα ήταν γενικό, για ευρεία κάλυψη της διατήρησης της γλώσσας, οι περισσότεροι όμως από τους ομιλητές, με το να είναι εκπρόσωποι σχολικών καταστάσεων, επικεντρώθηκαν σε περιγραφές της λειτουργίας και των προβλημάτων των δικών τους σχολείων.

Η Κοινότητα Μελβούρνης είχε πέντε ομιλητές, δύο μάλιστα από τους οποίους μίλησαν στην αγγλική.

Καμία αναφορά στους άλλους τομείς της παροικίας, ας πούμε, με τους αποκλειστικά αγγλόγλωσσους αλλά επαγγελματικά και κοινωνικά καταξιωμένους συμπατριώτες μας, που καθόλου χρησιμοποιούν τη γλώσσα μας, παρόλο που νιώθουν Έλληνες, έστω κι αν δεν έχουν καμία τριβή με τα παροικιακά μας δρώμενα.

Αφού ασχοληθήκαμε ακόμη και με τα προβλήματα με τα παιδιά από μικτούς γάμους, προβλήματα που είναι πρακτικά αδύνατο να παραγκωνιστούν, γιατί δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρουν και οι άλλοι, που ναι μεν γνωρίζουν ότι είναι ελληνικής καταγωγής αλλά δεν ασχολούνται με την παροικία και τη γλώσσα επειδή, επί τέλους, η ίδια η παροικία τους κρατάει σε απόσταση με τη δική της αδιαφορία;

Ο κ. Σπηλιάς είπε ότι ένα Σεμινάριο δεν είναι δυνατό να δώσει τελεσίδικες απαντήσεις σε σοβαρά ερωτήματα αλλά κυρίως να προτείνει τρόπους αντιμετώπισης των προκλήσεων. Σωστό!

Σεμινάρια όμως δεν γίνονται μόνο για περιγραφή ήδη πασίγνωστων καταστάσεων αλλά για απόρροια συγκεκριμένων πορισμάτων με πρακτική και εφαρμόσιμη λύση τους.

Δεν νομίζω ότι συγκεκριμένες προτάσεις έγιναν για αντιμετώπιση τέτοιων προκλήσεων.

Από όλες τις ομιλίες για μένα ήταν δύο οι ξεκάθαρες εισηγήσεις που έγιναν.

Η μία ήταν από τον κ. Καλυμνιό, για δημιουργία Ιδρύματος Ελληνικής Γλώσσας, υπεύθυνο για τη διεξαγωγή ερευνών και τη χάραξη υπεύθυνης πορείας για τη γλώσσα μας.

Η άλλη ήταν από τον κ. Γαριβάλδη, που ζήτησε να αρχίσει μια καλή και αποδοτική συνεργασία μεταξύ όλων των σχολικών φορέων για πιο εύκολη επίλυση των προβλημάτων τους.

Αυτή τη δεύτερη είχα κι εγώ αναφέρει σε μια ομιλία μου στο Κρόουν Καζίνο, όταν είχα προβεί σε συγκρίσεις όλων των παροικιακών μας δραστηριοτήτων με τις αντίστοιχες όλων των άλλων εδώ παροικιών, μιλώντας για το πόσο στενά συνεργάζονται μεταξύ τους οι Εβραϊκοί σχολικοί φορείς ενώ οι δικοί μας δεν έχουν καμία μεταξύ τους τέτοια επαφή.

Από πλευράς γενικής παρουσίασής του το Σεμινάριο είχε και τα καλά του σημεία αλλά και κάποια που πρέπει οπωσδήποτε να προσεχτούν αν και όποτε
επαναληφθεί η ίδια προσπάθεια.

Η αίθουσα ήταν παντελώς ακατάλληλη για τέτοιας σημασίας εκδήλωση. Εκτός από τους ομιλητές και τους συνοδούς τους, ελάχιστοι άλλοι μπόρεσαν να παρευρεθούν.

Το πρόσχημα ότι δεν βρέθηκε άλλη διαθέσιμη αίθουσα, είναι μεν κατανοητό αλλά δεν ξεπερνά την εντύπωση ότι ίσως υπήρξαν λόγοι που το Σεμινάριο «έπρεπε» να γίνει στην Κοινότητα Μελβούρνης.

Άκουσα κάποιον, άγνωστο σε μένα, να σχολιάζει ότι ίσως έγινε εκεί με την πρόθεση να μην υπάρξουν αντιδράσεις στις ομιλίες.

Η προβολή φωτεινών εικόνων σε οθόνη ήταν σημαντικό συνοδευτικό όργανο των ομιλητών, χωρίς όμως το κοινό να διακρίνει όσα προβαλλόταν.

Σε ένα μεγάλο μέρος του προγράμματος ήταν απίστευτα ενοχλητικό με ένα πιτσιρίκι να παίζει και να τρέχει στο διάδρομο, τελείως ανενόχλητο και χωρίς καμία επέμβαση ή επίβλεψη από κανένα.

Από τα πιο θετικά σημεία ήταν η καλή κι αποδοτική επέμβαση των υπεύθυνων κάθε ενότητας στους ομιλητές, όταν αυτοί ξεπερνούσαν τα επιτρεπτά τους όρια σε διάρκεια.

Απορίες και σχόλια προκάλεσε και η αποκάλυψη του συντονιστή του προγράμματος, καθηγητή κ. Ν. Παπαστεργιάδη, για πιθανή ίδρυση νέας επιστημονικής έδρας στο πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, που να ασχολείται με τα προβλήματα του απανταχού Ελληνισμού.

Στην τωρινή εκπαιδευτική μας κατάσταση, που τα ελληνικά έχουν περιοριστεί σε, δυστυχώς, υποτυπώδη κατάσταση σε ένα μόνο Πανεπιστήμιο, αυτό του La Trobe, με τους εκεί υπεύθυνους να αγωνίζονται απεγνωσμένα να τα διατηρήσουν, με ποιο σκεπτικό να συζητούμε την ίδρυση άλλης έδρας στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης με θέμα που, τουλάχιστον φαινομενικά, δεν θα έχει καμία πρακτική διασύνδεση με την τωρινή μας εδώ παροικία και, ειδικότερα, με τη διατήρηση της γλώσσα μας;

Οπωσδήποτε είναι ανάγκη να οργανωθεί άλλο Σεμινάριο, οργανωμένο κατάλληλα για λήψη θετικών αποφάσεων, που να μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς καθυστερήσεις, για να μην υποχρεωθεί να μας ξαναπεί η κ. Ρένα Φραγκιουδάκη ότι «αυτά που άκουσε, τα ακούει να επαναλαμβάνονται από τότε που ήταν νέα ενώ τώρα γέρασε».