Οι ελληνικές εξαγωγές προϊόντων γιαουρτιού (ΚΣΟ 040310) προς την Αυστραλία από το 2010 έως το 2018 ήταν εξαιρετικά περιορισμένες. Συγκεκριμένα, παρατηρείται κάποια εξαγωγική κίνηση κατά το διάστημα 2011-2015, με υψηλότερη ετήσια επίδοση το 2013, όπου πραγματοποιήθηκαν εξαγωγές ύψους 80,5 χιλιάδων ευρώ, ενώ από το 2016 και έπειτα οι εξαγωγές μηδενίζονται.

Αυτό συμβαίνει διότι η Ελλάδα εντάχθηκε, στις 25.06.2015, στον κατάλογο χωρών με κρούσματα οζώδους δερματίτιδας τον οποίο τηρεί το Υπουργείο Γεωργίας της Αυστραλίας, με αποτέλεσμα την επιβολή απαγόρευσης στις εισαγωγές γαλακτοκομικών (πλην του τυριού από παστεριωμένο γάλα και του βουτύρου).

Επισημαίνεται ότι, κατά το διάστημα 2010-2018, οι συνολικές ευρωπαϊκές εξαγωγές στον ίδιο δασμολογικό κωδικό ήταν ασήμαντες (ορισμένες χιλιάδες ή δεκάδες χιλιάδες ευρώ κατ’ έτος).

Κτηνιατρικές Προδιαγραφές

Σύμφωνα με γραπτή ενημέρωση από το Υπουργείο Γεωργίας της Αυστραλίας, η εισαγωγή γιαουρτιού από την Ελλάδα στην Αυστραλία συνεχίζει να απαγορεύεται, διότι η Ελλάδα δεν αναγνωρίζεται ακόμη από την Αυστραλία ως περιοχή ελεύθερη από την ασθένεια της οζώδους δερματίτιδας (Lumpy Skin Disease) και την ασθένεια της ευλογιάς των αιγοπροβάτων (goat and sheep pox).

Επισημαίνεται ότι η εισαγωγή τυριού και βουτύρου από την Ελλάδα παραμένει δυνατή καθόλο το εξεταζόμενο διάστημα. Επιπλέον επιτρέπεται η εισαγωγή άλλων προϊόντων με συστατικά γαλακτοκομικής προέλευσης σε ποσοστό κατώτερο του 10%, εφόσον τα γαλακτοκομικά συστατικά έχουν υποστεί αποστείρωση ή τυροκομική επεξεργασία.

Η εισαγωγή αιγοπρόβειων γαλακτοκομικών προϊόντων (συμπεριλαμβανομένου του γιαουρτιού) από την Ελλάδα στην Αυστραλία θα είναι εφικτή όταν η Ελλάδα περιληφθεί στον κατάλογο του Υπουργείου Γεωργίας της Αυστραλίας ως χώρα ελεύθερη από αφθώδη πυρετό και ευλογιά των αιγοπροβάτων.

Για την εισαγωγή αγελαδινών γαλακτοκομικών προϊόντων (συμπεριλαμβανομένου του γιαουρτιού) από την Ελλάδα στην Αυστραλία θα πρέπει η Ελλάδα να αναγνωριστεί από τις αυστραλιανές αρχές ως περιοχή ελεύθερη από την ασθένεια της οζώδους δερματίτιδας.

Άλλα εμπόδια στην πρόσβαση

Η αγορά της Αυστραλίας παρουσιάζει ιδιαιτερότητες και προκλήσεις για το ελληνικό γιαούρτι.

Η μεγάλη απόσταση από την Ελλάδα αυξάνει τα μεταφορικά κόστη, ενώ οι πολύπλοκοι υγειονομικοί έλεγχοι ελλοχεύουν καθυστερήσεις που ενδέχεται να περιορίσουν σημαντικά το χρόνο ζωής του προϊόντος στο ράφι.

Σύμφωνα με μαρτυρίες Αυστραλών εισαγωγέων, σημαντικό εμπόδιο στις εισαγωγές γαλακτοκομικών προϊόντων αποτελεί η διάρκεια του χρόνου παραμονής των προϊόντων στην καραντίνα, η οποία είναι υποχρεωτική σε όλα τα φορτία κατά την πρώτη είσοδο του προϊόντος στην αγορά, ενώ στις επόμενες αποστολές εκτελείται δειγματοληπτικά σε τυχαία φορτία. Η διάρκεια της καραντίνας μπορεί να φτάσει τις 2 με 3 εβδομάδες, περιορίζοντας σημαντικά τον χρόνο κυκλοφορίας του προϊόντος στην αγορά. Στην περίπτωση του γιαουρτιού, αυτή η καθυστέρηση είναι καθοριστικής σημασίας, δεδομένου του βραχύτερου χρόνου ζωής του συγκεκριμένου προϊόντος σε σχέση με άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα.

Άλλη σημαντική πρόκληση για τους Έλληνες παραγωγούς αποτελεί η δυναμική εγχώρια γαλακτοκομική παραγωγή, η οποία καλύπτει την εγχώρια αγορά και δημιουργεί πλεόνασμα το οποίο στρέφεται στη διεθνή αγορά.

Επιπλέον, οι αυστραλιανές επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα ενεργές στην παραγωγή του λεγόμενου «ελληνικού γιαουρτιού» («Greek yogurt») το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο αυστραλιανό καταναλωτικό κοινό. Συχνά οι συσκευασίες τέτοιων προϊόντων, εκτός από την σαφή αναφορά «Greek yogurt» περιλαμβάνουν και άλλους ελληνικούς πολιτιστικούς συνειρμούς, όπως μπλε και άσπρο χρώμα, σχέδια μαιάνδρων κλπ.

Αυτή η ιδιοποίηση της ονομασίας δημιουργεί δυσμενείς συνθήκες για το αυθεντικό ελληνικό προϊόν, καθώς καλείται να ανταγωνιστεί το τοπικό προϊόν που δεν επιβαρύνεται από μεταφορικά κόστη και τελωνειακές καθυστερήσεις, χωρίς ταυτόχρονα να έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα της ονομασίας που θα μπορούσε να εξισορροπήσει το αυξημένο κόστος.

Όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, η εισαγωγή ελληνικού γιαουρτιού στην Αυστραλία απαγορεύεται στην παρούσα φάση, αλλά, ανεξαρτήτως του συγκεκριμένου νομικού εμποδίου, το διεθνές ενδιαφέρον για εξαγωγές έχει υπάρξει διαχρονικός περιορισμένο, όπως φανερώνουν τα στατιστικά στοιχεία.