Χρόνια πολλά, ειρηνικά και αναμάρτητα! Ο Θησέας, φίλες και φίλοι της αρχαίας ελληνικής ψυχής, ήταν δυνατό και φλογερό παλικάρι. Το είχε μεράκι ν’ αρπάζει και ν’ αναποδογυρίζει ξένες γυναίκες! Άρπαξε την Αμαζόνα Αντιόπη, την «ωραία» Ελένη τη Σπαρτιάτισσα, τις Κρητικοπούλες αδελφές Αριάδνη και Φαίδρα, την Αναξώ κ.ά.

Στα νιάτα του ακολούθησε τον Ηρακλή στην εκστρατεία κατά των Αμαζόνων στον Πόντο. Εκεί η Αντιόπη ερωτεύτηκε τον νεαρό Θησέα και με προδοσία παρέδωσε την πόλη της στους Έλληνες. Ο Θησέας έφερε την Αντιόπη στην Αθήνα και μ’ ερωτοσμίξιμο απόκτησε τον Ιππόλυτο (τίτλος ομώνυμης τραγωδίας του Ευριπίδη).

Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΙΣΤΟΡΕΙ

Στο Δ’ βιβλίο των «Ιστοριών» (110-116) τού Ηροδότου βρίσκουμε μια χαριτωμένη περί Αμαζόνων αφήγηση, διανθισμένη με κάποια γαργαλιστικά στοιχεία. Λέει ο «πατέρας» της Ιστορίας:

«Όταν οι Έλληνες πολέμησαν εναντίον των Αμαζόνων [. . .], νίκησαν στη μάχη τού Θερμώδοντα και απέπλευσαν με τρία πλοία. Μαζί τους πήραν όσες Αμαζόνες κατάφεραν να πιάσουν ζωντανές. Αλλά αυτές, στο ανοιχτό πέλαγος, όρμησαν καταπάνω στους άντρες και τους σκότωσαν («επιθεμένας εκόψαι τους άνδρας»).

»Όμως αυτές δεν ήξεραν πώς να χρησιμοποιούν τα πηδάλια των πλοίων, τα πανιά και τα κουπιά. Γι’ αυτό, σκοτώνοντας τους άντρες, πήγαιναν όπου τους πήγαινε το θαλάσσιο ρεύμα και ο αέρας. Έτσι έφτασαν στους Κρημνούς της Μαιώτιδας λίμνης, στη χώρα των ελεύθερων Σκυθών».

»Αφού αποβιβάστηκαν από τα πλοία στο μέρος αυτό, κατευθύνθηκαν προς την κατοικημένη χώρα. Μόλις συνάντησαν την πρώτη αγέλη αλόγων, την άρπαξαν, ανέβηκαν πάνω στ’ άλογα κι άρχισαν να λεηλατούν τις περιουσίες των Σκυθών.

»Οι Σκύθες δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι συμβαίνει, γιατί δεν γνώριζαν ούτε τη γλώσσα των Αμαζόνων ούτε την ενδυμασία τους ούτε τον λαό τους, και απορούσαν από πού είχαν έρθει. Νόμιζαν ότι ήσαν άντρες, όλοι τους ομήλικοι, και πολεμούσαν εναντίον τους. Όμως, μετά τη μάχη, οι Σκύθες πήραν μαζί τους μερικά νεκρά κορμιά κ’ έτσι κατάλαβαν ότι ήσαν γυναίκες («και ούτω έγνωσαν εούσας γυναίκας»).

ΜΑΖΙΚΟ ΕΡΩΤΟΣΜΙΞΙΜΟ

»Αποφάσισαν τότε οι Σκύθες να μη τις πολεμούν, αλλά να στείλουν σ’ αυτές τους πιο «τραγομάσχαλους» άντρες, τόσους όσες ήσαν και οι Αμαζόνες. Οι νεαροί άντρες έπρεπε να στρατοπεδεύσουν κοντά στις Αμαζόνες και να κάνουν ό,τι έκαναν και αυτές. Αν τους καταδίωκαν, να μη τις πολεμούν, αλλά να οπισθοχωρούν χωρίς μάχη. Και όταν αυτές σταματούσαν την καταδίωξη, να επιστρέφουν και να στρατοπεδεύουν πάλι κοντά σ’ αυτές.

