Τα «καραβάνια» των Ελλήνων μεταναστών που κατευθύνονται προς την Αυστραλία αποδεικνύονται, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της πρεσβείας της Αυστραλίας στην Αθήνα, αστικός μύθος αλλά η παροικία μας μεγαλώνει σε όγκο, αν και αυτό δεν φαίνεται από τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής.

H Πρεσβεία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, εξέδωσε 26 βίζες για επαγγελματική μετανάστευση από τον Ιούλιο του 2011 έως τον Απρίλιο του 2012 και αντίστοιχα 253 βίζες για οικογενειακή μετανάστευση. Τέλος, 442 είναι οι φοιτητές ελληνικής υπηκοότητας που σπουδάζουν στη Αυστραλία.

Συνολικά, δηλαδή, μετανάστευσαν 721 Έλληνες στην Αυστραλία στους εννέα μήνες από τον Ιούνιο του 2011 έως τον Απρίλιο του 2012.

Βέβαια, ο αριθμός αυτός είναι πολλαπλάσιος των προηγούμενων χρόνων. Και στον αριθμό αυτό δεν υπολογίζονται οι ομογενείς, κάτοχοι αυστραλιανών διαβατηρίων που επέστρεψαν στην Αυστραλία από την Ελλάδα (και υπολογίζονται σε μερικές χιλιάδες) ούτε, φυσικά, όσοι έρχονται για τουρισμό.

Στο μεταξύ, προβληματισμό δημιουργούν τα πρώτα αποτελέσματα της Απογραφής Πληθυσμού 2011, που αναδεικνύουν μείωση των νόμιμων κατοίκων της Ελλάδας κατά 300.000 περίπου άτομα. Μολονότι δεν έχουν δημοσιοποιηθεί ακόμη τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού, όπως και η φυσική κίνησή του κατά το 2011, πολλοί συνδέουν τη νέα ανθρωπογεωγραφία με την οικονομική κρίση.

Το πρώτο καμπανάκι «χτυπάει» στα μαιευτήρια, όπου παρατηρείται μείωση γεννήσεων της τάξεως του 15%. Η εν λόγω τάση γίνεται αισθητή και από την πτώση των γάμων. Είναι ενδεικτικό ότι ο δείκτης γαμηλιότητας, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, από 9 γάμους ανά 1.000 κατοίκους το 1960, πήγε 7,3 τη δεκαετία του 1980 και το 2009 έφθασε τους 5,3 γάμους. Για τις γεννήσεις, έπειτα από μια σταδιακή αύξηση κατά τα χρόνια της ευημερίας, με αποκορύφωμα το 2008 (ετήσιες γεννήσεις 118.302) έχει ξεκινήσει η ελεύθερη «πτώση». Σε αυτό, όπως και στην εν γένει μείωση του πληθυσμού, έχει συμβάλει μετά βεβαιότητας, πέρα από την αναβολή της τεκνοποιίας εκ μέρους των Ελληνίδων λόγω οικονομικής στενότητας, η παλιννόστηση πολλών μεταναστών. Το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα εμφανές στους Αλβανούς, που επιστρέφουν μαζικά στην πατρίδα τους. Πρόσφατες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 100.000 άτομα, αριθμός που αναμένεται να επιβεβαιωθεί με την έναρξη της σχολικής χρονιάς.

Παράλληλα, σημειώνεται σημαντική «διαρροή» πληθυσμού νέων και ανέργων. Πόλοι έλξης των νέων Ελλήνων είναι οι χώρες της Ε. Ε. με «δυνατή» οικονομία, όπως και ο Καναδάς και η Αυστραλία. «Μερίδα» του λέοντος των πτυχιούχων καταλήγει κατά τα φαινόμενα στη Γερμανία, όπου εκτιμάται ότι το 2010 μετανάστευσαν 5.000 άτομα, το 2011 αυξήθηκαν στα 9.000 και φέτος μέχρι τον Ιούνιο οι Έλληνες μετανάστες έφθασαν τους 15.000. Σύμφωνα με τη γερμανική στατιστική υπηρεσία, το κύμα μετανάστευσης από την Ελλάδα αυξήθηκε κατά 90% το 2011 και γίνεται λόγος για συνολικά 23.800 νεομετανάστες. Η αντίστοιχη άνοδος από την έτερη χώρα του Νότου, που μαστίζεται από την οικονομική κρίση, την Ισπανία, εκτιμάται στο 52%.

Προς Δυσμάς κοιτάζουν και οι απόφοιτοι Λυκείου, με το ενδιαφέρον για σπουδές στην Ευρώπη να έχει αυξηθεί κατά 162% το 2012 έναντι του 2011 (www. studyportals. eu), ενώ όλο και περισσότεροι συμπληρώνουν το ευρωπαϊκό βιογραφικό, προκειμένου να αποκατασταθούν επαγγελματικά στο εξωτερικό: μέχρι και τον Ιούνιο το συμπλήρωσαν 71.638 άτομα που ζουν στην Ελλάδα και 97.616 Έλληνες υπήκοοι που ζουν ανά την υφήλιο. Από τους πτυχιούχους, την πρωτιά έχουν οι Έλληνες γιατροί, που μόνο στη Γερμανία είναι πλέον 6.000, συστήνοντας τη δεύτερη πολυπληθέστερη εθνική ομάδα μετά τους Αυστριακούς. Υπολογίζεται ότι κάθε μέρα δύο γιατροί εγκαταλείπουν τη χώρα μας έχοντας προορισμό τα νοσοκομεία της Σουηδίας, της Γερμανίας, της Μ. Βρετανίας κ. ά. Εκτιμάται, ότι πέρυσι οι μετανάστες γιατροί έφθασαν τους 627, ενώ το 2010 ήταν 539. Στη λίστα των νεομεταναστών ακολουθούν οι μηχανικοί, πυξίδα των οποίων αποτελούν τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ακόμα και στην Αφρική ή τη Μέση Ανατολή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Κατάρ, όπου οι ετοιμασίες για τη διοργάνωση του Μουντιάλ του 2022 είναι πυρετώδεις.