Το Σαββατοκύριακο 29 Φεβρ. – 1 Μαρτίου 2020 είχα την ευκαιρία να συμμετάσχω στην ετήσια εκδρομή του Ελληνικού  συλλόγου «Μπονεγκίλα», που ιδρύθηκε από άτομα τα οποία άρχισαν τις πρώτες εβδομάδες τους στην Αυστραλία από τον εκεί μεταναστευτικό καταυλισμό. Ο πρόεδρος κ. Θεοφάνης Εμμανουηλίδης μου ζήτησε να πω μερικά λόγια και η κα  Ασπασία Κολοκυθά  αν είχα να της δώσω κάτι σχετικό να διαβάσει. Δεν θα ήταν άστοχο, λοιπόν, να γίνει μια σύντομη αναφορά στη μεταναστευτική ιστορία της Αυστραλίας και της Ελληνικής παροικίας.

Η Αυστραλία, πέρα από τους πανάρχαιους ιθαγενείς της, είναι χώρα μεταναστών. Η Απογραφή του 2016 δίνει ορισμένα στατιστικά στοιχεία για τα μεγέθη της κάθε εθνοτικής ομάδας. Η απογραφή έδειξε ότι το 28 τοις εκατό του Αυστραλιανού πληθυσμού (6.163.667) είχε γεννηθεί στο εξωτερικό και επιπλέον,τουλάχιστον ο ένας από τους γονείς ενός άλλου 21% του πληθυσμού προερχόταν από το εξωτερικό. Δηλαδή σχεδόν ο μισός πληθυσμός της χώρας (49%) οι ίδιοι ή οι γονείς τους ή ένας από αυτούς είχαν γεννηθεί στο εξωτερικό.

΄Ενα σημαντικό ποσοστό Αυστραλών από μη Αγγλοκελτικό υπόβαθρο διατηρούν τις μητρικές γλώσσες των μητέρων και γιαγιάδων τους αν και η διατήρηση αυτή τείνει να φθίνει από χρόνο σε χρόνο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 2016 η Ελληνική γλώσσα ήταν 7η σε αριθμό ομιλητών. 237.588 άτομα, ή το 1% του Αυστραλιανού πληθυσμού, δήλωσαν ότι στο σπίτι τους μεταχειρίζονται την Ελληνική γλώσσα. Ο αριθμός αυτός ήταν κατά 5.8% χαμηλότερος από την απογραφή του 2011, όταν ο αριθμός των ομιλητών που δήλωσαν ότι χρησιμοποιούσσαν την Ελληνική στο σπίτι τους ήταν 252.217 άτομα.

Μια ιδέα του συνολικού αριθμού των ατόμων Ελληνικής καταγωγής δίνεται με την απάντηση στην ερώτηση για την καταγωγή του ατόμου. Στην ερώτηση αυτή δήλωσαν Ελληνική καταγωγή το 1.8% του πληθυσμού που ήταν περίπου 421.000 και ήταν η 9η σε σειρά πληθυσμιακού μεγέθους ομάδα.

Η εποίκηση της Αυστραλίας άρχισε ως αποικία αποστολής καταδίκων από την Αγγλία.  Στις 26 Ιανουρίου 1788 ο Κάπταιν Φίλιπ, επικεφαλής της Αγγλικής Αρμάδας με 11 πλοία, 788 κατάδικους ( 192 ήταν γυναίκες και 586 άνδρες), τις οικογένειές τους όσων είχαν και των φρουρών στρατιωτών – συνολικά 1487 άτομα, με ζώα και εφόδια, άραξε στο Μπότανι Μπέϊ, 12 χιλιόμετρα νότια από το Σίδνεϊ, ύστερα από ένα ταξίδι 292 ημερών. Περίπου το 3% των καταδίκων πέθαναν στο δρόμο για την Αυστραλία. Οι συνθήκες στο Μπότανι Μπέϊ ήταν αφόρητες με ξηρασία και λειψιδρία και ο Κάπταιν Φίλιπ κινήθηκε λίγο βορειότερα, όπου προς μεγάλη του ανακούφιση ανάκάλυψε το μεγαλύτερο λιμάνι του κόσμου, το οποίο θα μπορούσε άνετα να χωρέσει 1000 καράβια, το σημερινό Σίδνεϊ.

