Σχεδόν 40% περισσότερα αφήνουν στην Ελλάδα οι τουρίστες με «πακέτα» διακοπών σε σύγκριση με τους μεμονωμένους ταξιδιώτες. Πρώτοι σε δαπάνες οι επισκέπτες από την Αυστραλία. Αύξηση-έκπληξη στις δαπάνες των Ισπανών.

Οργανωμένα ταξίδια, οι τουρίστες από Αυστραλία και Αμερική, καθώς και οι επισκέπτες από Ελβετία και Ισπανία ήταν οι πρωταγωνιστές του καλοκαιριού που πέρασε και κύριοι… υπεύθυνοι για την αύξηση ταξιδιωτικών εισπράξεων το 2019.

Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία των οριστικών στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕΕΛΛ -1,24%) για την περίοδο τουριστικής αιχμής Ιουλίου-Σεπτεμβρίου (τρίτο τρίμηνο) που πραγματοποίησε το Euro2day.gr.

Τα στοιχεία καταρρίπτουν έναν, σχεδόν εμπεδωμένο, μύθο σύμφωνα με τον οποίο ο μαζικός τουρισμός είναι λιγότερο αποδοτικός από τα ταξίδια που πραγματοποιούν μεμονωμένοι ταξιδιώτες. Το ακριβώς αντίθετο δείχνουν τα στοιχεία της ΤτE. Για την ακρίβεια, οι τουρίστες που ήρθαν στην Ελλάδα στην περίοδο καλοκαιρινής αιχμής (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2019) δαπάνησαν κατά μέσο όρο 41,3% περισσότερα σε κάθε ταξίδι τους σε σύγκριση με τους μεμονωμένους επισκέπτες (724,3 ευρώ έναντι 512,5 ευρώ αντίστοιχα). Επιπλέον, τα χρήματα που ξόδεψαν οι τουρίστες που ήρθαν με οργανωμένα ταξίδια κατέγραψαν αύξηση 26,1% έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2018, ενώ οι δαπάνες των μεμονωμένων ταξιδιωτών σημείωσαν οριακή αύξηση 1,9%.

Τα πιο πάνω μεγέθη αποδίδονται από ανθρώπους της εγχώριας αγοράς είτε στη μεγαλύτερη διάρκεια παραμονής των τουριστών που έρχονται στην Ελλάδα αγοράζοντας ένα «πακέτο» διακοπών από κάποιον τουρ οπερέϊτορ είτε επειδή οι μεμονωμένο ταξιδιώτες πραγματοποιούν ταξίδια και επιλέγουν οικονομικότερα καταλύματα, είτε σε ένα συνδυασμό των πιο πάνω.

Από τα στοιχεία της ΤτΕΕΛΛ -1,24% προκύπτει ότι οι ταξιδιώτες που αφήνουν τα περισσότερα χρήματα σε κάθε επίσκεψή τους στην Ελλάδα (πάνω από 1.000 ευρώ) προέρχονται από μακρινούς προορισμούς. Σημαντικό ποσοστό των τουριστών από τις συγκεκριμένες αγορές αντιπροσωπεύουν ομογενείς δεύτερης και τρίτης γενιάς που έρχονται στην Ελλάδα το καλοκαίρι συνδυάζοντας τις διακοπές τους με επισκέψεις σε συγγενείς και φίλους.

Πρώτοι στη σχετική κατάταξη την περίοδο αιχμής (τρίτο τρίμηνο) βρέθηκαν οι επισκέπτες από την Αυστραλία οι οποίοι δαπάνησαν κατά μέσο όρο 1.243,1 ευρώ. Ακολουθούν στη δεύτερη θέση οι ταξιδιώτες από τον Καναδά (1.175,5 ευρώ) ενώ οι επισκέπτες από τις ΗΠΑ βρέθηκαν στην Τρίτη θέση με δαπάνες 1.094,3 ευρώ κατά μέσο όρο σε κάθε ταξίδι τους.

Ακολουθεί μια ομάδα έξι ευρωπαϊκών αγορών (Ελβετία, Γερμανία, Αυστρία, Ρωσία Βέλγιο, Ισπανία) οι οποίες αποδεικνύονται οι πλέον αποδοτικές (σ.σ λόγω αριθμού επισκεπτών) για τον ελληνικό τουρισμό αφού οι ταξιδιώτες που προέρχονται από αυτές δαπανούν κατά μέσο όρο 800-1.000 ευρώ σε κάθε ταξίδι τους.

Πρωταγωνιστές στη συγκεκριμένη ομάδα αγορών αναδεικνύονται οι επισκέπτες από την Ελβετία οι οποίοι δαπάνησαν κατά μέσο όρο 949,4 ευρώ σε κάθε ταξίδι τους στην Ελλάδα την περίοδο αιχμής του καλοκαιριού (Ιούλιος-Σεπτέμβριος). Ακολούθησαν οι επισκέπτες από τη Γερμανία (843,4 ευρώ), την Αυστρία (829,2 ευρώ), τη Ρωσία (822,6 ευρώ) και το Βέλγιο (816,1 ευρώ).

Στην εν λόγω εξάδα εθνικοτήτων βρέθηκαν οι επισκέπτες από την Ισπανία οι οποίοι δαπάνησαν κατά μέσο όρο 814,1 ευρώ ξεπερνώντας, μεταξύ άλλων, Βρετανούς (794,8 ευρώ) και Γάλλους (760,2 ευρώ). Η ειδική αναφορά στους Ισπανούς επισκέπτες αφορά, επιπλέον, το γεγονός ότι ήταν αυτοί που κατέγραψαν τη μεγαλύτερη αύξηση δαπανών (43,2%) μεταξύ των 20 σημαντικότερων αγορών του ελληνικού τουρισμού.