Με πρόφαση την αυξημένη κυκλοφοριακή κίνηση στους δρόμους των δύο μεγαλύτερων αστικών κέντρων της Αυστραλίας, Μελβούρνη και Σίδνεϊ, η κυβέρνηση Morrison ετοιμάζεται να μειώσει περαιτέρω τις εισροές μεταναστών στην Αυστραλία. Λίγο πριν ο πρωθυπουργός Scott Morrison, ταξιδέψει στην νησιωτική χώρα του Ειρηνικού, Τουβαλού, για να παραστεί στην Σύνοδο των χωρών μελών του οργανισμού Pacific Islands Forum (PIF), ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει μια έρευνα σχετικά με το μεταναστευτικό πρόγραμμα της Αυστραλίας.

Η έρευνα δεν ανοίγει μόνο την πόρτα σε περαιτέρω περικοπές του αριθμού των μεταναστών και δέχεται η Αυστραλία, αλλά και στη θέσπιση μέτρων για υποχρεωτική εγκατάσταση όσων έρχονται σε επαρχιακές περιοχές.

Τη συνολική αναθεώρηση του μεταναστευτικού προγράμματος, θα αναλάβει να διερευνήσει η διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή Μετανάστευσης, η οποία, συνήθως, εξετάζει τη λειτουργία των κέντρων κράτησης και τη νομοθεσία για τις βίζες, η οποία, επίσης, θα λάβει υπόψη της τις πιέσεις που οι μεταναστευτικές εισροές ασκούν στον πληθυσμό και τις υποδομές της χώρας.

Η ανακοίνωση για τη διεξαγωγή έρευνας έρχεται μια μέρα μετά την προειδοποίηση της Ανεξάρτητης Αρχής Υποδομών Αυστραλίας (Infrastructure Australia) ότι το κόστος της χαμένης παραγωγικότητας λόγω της κυκλοφοριακής συμφόρησης θα διπλασιαστεί φτάνοντας τα $38,8 δισ. μέχρι το 2031, εάν η κυβέρνηση δεν λάβει άμεσα μέτρα, και καθώς φαίνεται, αντί να επενδύσει σε περισσότερες υποδομές, η κυβέρνηση επιλέγει να «κλείσει» την πόρτα στους μετανάστες.

Τώρα όσον αφορά τον πληθυσμό της Αυστραλίας, αν οι μεταναστευτικές εισροές συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό, αυτός αναμένεται να αυξηθεί σχεδόν κατά 24% φτάνοντας τα 31,4 εκατομμύρια κατοίκους μέχρι το 2034, αναφέρεται, επίσης, στην έκθεση της Αρχής Υποδομών Αυστραλίας, με τους περισσότερους νέους κατοίκους της χώρας μας να εγκαθίστανται στο Σίδνεϊ ή τη Μελβούρνη.

Εντούτοις, παρά τη ρητορική της κυβέρνησης Συνασπισμού περί μείωσης του αριθμού μεταναστών που δέχεται η Αυστραλία -κάτι που είχε ανακοινώσει από τον Μάρτιο- από τα στοιχεία του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού του Απριλίου προκύπτει ότι ο συνολικός αριθμός των μεταναστών που θα δεχθεί η Αυστραλία κατά το παρόν οικονομικό έτος θα εκτιναχθεί στους 271.000 μετανάστες περίπου 50.000 περισσότερους από ό,τι προβλεπόταν στον προϋπολογισμό του 2018-2019.

Η κοινοβουλευτική έρευνα αναμένεται να δημιουργήσει ρήξεις μεταξύ των Υπουργείων Οικονομικών, Υποδομών και Εσωτερικών Υποθέσεων για την κατεύθυνση της μεταναστευτικής πολιτικής κατά τη δεύτερη θητεία της κυβέρνησης Morrison.

Το Υπουργείο Οικονομικών υποστηρίζει ένα μεγάλο πρόγραμμα μετανάστευσης, παρά την αντίσταση των άλλων Υπουργείων, με βασικό επιχείρημα ότι ο αυξημένος αριθμός μεταναστευτικών εισροών στην χώρα αυξάνει παράλληλα τα έσοδα από φόρους ενισχύοντας τα έσοδα του προϋπολογισμού, κάτι που στηρίζει την αναπτυξιακή τροχιά της αυστραλιανής οικονομίας και έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην επί 28 ετών τώρα οικονομικής της ανάπτυξης.