Ο Κάπταιν Φίλιπ και οι επιτελείς του δεν έδωσαν μεγάλη σημασία στους Ιθαγενείς που με διάφορους τρόπους έκφραζαν τη δυσαρέσκειά τους για την εισβολή των λευκών που άρχισαν να καταπατούν τη γη τους και να τους διώχνουν από τα μέρη που έχτιζαν τους αποικιακούς καταυλισμούς τους. Για τους λευκούς αποίκους η Αυστραλία ήταν χώρα ακατοίκητη, στις διάφορες απογραφές οι Ιθαγενείς δεν λαμβάνονταν υπόψη. Η πολιτική αυτή προς τους Ιθαγενείς συνεχίστηκε ολόκληρο τον 19ο αιώνα και σχεδόν μέχρι το 1967 όταν με μια συνταγματική αλλαγή τους δόθηκε κάποια αναγνώριση οτι τουλάχιστον υπήρχαν και πρέπει να μετρούνται στις απογραφές. Οι κατάδικοι εξακολουθούσαν να αποστέλλονται από την Αγγλία μέχρι το 1840 στις ανατολικές αποικίες και μέχρι το 1867 στη Δυτική Αυστραλία.  Ο αριθμός των καταδίκων που στάλθηκαν μέχρι το 1867 έφτασε περίπου τις 168.000.

Το 1850 ο λευκός πληθυσμός ολόκληρης της Αυστραλίας έφτασε τα 400.000 άτομα. ΄Ηταν μια κοινωνία που οικονομικά βασιζόταν στην παραγωγή και εξαγωγή μαλιού με 16.000.000 πρόβατα και ετήσια παραγωγή 29 εκατ. λιβρών μαλλιού. Σύντομα το 1851 η ανακάλυψη χρυσού άλλαξε την όψη της Αυστραλίας. Μια μικρή ένοπλη εξέγερση που συνέβηκε στην περιοχή του Μπάλαρατ το 1854, το “Eureka Stockade”, με αίτημα την απαλλαγή του φόρου άδειας χρυσοθήρα, είναι η μόνη ένοπλη σύγκρουση στην ιστορία της Αυστραλίας. Στη δεκαετία του 1850 παραχωρήθηκαν συντάγματα και κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις στις έξι αποικιακές διοικήσεις της Αυστραλίας.

Η δεκαετία της χρυσοθηρίας εφταπλασίασε τον αριθμό κατοίκων της Βικτόριας από 77.000 το 1851 σε 451.000 το 1861 και αύξησε τον πληθυσμό της ΝΝΟ από 192.000 στους 350.000.  Από τους νέους μετανάστες οι περισσότεροι ήταν Αγγλοκέλτες, 10% ήταν από την Ευρώπη και 7% από την Κίνα. Από την αρχή οι Κινέζοι δεν ήταν ευπρόσδεκτοι και υπήρξε μια κίνηση για την απαγόρευση εισόδου τους στην Αυστραλία.

