Κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τουλάχιστον οκτώ ηγέτες ή αρχηγούς άλλων κρατών, θα έχει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, στο περιθώριο της Συνόδου της G20 στην Οσάκα της Ιαπωνίας, εντός της εβδομάδας, δήλωσε ανώτερο στέλεχος της κυβέρνησής του.

Ο Τραμπ θα έχει συνομιλίες με τον πρόεδρο της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, τον πρίγκιπα διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, τον πρωθυπουργό της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι, τον πρωθυπουργό της Αυστραλίας Σκοτ Μόρισον, και τον οικοδεσπότη της Συνόδου πρωθυπουργό της Ιαπωνίας Σίνζο Άμπε, διευκρίνισε ο αξιωματούχος, που ενημέρωσε τους δημοσιογράφους, αποφεύγοντας να δώσει σαφές χρονοδιάγραμμα, διότι το πρόγραμμα του Αμερικανού προέδρου ακόμη διαμορφώνεται.

Σύμφωνα με τον ίδιο αξιωματούχο, ενδέχεται να υπάρξουν και άλλες διμερείς συναντήσεις με ηγέτες στο περιθώριο της Συνόδου της ομάδας των είκοσι πιο βιομηχανικά ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών του κόσμου.

Ο αξιωματούχος επισήμανε ότι ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος δεν σχεδιάζει να συναντηθεί με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν, με την ευκαιρία του ταξιδιού του στη Νότια Κορέα το Σαββατοκύριακο μετά τη G20. Ερωτηθείς εάν θα επισκεφθεί την αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, απέφυγε να δώσει λεπτομέρειες για το πρόγραμμα της επίσκεψης.

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΜΟΡΡΙΣΟΝ

Στο μεταξύ, ο Αυστραλός πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον, αποφάσισε να παρέμβει στον εμπορικό πόλεμο του Αμερικανού πρόεδρου Ντόναλντ Τραμπ με την Κίνα, ο οποίος φαίνεται να αναχαιτίζει τις επενδύσεις των επιχειρήσεων και τις εμπορικές συναλλαγές και να επιδεινώνει το γενικότερο οικονομικό κλίμα.

Οι παράγοντες αυτοί εντείνουν ακόμη περισσότερο την επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Ο κ. Μόρισον ζήτησε να επικρατήσει «κοινή λογική και ηρεμία» και πρόσθεσε ότι η Αυστραλία ενεργεί με βάση τα δικά της συμφέροντα.

Η οικονομική δραστηριότητα στην Ευρώπη, την Αυστραλία και σε άλλα μέρη του κόσμου, κινείται σε βραδύτερους ρυθμούς, ένα φαινόμενο που συμπίπτει με την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου που έχει κηρύξει η Ουάσιγκτον κατά της Κίνας και άλλων ισχυρών εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ.

Οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι μια περαιτέρω επιδείνωση αυτής της γενικευμένης εμπορικής αντιπαράθεσης των ΗΠΑ με κάποιες από τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου μπορεί να προκαλέσει την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας. «Με αυτές τις εντάσεις στο παγκόσμιο εμπόριο, η οικονομία οδηγείται σε τέλμα» σχολιάζει ο Αϊχάν Κόουζ, υψηλόβαθμο στέλεχος στην Παγκόσμια Τράπεζα. Η επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα έχει προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις στη Γερμανία, την Αυστραλία και άλλες χώρες, οδηγώντας σε άνοδο τις δαπάνες στην εφοδιαστική αλυσίδα, παγώνοντας τις εξαγωγές και προκαλώντας μεγάλη ανησυχία στους ηγέτες του πολιτικού και οικονομικού κόσμου.

Οι εμπορικές διαμάχες ξέσπασαν όταν οι χώρες του ανεπτυγμένου και του αναπτυσσόμενου κόσμου οπισθοδρομούσαν από την ταχεία παγκοσμιοποίηση που κυριαρχούσε τις προηγούμενες δύο δεκαετίες. Οι ροές των άμεσων ξένων επενδύσεων μειώθηκαν πέρυσι κατά 13% παγκοσμίως, αντανακλώντας το χαμηλότερο επίπεδο από τότε που ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Είναι το τρίτο συναπτό έτος που καταγράφεται πτώση και αποδίδεται, σύμφωνα με οικονομολόγους, στον επαναπατρισμό κεφαλαίων από τους πολυεθνικούς Ομίλους των ΗΠΑ μετά τη φορολογική μεταρρύθμιση Τραμπ, στο επίκεντρο της οποίας ήταν η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 35% στο 21%.

Ο Τραμπ χρησιμοποιεί την απειλή των δασμών για να τιμωρήσει τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ και ειδικότερα την Κίνα, την Ευρώπη, τον Καναδά και το Μεξικό. Ισχυρίζεται ότι αυτές οι χώρες ευθύνονται για την απώλεια θέσεων εργασίας στην αμερικανική οικονομία, καθώς εισάγονται φθηνότερα αγαθά από αυτές. Βέβαια, ο Τραμπ και οι στενοί συνεργάτες του θεωρούν ότι ο εμπορικός πόλεμος τονώνει την αμερικανική οικονομία. Υποστηρίζουν ότι η επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης δεν συσχετίζεται με την εμπορική πολιτική του Λευκού Οίκου.