Ηλίας Ρέντζης – Από τους λίγους που κουβάλησαν την ευθύνη για μια ανθρώπινη και κοινωνικότερη παρουσία των Ελλήνων στα δύσκολα χρόνια της μεταπολεμικής μετανάστευσης

Η συνέχεια θα γραφτεί από τους τότε μαθητές, γονείς σήμερα που έζησαν την χρυσή εποχή του Brunswick


«’Οταν τό πλῆθος πρός τό κοινόν πολιτεύηται συμφέρον, πολιτεία καλεῖται», μας διδάσκει ο μέγας διδάσκαλος Αριστοτέλης. Που σημαίνει για να έχει κάποιος δικαίωμα να φέρει τον τίτλο του πολίτη και να λογίζεται οργανικό μέλος μιας κοινωνίας, πρέπει τα ενδιαφέροντά του να μην στρέφονται αποκλειστικά γύρω από το ατομικό του συμφέρον, αλλά να επεκτείνονται ευρύτερα μέσα στον κύκλο της ολότητας.

Καλεσμένος σήμερα, ο αγαπητός κ. Ηλίας Ρέντζης, με πολύπτυχη παροικιακή δράση και πολυσχιδές έργο, τα οποία σημάδευσαν την κοινή ζωή της παροικίας μας για πολλές δεκαετίες. «Αν η Κοινότητα του Brunswick, πρωτοστάτησε και μεγαλούργησε για πάνω από 30 χρόνια στον παροικιακό χώρο, δεν οφείλεται μόνο σε μένα. Είναι το αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, συνεργασίας και εμπιστοσύνης, μιας ομάδας φλογερών πατριωτών με όραμα τη δημιουργία μιας μικρής Ελλάδας στους Αντίποδες», διευκρινίζει.

Πώς βρήκατε τον Ελληνισμό όταν ρίξατε άγκυρα στο Brunswick;

Προηγήθηκε ο ερχομός του πατέρα μου Γιάννη και του αδελφού μου Αντώνη το 1949, μετά από πρόσκληση τριών Αυστραλών, στρατιώτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τους οποίους τροφοδοτούσαμε και προστατεύαμε από τους Γερμανο-Ιταλούς στο διάστημα της κατοχής στο χωριό μας Ποταμιά της Σπάρτης. Αφού τακτοποιήθηκαν, ο πατέρας αγόρασε σπίτι επί της Blyth Street στο Brunswick, που είχε 5 δωμάτια. Κάθε δωμάτιο ένα ανδρόγυνο και τα παιδιά μαζί τους.
Ακολούθησαν οι αδελφές μου Αναστασία και Στέλλα. και έξι χρόνια μετά και αφού τελείωσα την τριετή στρατιωτική μου θητεία με βαθμό ανθυπολοχαγού, ακολούθησα μαζί με την μητέρα μου Βασιλική και την αδελφή μου Αμαλία. Ήταν 3 του Μάρτη 1955, όταν το υπερωκεάνιο «Aroza Star», έριξε άγκυρα στο λιμάνι της Μελβούρνης. Η πρώτη εντύπωση, θυμάμαι, ήταν απογοητευτική. Διαπίστωσα ότι οι λίγοι τότε Έλληνες, ήταν συσπειρωμένοι σε γειτονιές των εσωτερικών προαστίων.

Πιστεύω ότι οι περισσότεροι Λάκωνες, είχαν εγκατασταθεί στο Brunswick λόγω του πατέρα μου και του αδελφού μου, οι οποίοι τους βοηθούσαν με διερμηνείες σε εργοστάσια, νοσοκομεία κλπ. Οι ανάγκες τότε ήταν πολλές και το άνοιγμα, όπως γνωρίζετε, στο αγγλοσαξονικό σύστημα δύσκολο.

Οπότε από την πρώτη στιγμή, συνειδητοποίησα ότι για να κρατηθούμε, έπρεπε να οργανωθούμε! Νέος με πολλά όνειρα, ανασκουμπώθηκα και έθεσα υπεράνω όλων τον αγώνα για να την πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια.

Οφείλω να προσθέσω ότι στην μεγάλη μας προσπάθεια είχαμε συμπαραστάτη και αρωγό τον μέγα φιλέλληνα, αείμνηστο Les Drew.

