Η ΕΚΡΗΞΗ είναι πάντα στιγμιαία και με ολέθριες επιπτώσεις. Γι’ αυτό κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει την έκβαση των γεγονότων. Ωστόσο είναι ξεκάθαρο πως ο φανατισμός εντείνεται, για την ώρα, απ’ όλες τις πλευρές. Κι είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικό ότι η τάξη επιβάλλεται στην Ελλάδα μέσα από πρακτικές διαπόμπευσης που χρήζουν ψυχιατρικής ανάλυσης. Αναφέρομαι σε συγκεκριμένα άτομα των ΜΑΤ που ξεγύμνωσαν σε δημόσια θέα 25χρονο, στα επεισόδια που σημειώθηκαν στα Εξάρχεια, μετά την πορεία μνήμης για τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο ανήμερα του Αγίου Νικολάου. Μάρτυρας της ειδεχθούς αυτής πράξης η φωτογραφία της Τατιάνα Μπόλαρη (Eurokinissi).

Σε μία Ελλάδα παρηκμασμένη από τη ψευτοδιαχείρηση ενός πολιτικού κατεστημένου επί δεκαετίες, οικονομικώς υποθηκευμένη, δημογραφικώς φυλλορροούσα, το τελευταίο που θα θέλαμε είναι πρακτικές και εικόνες σας κι αυτές να εφορμούν στην καθημερινότητα μας. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, παρατηρείται πως ο διχασμός καλλιεργείται και μέσω αποφάσεων από τους ίδιους τους θεσμούς. Χωρίς να υπάρχει μία λογική συνέχεια του κράτους.

Έχουμε λοιπόν μία (;) δικαιοσύνη που οδηγεί ανθρώπους στη φυλακή επί ΣΥΡΙΖΑ και μία (;) δικαιοσύνη που τους ελευθερώνει επί Νέας Δημοκρατίας. Και εύλογα αναρωτιέται κανείς τι επιτέλους ισχύει σε αυτόν τον τόπο και επάνω σε ποιες σταθερές ένας νέος άνθρωπος μπορεί να οραματιστεί, να πορευτεί και να δημιουργήσει εντός συνόρων. Είμαστε τόσο κακοί λοιπόν ως άνθρωποι που τελικώς όλες οι μορφές εξουσίας αντί να λειτουργούν κοινωφελώς απλά και μόνον εξυπηρετούν έναν ελιτισμό της δημόσιας ζωής; Έναν ελιτισμό που φαίνεται πως πέρασε απότομα από το τσαρούχι στις Porsche Cayenne και δυσκολεύεται να κατανοήσει ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα και ό,τι συσχετίζεται με τις αγωνίες των απλών πολιτών.

Ας ανατρέξουμε και πάλι στους νεκρούς. Ο λόγος επ’ ουδενί είναι η παρελθοντολογία, το άλλοθι για την παρούσα παρακμή μας, η στείρα καυχησιολογία για να ξεγλιστρούμε ψευδώς από την ανεπάρκεια μας ως λαός στα κοινά. Απλώς από κάπου πρέπει να πιαστούμε για να σταθούμε όρθιοι. Μας λείπουνε οι πράξεις μέσα από τα σωστά παραδείγματα. Ο λιτός βίος του Ιωάννη Καποδίστρια (1776 – 1831), καθώς δεν δέχονταν να λάβει τον μισθό του που χάριζε στο Δημόσιο Ταμείο. Ο Καποδίστριας επιπλέον είχε υποθηκεύσει όλη την οικογενειακή περιουσία του στην Κέρκυρα. Με το δάνειο που έλαβε αγόραζε τρόφιμα από την Ιταλία. Έτσι κατάφερε να θρέψει πλήθος από χήρες και ορφανά.

Χρειαζόμαστε λίγο από το φως του Χαρίλαου Τρικούπη (1832 – 1896). Αυτό το φως του γραφείου του που δεν έσβηνε ποτέ, καθώς ξενυχτούσε δουλεύοντας. Ο ίδιος μπήκε στην πολιτική με πέντε ακίνητα και βγήκε από την πολιτική με τρία ακίνητα. Πολλές φορές αφιέρωνε τον χρόνο του σε προσωπικές ακροάσεις, συζητώντας με καθημερινούς ανθρώπους, για να μην αποκόπτεται από την κοινωνία χαμένος μέσα στον κυκεώνα υποχρεώσεων. Ο Συγγρός τον θεωρούσε αναντικατάστατο, ανέφερε χαρακτηριστικά “δεν κοιμάται ποτέ σας λέω!”

Ο Νικόλαος Πλαστήρας (1883-1953 ) που αρνούνταν πεισματικά στον αδελφό του να χρησιμοποιεί το επώνυμο της οικογενείας τους για ανεύρεση εργασίας. Ενώ προσέφερε «σιωπηλώς» τον μισθό του σε ορφανά παιδιά και άπορους. Ο Πλαστήρας πέθανε κυριολεκτικά στην ψάθα. Την περιουσία του συνόψιζαν τα παράσημα από τις στρατιωτικές του υπηρεσίες, 10 δολάρια, 216 δραχμές και ένα σιδερένιο κρεβάτι εκστρατείας. Το κουστούμι της κηδείας του ήταν προσφορά ενός φίλου του.

Συνώνυμο των σημερινών μορφών εξουσίας η ύβρις -έννοια που θέλει να ξεπερνάται το μέτρο- και η εξυπηρέτηση ατομικών συμπεριφορών ή συμφερόντων. Εξού και η εξαγρίωση του κόσμου. Η ερήμωση του τόπου μας. Και δυστυχώς τίποτα δε μοιάζει πρόσκαιρο και τίποτα θεσμικό. Επιβάλλεται λοιπόν τουλάχιστον η δικαιοσύνη, να δείξει ένα πρόσωπο που θα οδηγήσει στην παύση της όποιας διαπόμπευσης πολίτη, ακόμη και εγκληματία, με την αφαίρεση ρούχων σε δημόσιο ή μη δημόσιο χώρο. Η απογύμνωση και ο εξευτελισμός μάλλον στρέφονται κατά των μεθόδων συγκεκριμένων ατόμων των ΜΑΤ, οι οποίοι απεικονίζονται στη φωτογραφία, παρά στο ίδιο το θύμα. Δευτερεύοντα ρόλο παίζει πια το εάν ο πολίτης αυτός βρέθηκε στο σημείο ως θύτης.