Κατά την έρευνα, τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής που προέρχονται από τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα, θα έχουν την δυνατότητα να διερευνήσουν το μεταναστευτικό πρόγραμμα της Αυστραλίας, τον αντίκτυπό του στις υποδομές, την ευρύτερη οικονομία καθώς και μεθόδους ενθάρρυνσης των νέων μεταναστών ώστε αυτοί να εγκαθίστανται σε επαρχιακές περιοχές της χώρας.

Αναμένεται ότι η έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής Infrastructure Australia θα αποτελέσει βασικό άξονα των διαβουλεύσεων, αφού η ρυθμιστική αρχή δήλωσε στην κυβέρνηση ότι θα πρέπει να αυξήσει τις δαπάνες για τις βασικές μεταφορές, δρόμους και άλλες υπηρεσίες για να διατηρήσει την ποιότητα ζωής σε ικανοποιητικά επίπεδα για τους κατοίκους της χώρας.

Από την πλευρά του τώρα, ο Morrison, προσπαθώντας να υποβαθμίσει την έκθεση της Infrastructure Australia, είπε ότι αυτή δεν λαμβάνει υπόψη της τα επιπλέον δισεκατομμύρια δολάρια που η κυβέρνηση δέσμευσε για την κατασκευή υποδομών στον προηγούμενο προϋπολογισμό.

«Είχαμε μια αύξηση άνω του 50% στα κονδύλια που δεσμευτήκαμε ότι θα επενδύσουμε για τις υποδομές και έχουμε θέσει σε εφαρμογή πρακτικές και πλαίσια διαχείρισης του πληθυσμού» δήλωσε ο πρωθυπουργός.

Ωστόσο, η έκθεση της Infrastructure Australia αναφέρει, ότι από τα έργα υποδομών που ανακοινώθηκαν τον Απρίλιο, ελάχιστα είναι αυτά που αφορούν άμεσα τις πολυσύχναστες οδικές αρτηρίες του Σίδνεϊ και της Μελβούρνης όπου και παρατηρείται η μεγαλύτερη κυκλοφοριακή κίνηση.

Από τα $7.3 δισ. επιπλέον δαπανών για έργα υποδομών στη Νέα Νότια Ουαλία που ανακοινώθηκαν στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, τα $3,5 δισ. προορίζονταν για τη σιδηροδρομική σύνδεση του δυτικού Σίδνεϊ και $1.6 δισ. για την επέκταση της οδικής αρτηρίας M1 στο ύψος της περιοχής Raymond Terrace.

Κανένα από τα έργα δεν αφορά τους πιο πολυσύχναστους δρόμους στο Σίδνεϊ.

Από τα $6,2 δισ. επιπλέον δαπανών που ανακοινώθηκαν για τη Βικτώρια στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, τα $2 δισ. αφορούν το έργο κατασκευής σιδηροδρομικής γραμμής ταχείας κυκλοφορίας Geelong- Μελβούρνης, το οποίο δεν θα ξεκινήσει πριν το οικονομικό έτος 2023-2024.

Άλλα $360 εκατ. προορίζονται για κατασκευή οδικής αρτηρίας που θα ενώνει τις επαρχιακές πόλεις της δυτικής Βικτώριας Ararat με Stawell, $208 εκατ. δολάρια για την κατασκευή παρακαμπτήριας οδικής αρτηρίας στο Shepparton και $300 εκατ. για την συντήρηση δρόμων στην περιοχή Dandenong Ranges.

Ο Morrison αναφέρθηκε στους 30 χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων σε όλη τη Μελβούρνη που υποσχέθηκε η κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του Μαΐου ως απόδειξη των προσπαθειών της κυβέρνησης του Συνασπισμού για την καταπολέμηση της κυκλοφοριακής συμφόρησης. Εντούτοις, σχεδόν κανένας από τους χώρους στάθμευσης που χρηματοδοτεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν βρίσκεται σε περιοχές που η Αρχή Infrastructure Australia προσδιόρισε ως περιοχές που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα κυκλοφοριακής συμφόρησης. Ωστόσο, οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονται σε εκλογικές έδρες που η κυβέρνηση προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να συγκρατήσει στην εκλογική αναμέτρηση του Μαΐου και βρίσκονταν στα νοτιοανατολικά της Μελβούρνης.