Πώς δημιουργήθηκε το πρώτο απογευματινό σχολείο;

Το μόνο σχολείο ήταν αυτό της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας που στεγαζόταν στο Bourke Street στο σίτι. Ζήτησα βοήθεια από το Διοικητικό Συμβούλιο για παράρτημα στο Brunswick και μου αρνήθηκαν. Στην επιμονή μου οι κάτοικοι της περιοχής μού ανέθεσαν την οργάνωση. Σημειώστε ότι ήταν το πρώτο ελληνικό σχολείο μετά της Κοινότητας, το οποίο ξεκίνησε με 100 μαθητές! Εδώ θέλω να αναφέρω την αφοσίωση της πρώτης πτυχιούχου δασκάλας κ. Χριστίνας Κολοκοτρώνη, η οποία βοήθησε στην οργάνωση του σχολείου και πληρώθηκε μόνο όταν τα οικονομικά της Κοινότητας το επέτρεψαν.

Πότε κτίστηκε η εκκλησία του Αγίου Βασιλείου;

Πρόβλημα είχαμε και με τον εκκλησιασμό. Έπρεπε να πηγαίνουμε στον Ευαγγελισμό, επί της Victoria Parade στο East Melbourne. Στην εποχή όμως για την οποία μιλάμε, λίγοι ήταν εκείνοι που διέθεταν αυτοκίνητο. Οπότε με τους συνεργάτες μου, χτυπήσαμε πόρτες ζητώντας οικονομική βοήθεια. Στο μεταξύ, είχαμε αγοράσει ένα παλιό σπίτι επί της 15 Staley Street στο Brunswick, το οποίο γκρεμίσαμε. Επιτέλους, το όνειρο άρχισε να γίνεται πραγματικότητα. Βρήκαμε εργολάβο, ετοιμάστηκαν τα σχέδια και το 1962 έγιναν τα εγκαίνια. Πρώτος ιερέας ήταν ο αρχιμανδρίτης Δαμιανός Καραβάνατζης. Και φυσικά δημιουργήσαμε Τμήμα Κυριών και Δεσποινίδων, Κατηχητικό και Σύστημα Προσκόπων.

Μήπως φτάσαμε στην εποχή που ωρίμασε η ιδέα ίδρυσης Ημερησίου Δημοτικού και Γυμνασίου;

Το Brunswick και οι γύρω περιοχές, ήταν από τις πιο ελληνόφωνες. Στο μεταξύ, είχαμε αγοράσει ακόμα ένα διώροφο δίπλα στην εκκλησία, το οποίο γκρεμίσαμε και στη θέση του κτίσαμε το σχολικό κτιριακό συγκρότημα σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Υπουργείου Παιδείας. Στις άνετες αίθουσες στεγάστηκε το Brunswick Grammar School. Σε μια εποχή είχαμε 1000 μαθητές στο Δημοτικό και 400 στο Γυμνάσιο! Με την ευκαιρία θα ήθελα να απευθύνω τις θερμές μου ευχαριστίες στους εκπαιδευτικούς που εργάστηκαν κατά καιρούς και ιδιαίτερα στον διευθυντή, καθηγητή κ. Αναστάσιο Τάμη.

Σε κάποια στιγμή όμως επήλθε η διάλυση του σχολείου…

Πιστεύω ότι η κυριότερη αιτία ήταν το οικονομικό, που σιγά-σιγά οδήγησε σε αδιέξοδο. Υπήρχαν όμως και άλλες αιτίες που δεν είναι του παρόντος. Είναι ένα κεφάλαιο που δεν θέλω να θυμάμαι. Λέω μόνο τούτο και κλείνω: Η Αρχιεπισκοπή δεν είχε καλές σχέσεις με την Κοινότητά μας.

Για το βιβλίο «30 Χρόνια Ελληνικής Κοινότητας Μπράνσγουικ» του Αλέκου Αγγελίδη και Τάκη Ευστρατιάδη, θέλετε να κάνετε κάποιο σχόλιο;

Γνωρίζω για το βιβλίο και, ναι, περιέχει ιστορικά στοιχεία της Κοινότητας. Ωστόσο δεν ρωτήθηκα. Και γι’ αυτόν το λόγο, δεν προτίθεμαι να το σχολιάσω.

Ποια είναι η συμμετοχή σας στην ΑΧΕΠΑ;

Από το 1995 μαζί με τη σύζυγό μου Βούλα, είμαστε μέλη της ΑΧΕΠΑ. Μάλιστα, πρωτοστάτησα στην ίδρυση του Τμήματος «Αριστοτέλης» και στην ανάπτυξη της ιδέας ίδρυσης του ελληνικού σχολείου του Οργανισμού, που στεγάζεται στο Ivanhoe Girls Grammar. Αισθάνομαι υπερήφανος που λειτουργεί με επιτυχία.

