Η κόρη της Μπέτυς Λιβανού κατακτά τη Λατινική Αμερική

Η κόρη του σκηνοθέτη Γιώργου Πανουσόπουλου, μόλις δέκα ετών, ζήτησε ρόλο στην ταινία «Ελεύθερη κατάδυση» και όταν η μητέρα της, Μπέτυ Λιβανού, προσπάθησε να τη συμβουλεύσει, έλαβε την απάντηση: «Σε παρακαλώ πολύ, δέχομαι υποδείξεις μόνο από τον σκηνοθέτη μου»

Αφορμή για την κουβέντα μας είναι αυτή η ευκολόπιστη μεξικάνικη μπίρα. Πιο συγκεκριμένα, μια διαφήμιση με πρωταγωνίστρια τη Μαργαρίτα Πανουσοπούλου που γυρίστηκε στη Μύκονο και θα προβάλλεται στα τηλεοπτικά κανάλια της Λατινικής Αμερικής και πιθανότατα στα δίκτυα όλης της Αμερικής, μια διαφήμιση όπου ο Greek Zorba συναντά τη μεξικάνικη φιέστα. Αποτυπώνει, δε, την ελληνική ομορφιά τόσο του νησιού όσο και της μελαχρινής αρχετυπικής καλλονής.
Πέρα από παιδί με αναγνωρίσιμο επίθετο, για το οποίο δηλώνει με ευθύτητα «πολλά μπορεί να κάνει ένα τέτοιο επίθετο, εξαρτάται πώς το χρησιμοποιείς», ποια είναι αυτή η 28χρονη κοπέλα;

«Γεννήθηκα στην Αίγινα, το 1984, αλλά δεν μεγάλωσα εκεί. Τριών χρόνων μετακομίσαμε στο Παλαιό Ψυχικό. Αλλά ούτε εκεί μεγάλωσα. Το 1990 οι γονείς μου θέλησαν να αφήσουν τη βοή του κέντρου και πήγαν στην Παιανία – ήθελαν να έχουν τον δικό τους κήπο και να καλλιεργούν λαχανικά. Εκεί μεγάλωσα, εκεί ζουν οι γονείς μου μέχρι σήμερα». Το λογικό ερώτημα για το παιδί ενός σκηνοθέτη και μιας ηθοποιού είναι το εξής: «Είσαι εξοικειωμένη με τη ζωή στα πλατό και τα γυρίσματα, άρα θεωρητικά ήθελες ανέκαθεν να γίνει ηθοποιός;».

Απαντά ανεπιτήδευτα και χωρίς ντιβισμούς: «Το σίγουρο είναι ότι νιώθω οικεία με τον χώρο. Θυμάμαι εικόνες και συναισθήματα ακόμη και από τη ζωή μας στην Αίγινα. Ναι, σίγουρα προσπαθούσα να τραβώ την προσοχή μέσα από διάφορα τεχνάσματα. Οι γονείς μου είχαν προδικάσει ότι θα γίνω ηθοποιός, και μάλιστα κωμικός. Ήμουν δέκα ετών όταν ζήτησα από τον πατέρα μου έναν ρόλο στην ταινία του “Ελεύθερη κατάδυση”. Θυμάμαι τη μητέρα μου να θέλει να με συμβουλέψει στα γυρίσματα -θα έπαιζα την κόρη της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη- κι εγώ ψευδά να της λέω: “Σε παρακαλώ. Θα ακούσω μόνο τον σκηνοθέτη μου”. Όταν έφτασα στο Λύκειο, αυτό το συναίσθημα δεν με εγκατέλειψε, ήθελα ακόμη να δημιουργώ καταστάσεις κι έτσι έφυγα για το Λονδίνο».

Στο Λονδίνο την οδήγησε η επιθυμία της να γίνει ηθοποιός. Πώς σχολιάστηκε αυτό από τους γονείς της; «Αρνητικά και θετικά έχει κάθε επάγγελμα. Ευτυχώς οι δικοί μου υπήρξαν ανέκαθεν ουδέτεροι και αποστασιοποιημένοι. Δεν υπήρχε περίπτωση να με εμποδίσουν σε μια απόφαση συνειδητή. Προφανώς ήθελα να φύγω για να σπάσω τον ιστό ασφαλείας και με λύπη μου λέω ότι έφυγα για σπουδές καλύτερου επιπέδου».

Σπούδασε Θέατρο στη Σχολή Υποκριτικής Italia Conti Academy of Theatre and Dramatic Arts. Στο τρίτο έτος σπουδών παραχωρήθηκε στη σχολή της το Soho Theatre για να παρουσιάσουν εκεί τα show cases (δηλαδή έναν μονόλογο ή μια συρραφή κομματιών παιγμένα από ζευγάρια φοιτητών) μπροστά στο έμπειρο κοινό κριτικών θεάτρου, ατζέντηδων και casting directors. Μετά την καλλιτεχνική δοκιμασία ακολούθησε σουαρέ και τότε την προσέγγισε μια casting director (υπεύθυνη των συντελεστών μιας παράστασης) με επαγγελματική πρόταση. Η Μαργαρίτα έκανε περιοδεία στην Αγγλία ενσαρκώνοντας τη Βιόλα στη «Δωδεκάτη νύχτα» του Σαίξπηρ και την Ιζαμπέλα στα «Ανεμοδαρμένα ύψη».

