«Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποκτήσει τίποτα αν φοβάται τον θάνατο. Αλλά σε αυτόν που δεν φοβάται, ανήκουν όλα. Αν δεν υπήρχε καμία ταλαιπωρία στη ζωή, ο άνθρωπος δεν θα γνώριζε τα όριά του και, κατ’ επέκταση, ούτε τον εαυτό του».

Ο Τάσος Γαλάνης ήταν ένας άνθρωπος που δεν φοβόταν τον θάνατο. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν φοβήθηκε ποτέ τις μάχες της ζωής και τις έδωσε όλες με πάθος και αποφασιστικότητα. Οι δρόμοι μας διασταυρώθηκαν πριν από πολλά χρόνια. Με μουσική στο υπόβαθρο και τον Τάσο τον «φωνακλά» προσπαθεί να με βάλει στο κέφι σε ένα ραδιοφωνικό στούντιο. Πάντα τα κατάφερνε. Το «κόλπο» του δεν δούλευε μόνο σε μένα, δούλεψε και στην πλειοψηφία της παροικίας της Μελβούρνης.

Αυτή του η επιτυχία, το «κόλπο» δηλαδή ήταν απλό. Ωστόσο, σπανίζει στις μέρες μας. Ο Τάσος ήξερε να μοιράζεται τη δική του αγάπη για τη μουσική και το «κέφι» του για τη ζωή με αυτούς που άκουγαν τη μουσική του είτε μέσα από τα ερτζιανά είτε όταν είχε τη μουσική επιμέλεια εκδηλώσεων, με τον πιο αυθόρμητο και ειλικρινή τρόπο. Ο «φωνακλάς» μοιραζόταν το πάθος του για τη μουσική και τη ζωή απλόχερα.

«Βούλιαξα με το που έμαθα για τον θάνατό του» μου είπε ο φίλος του και συνεργάτης του στην Σαββατιάτικη εκπομπή του 3ΧΥ, Αγγελής Καλοδούκας.

Με την αγαπημένη του Ρίτα

«Κάθε εκπομπή με τον Τάσο ήταν για μένα τονωτική ένεση. Η παρουσία του, ο αυθορμητισμός του, ο δυναμισμός του και ο φιλοσοφικός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπιζε τη ζωή θα μου λείψουν όσο δεν μπορείς να φανταστείς» πρόσθεσε συντετριμμένος ο Αγγελής λέγοντας ότι ο Τάσος αγάπησε την παροικία αλλά και αυτή τον αγάπησε.

Το «καλό παιδί γιατί ο Τάσος παρέμενε μέχρι τα 65 του χρόνια ένα παιδί» όπως είπε ο Αγγελής, ήταν άνθρωπος με ευγενικά αισθήματα. «Βοήθησε πολλούς ανθρώπους» προσθέτει ο φίλος του.

Ο Τάσος γεννήθηκε στο Βλόχο της Καρδίτσας. Έφυγε από το χωριό του που αγαπούσε τόσο πολύ σε ηλικία μόλις 14 ετών. «Φτώχεια Ευγενία, πολύ φτώχεια» μου έλεγε όταν μιλούσαμε για εκείνες τις μέρες και προσπαθώντας να αφήσει στο παρελθόν τις δύσκολες στιγμές που πέρασε, άρχιζε να μου μιλά για τα τσιπουράκια και τα «μεζεκλίκια» του χωριού του, ως κλασσικός μερακλής που ήταν.

«Τη φτώχεια που έζησε και δεν την ξέχασε ποτέ. ‘Καταραμένη φτώχεια’ έλεγε. Το είχε παράπονο που η φτώχεια του στέρησε την ευκαιρία να μορφωθεί. Μου έλεγε ιστορίες από εκείνες τις μέρες όταν έφυγε από το χωριό του και πήγε στην Αθήνα. Ήθελε να μάθει μία τέχνη να γλιτώσει από την φτώχια. Γράφτηκε στη ΜΟΜΑ, την στρατιωτική υπηρεσία για να μάθει την τέχνη του μηχανικού. Η φτώχεια τον κυνηγούσε και εκεί. Θυμόταν ιστορίες και μου τις έλεγε όπως μία φορά που είχε αγοράσει τρία αυγά και λίγο ψωμί για να φάει γιατί δεν είχε χρήματα για τίποτε άλλο και του τα έκλεψαν. Ήταν όμως άνθρωπος θαρραλέος που πολεμούσε για το δίκιο του. Τότε έφτασε μέχρι το διοικητή της ΜΟΜΑ για να το βρει. Όπως τότε έτσι και τώρα και για όσο καιρό τον γνώριζα πάντα έτσι ήταν. Σταθερή ποιότητα» λέει ο Αγγελής.

Έφηβος ήρθε στην Αυστραλία ο Τάσος και έφηβος παντρεύτηκε την αγαπημένη του Ρίτα. Άλλη μια απόδειξη και αυτή της αποφασιστικότητας και εντιμότητάς του.

Δούλεψε σε εργοστάσια, έκανε ακόμα και παγωτατζής. Έκανε ό,τι χρειαζόταν για να ζήσει την οικογένειά του και το έκανε με το παραπάνω.

Πριν από 25 χρόνια και βάλε άρχισε να κάνει αυτό που λάτρευε πάντα, να παίζει μουσική και να βλέπει τον κόσμο να διασκεδάζει. Τότε άρχισε και την καριέρα του στο ραδιόφωνο. Ο «φωνακλάς» Τάσος αμέσως αγαπήθηκε από το κοινό του. Απέκτησε πιστούς ακροατές και φίλους μέσα από το ραδιόφωνο, φίλους που με το που ο Τάσος έλεγε καλημέρα έσπαγαν τα τηλέφωνα να του ζητήσουν τραγούδια, να του πουν τον πόνο τους, να μοιραστούν μαζί του τις χαρές του. Η αγάπη του για τους ακροατές του ήταν τόσο μεγάλη που ακόμα και τις μέρες που ο υπόλοιπος κόσμος, η μέρα της Λαμπρής ή των Χριστουγέννων εκείνος όχι επειδή δεν ήθελε να βρίσκεται με την οικογένειά του αλλά επειδή ήθελε να διασκεδάσει τους ακροατές του, έκανε εκπομπή στο ραδιόφωνο.

Μας άφησε σε ηλικία 65 ετών και χτυπημένος από την επάρατο.

«Δεν ήθελε να μιλά για την αρρώστια του. Δεν μαρτυρούσε τον Γολγοθά που πέρασε. Έδωσε τη μάχη του με αξιοπρέπεια και περηφάνια» λέει ο Αγγελής.
Ο Τάσος αφήνει στην γυναίκα του Ρίτα και τα τρία του παιδιά την σημαντικότερη παρακαταθήκη που μπορεί να αφήσει ένας σύζυγος και πατέρας. Αναμνήσεις και εμπειρίες μία ζωής που έζησε είτε ε προσωπικό είτε σε επαγγελματικό επίπεδο με ακεραιότητα και δυναμισμό.

Ο «Νέος Κόσμος» εκφράζει τα θερμά συλλυπητήρια στην σύζυγο του, τα παιδιά τους και τους οικείους του.

Θα λείψεις από πολλούς Τάσο. Αιωνία σου η μνήμη.