Διαβάζοντας το βιογραφικό σας, βλέπω στα 53 χρόνια, μεταξύ άλλων, ότι υπήρξατε ιδρυτικό στέλεχος της Πανπελοποννησιακής Αδελφότητας «Πέλωψ», εθελοντική εργασία στον Ερυθρό Σταυρό, μέλος αμέτρητων Επιτροπών, όπως στον έρανο για τα Νεοελληνικά, του Ελληνικού Παραρτήματος RSL, συμμετοχή στην αδελφοποίηση Μελβούρνης – Σπάρτης, ιδρυτικό στέλεχος μαζί με τον κ. Νίκο Βουρνάζο του Hellenic Rye, για να αναφέρουμε μερικά. Είχατε καθόλου χρόνο για την κυρία Βούλα και τα παιδιά σας;

Λένε ότι πίσω από έναν δυναμικό άνδρα κρύβεται μια εξίσου δυναμική γυναίκα. Είναι αλήθεια ότι δόθηκα ψυχή τε και πνεύματι στον αγώνα για τα κοινά. Δυστυχώς (;) πολλοί οι κόποι και οι θυσίες από την προσωπική μου ζωή. Η οικογένεια είχε δεύτερη θέση. Ωστόσο, όλα αυτά τα χρόνια, είχα σύντροφο και συνοδοιπόρο, την αγαπημένη μου σύζυγο. Στάθηκε βράχος δίπλα στα παιδιά και διεκπεραίωνε στο ακέραιο τις οικογενειακές μας υποχρεώσεις. Πολλές φορές αισθάνομαι τύψεις γιατί έχασα μοναδικές οικογενειακές στιγμές. Αισθάνομαι άσχημα, γιατί δεν ήμουν παρών. Όμως η Βούλα ήταν εκεί και για τους δυο μας. Αυτό το κομμάτι ας το αφήσουμε στην Ιστορία. Αυτή θα μας κρίνει.

Αισθάνεστε πικρία και απογοήτευση για τα χρόνια που διαθέσατε στα κοινά ή αποχωρήσατε με αίσθημα ικανοποίησης;

Ακούστηκαν πολλά και ειπώθηκαν άλλα τόσα. Πλούτη δεν απέκτησα ούτε και με ενδιέφεραν. Πλούτος για μένα είναι η αγαπημένη μου γυναίκα, ο φύλακας άγγελός μου, η γραμματέας μου, τα τρία παιδιά και τα πέντε εγγόνια μας. Αυτά είναι τα πλούτη μου. Αισθάνομαι επίσης υπερήφανος που το 1998, ο Δήμος τίμησε με ειδική πλακέτα στο Spartan Place Brunswick, τον πατέρα μου, ως αναγνώριση του κοινωνικού του έργου, στην ευρύτερη περιοχή. Κλείνω τα μάτια και φέρνω μπροστά μου εικόνες από τις σχολικές γιορτές και τις χορευτικές ομάδες με δασκάλα την μοναδική Μαρία Κουρμαδιά και ησυχάζω.

Με την ευκαιρία που μού δίνει η εφημερίδα σας, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους συνεργάτες μου και αν στεναχώρησα κάποιον, ζητώ ταπεινά συγγνώμη. Η συνέχεια θα γραφτεί από τους τότε μαθητές, γονείς σήμερα που έζησαν την χρυσή εποχή του Brunswick.

Ως επίλογο παραθέτω σχόλιο του καθηγητή Αναστασίου Τάμη («Νέος Κόσμος», 27/6/2016).

… Χωρίς μεσαία αστική τάξη, η κοινωνία της εποχής κανονικά έπρεπε να γονατίσει, χωρίς κοινωνική ραχοκοκαλιά έπρεπε να σέρνεται. Ωστόσο, το κενό κάλυψε η αυταπάρνηση, η θυσία και το πάθος για αγώνα ορισμένων Ελλήνων, που είχαν μια σχετική μόρφωση. Αυτοί ήταν οι ελάχιστοι της λεγόμενης μεσαίας αστικής τάξης, που έλαβαν πάνω τους και κουβάλησαν την ευθύνη για μια ανθρώπινη και κοινωνικότερη παρουσία των Ελλήνων μεταναστών στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Όπως ο μέχρι προχθές Αλφρέδος Κουρής, αλλά και ο Λεωνίδας Αργυρόπουλος, ο Ηλίας Ρέντζης, ο Τάκης Ευστρατιάδης, ο Γιώργος Ζάγκαλης (για να αναφέρω μερικούς) και ορισμένοι ελάχιστοι άλλοι που ευτυχώς ακόμη επιβιώνουν, για να μάς θυμίζουν τους ασυμβίβαστους αγώνες για διατήρηση της εθνογλωσσικής ταυτότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.