Γιατί γύρισε στην Αθήνα όταν τα πρώτα βήματα της καριέρας έγιναν χωρίς να «σκουντουφλήσει;» «Στο Λονδίνο έγινα στρατιώτης, έμαθα την αξία της υπομονής και της επιμονής, να μην αφήνω τον ενθουσιασμό να με συνεπάρει και, κυρίως, να μην είμαι τεμπέλα. Προτίμησα, όμως, να επιστρέψω στην Αθήνα. Και ξέρεις κάτι; Δεν μετανιώνω. Αν δεν μου αρέσει στο μέλλον η κατάσταση, θα φύγω. Αλλά τώρα δεν θέλω να το κάνω». Δηλώνει τυχερή. Λογικό αν σκεφτείς ότι από τότε που επέστρεψε μέχρι σήμερα δεν σταμάτησε να δουλεύει. Έχει τη δική της κοσμοθεωρία όσον αφορά στην καριέρα της, που συνοψίζεται σε αυτή την πρόταση: «Ζυγιάζω τα πράγματα. Μπορείς να πεις ότι θα μπορούσα να δουλεύω παραπάνω. Αλλά αποφασίζω με βάση τη δική μου αισθητική. Έχω μόνο τον εαυτό μου να συντηρώ».

Η αλήθεια είναι ότι δεν έκανε και λίγα. Βοήθησε τη μητέρα της, «τον πιο γλυκό άνθρωπο στον κόσμο» όπως λέει, με την πρωτοβουλία της Εν Λευκώ: μια ερασιτεχνική ομάδα, αποτελούμενη από κατοίκους της Παιανίας, παρουσίασε την παράσταση «Αυλή των θαυμάτων» σε διάφορα δημοτικά φεστιβάλ και μεγάλο μέρος των εσόδων διατέθηκε σε κοινωφελείς σκοπούς. Συνεργάστηκε με τον Βασίλη Βαφέα στις «Γυναικείες συνωμοσίες» (48ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης), ενώ συμμετείχε σε ένα γυναικείο θεατρικό σχήμα με τη Δήμητρα Αράπογλου στη σκηνοθεσία και τις Μπέτυ Λιβανού και Κατερίνα Λέχου στους δύο εκ των τριών ρόλων του έργου «Η ζήλια σε τρία φαξ» της Εστέρ Βιλάρ, που παρουσιάστηκε στο θέατρο «Τόπος Αλλού».

Η επόμενη συνεργασία τη βρήκε στο θέατρο «Πόρτα» να υποδύεται την Εσμέ, το κορίτσι των λουλουδιών στο πολιτικό αλλά και μουσικό έργο του Τομ Στόπαρντ «Rock ’n’ Roll». Στο προσωπικό της blog αναφέρει: «Αποφάσισα να δώσω λίγο χώρο και σε ένα άλλο μου πάθος κι έτσι ταξίδεψα στην Αργεντινή για να βρεθώ στις τανγκερίες του Μπουένος Αϊρες και να μάθω τα βήματα του τάνγκο όπως οι ντόπιοι». Αυτό το πάθος της μπορείτε να το αφήσετε να σας παρασύρει αν γίνετε θεατές της παράστασης «Το τρένο του Tango» στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Γαλατσίου, στις 15/9. Επίσης, συμμετείχε και στην τηλεοπτική επιτυχία «Το Νησί».

«Ήταν η πρώτη μου επαφή με την τηλεόραση, τότε κατάλαβα τη δύναμή της. Είναι τόσα πολλά τα μάτια που είναι στραμμένα πάνω σου». Ο πατέρας της επιμένει ότι θα καταλήξει να σκηνοθετεί ενώ εκείνη -κάνοντας πλάκα- δηλώνει ότι ονειρεύεται να παίξει σε ταινία Bollywood ή στο «CSI», τη σειρά που παρακολουθεί μανιωδώς. Φέτος πρωταγωνιστεί στην ταινία μικρού μήκους «Το Σφυρί» -που συμμετέχει στο Φεστιβάλ Δράμας- και συζητά το ανέβασμα μιας παράστασης με τη Βαλέρια Χριστοδουλίδου. Όπως φαίνεται, τελικά είναι σίγουρη ότι δεν θέλει να κάνει καριέρα στο εξωτερικό; «Δεν έχω κανέναν λόγο να φύγω από την Ελλάδα. Μου αρέσει».