»Αυτά συναποφάσισαν οι Σκύθες, γιατί ήθελαν ν’ αποκτήσουν από αυτές παιδιά («βουλόμενοι εξ αυτέων παίδας εκγενήσεσθαι»).

»Μεσημεριάτικα, οι Αμαζόνες έκαναν τα εξής: Σκορπίζονταν εδώ κ’ εκεί, μακριά η μία από την άλλη, για τη φυσική τους ανάγκη. Το ίδιο έκαναν και οι Σκύθες. Ένας από αυτούς, βλέποντας τις Αμαζόνες σκορπισμένες, πλησίασε μία κι άρχισε να τη χαϊδεύει («ενεχρίμπτετο»). Η Αμαζόνα δεν αντιστάθηκε, αλλά τον άφησε να την . . .

τρυγήσει («χρήσασθαι»). Κ’ επειδή δεν μπορούσε να του μιλήσει, του έκανε νόημα με το χέρι να έρθει και την άλλη μέρα στο ίδιο μέρος και να πάρει μαζί του κ’ έναν άλλον Σκύθη, ώστε να γίνουν δύο, και ότι αυτή θα φέρει άλλη μία Αμαζόνα.

»Ο νεαρός διηγήθηκε στους άλλους τι είχε συμβεί. Την επόμενη μέρα πήγε στο ίδιο μέρος μαζί μ’ έναν άλλον νεαρό και βρήκε εκεί την Αμαζόνα μαζί με την άλλη να τον περιμένει. Όταν οι άλλοι Σκύθες έμαθαν τι συνέβη, πήγαν κ’ εξημέρωσαν τις υπόλοιπες Αμαζόνες («εκτιλώσαντο τας λοιπάς των Αμαζόνων»).

Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Μετά το πρώτο αυτό μαζικό ερωτοσμίξιμο, Αμαζόνες και Σκύθες ένωσαν τα στρατόπεδά τους και κατοικούσαν μαζί ζευγαρωμένοι. Οι γυναίκες έμαθαν τη γλώσσα των ανδρών, και οι άντρες πρότειναν στις Αμαζόνες ν’ αφήσουν τα στρατόπεδα και να επιστρέψουν στην κανονική ήρεμη οικογενειακή ζωή, ζώντας με τους γονείς και καλλιεργώντας τα χωράφια τους.

Όμως οι Αμαζόνες λένε πως δεν μπορούν να συγκατοικήσουν με άλλες γυναίκες, γιατί δεν έχουν τις ίδιες συνήθειες μ’ εκείνες, ενώ αυτές ξέρουν μόνο να τοξεύουν, ν’ ακοντίζουν και να ιππεύουν. Αν θέλουν οι νεαροί να ζήσουν με τις Αμαζόνες ως ανδρόγυνα, τότε να πάνε στους γονείς τους, να πάρουν ό,τι τους αναλογεί και να διαλέξουν κάποιο άλλο μέρος να κατοικήσουν. Και η αφήγηση καταλήγει:

«Οι νεαροί πείσθηκαν και αυτά έκαναν […] Αφού έφτασαν εκεί όπου τώρα κατοικούν, εγκαταστάθηκαν σ’ αυτόν τον τόπο. Από τότε οι γυναίκες τους ζουν την παλιά παραδοσιακή τους ζωή: βγαίνουν στο κυνήγι με τους άντρες τους (αλλά και χωρίς αυτούς), πηγαίνουν στον πόλεμο και φορούν τα ίδια με αυτούς. […]

»Σχετικά με τον γάμο, ισχύει το εξής: Καμία παρθένα δεν παντρεύεται, αν προηγουμένως δεν σκοτώσει κάποιον εχθρό («ου γαμέεται παρθένος ουδεμία πριν αν των πολεμίων άνδρα αποκτείνη»). Μερικές Αμαζόνες πεθαίνουν γριές, γιατί δεν καταφέρνουν να τηρήσουν αυτόν τον κανόνα».

Αυτά μεταφέρει ο Ηρόδοτος. Μήπως όμως έχουμε ιστορική μυθιστορία, δηλ. συνταίριασμα θρύλου και ιστορίας; Το ότι οι Αμαζόνες αφαιρούσαν τον δεξιό τους μαστό για να μπορούν να τοξεύουν και ν’ ακοντίζουν ευκολότερα, μου φαίνεται «τραβηγμένο».