Στη δεκαετία του 1990 υπήρξαν δυο κινήσεις που σημάδεψαν το μέλλον της Αυστραλίας, η κίνηση για δημιουργία Αυστραλιανής Ομοσπονδίας που είχε αρχίσει από τη δεκαετία του 1880 και η κίνηση για ενδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος. Στη μεγάλη οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1890 υπήρξαν παρατεταμένες απεργίες κυρίως από τους κουρείς προβάτων οι οποίες απέτυχαν. Οι απογοητευμένοι συνδικαλιστές ίδρυσαν το 1891 το Εργατικό Κόμμα για να αγωνιστούν για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας μέσα από τα Κοινοβούλια των αυστραλιανών αποικιακών κυβερνήσεων. Την 1η Ιανουαρίου 1901, ύστερα από πολύχρονες διαπραγματεύσεις και δημοψηφίσματα, τέθηκε σε εφαρμογή το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα της Αυστραλίας με τη θέσπιση ομοσπονδιακής κυβέρνησης με καθορισμένες ομοσπονδιακές αρμοδιότητες, αναγνωρίζοντας, όμως, παράλληλα τις αρμοδιότητες των έξι πολιτειακών κυβερνήσεων. Ο πρώτος νόμος που ψηφίστηκε από το νέο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο το 1901 ήταν ο μεταναστευτικός νόμος που απαγόρευε τη μετανάστευση Ασιατών και εγχρώμων και καθιέρωνε την πολιτιή της «Λευκής Αυστραλίας». Για ανεπιθύμητους μετανάστες καθιέρωνε την εξέταση υπαγόρευσης κειμένου 50 λέξεων σε οποιαδήποτε Ευρωπαϊκή γλώσσα αποφάσιζε ο αρμόδιος υπάλληλος. Αν ο υποψήφιος αποτύγχανε απελαυνόταν.

Η Αυστραλία δεν είχε νόμο για επιστράτευση αλλά έλαβε μέρος στον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο με εθελοντές. Η κυβέρνηση επιχείρησε το 1916 σε δυο διαφορετικά δημοψηφίσματα να θεσπίσει την υποχρεωτική επιστράτευση αλλά απέτυχε. Εντούτοις, ένας λαός με  πληθυσμό λιγότερο των 5 εκατομμυρίων έδωσε 416.809 εθελοντές από τους οποίους 329.000 υπηρέτησαν στα πεδία μαχών της Ευρώπης.

Τη δεκαετία του 1920 αφίχθηκαν περί τους 340.000 μετανάστες, τα 2/3 από αυτούς από τη Βρετανία με οικονομική ενίσχυση. Στη δεκαετία του 1930 η μετανάστευση, λόγω της οικονομικής κρίσης ήταν ασήμαντη, εκτός από 5.000 Εβραίους που έφτασαν το 1939, λίγο πριν την έναρξη του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου.

Μετά το 1940 ο Αυστραλιανός στρατός βρισκόταν στην Ελλάδα και τη Βόρεια Αφρική όταν οι Ιάπωνες βομβάρδισαν στις 7 Ιανουαρίου 1941 το Περλ Χάρμπορ και απειλούσαν άμεσα την ίδια την Αυστραλία.  Ο Αυστραλός πρωθυπουργός Τζον Κέρτιν δήλωσε ότι εκείνες τις κρίσιμες στιγμές η Αυστραλία δεν μπορούσε να στηριχτεί στην Αγγλία και στράφηκε για βοήθεια προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ΗΠΑ ανταποκρίθηκαν στέλνοντας στρατό στην Αυστραλία από το 1942 και μέχρι το 1943 250.000 αμερικανοί στρατιώτες στάθμευσαν στη Μελβούρνη, το Σίδνεϊ και το Μπρισμπαν, στην προετοιμασία τους για τον πόλεμο του Ειρηνικού.

Το 1945 ο ΄Αρθουρ Κάλγουελ ήταν ο πρώτος Υπουργός που ανέλαβε το νέο Υπουργείο Μετανάστευσης όταν ο πληθυσμός της χώρας ανερχόταν σε 7 εκατομμύρια.. Η πολιτική του ήταν να αυξήσει τη μετανάστευση, ιδιαίτερα για αμυντικούς σκοπούς και το σύνθημά του ήταν “populate or perish  – ν’ αυξήσουμε τον πληθυσμό μας γιατί διαφορετικά χανόμαστε». Στράφηκε για μετανάστες προς την Αγγλία και όταν οι πηγές στέρεψαν στράφηκε προς τη Βόρεια και τη Νότια Ευρώπη. Διάφορα κέντρα υποδοχής μεταναστών δημιουργήθηκαν για την αρχική φιλοξενία μεταναστών μεταξύ των οποίων τα κέντρα της Μπονεγκίλα στη Βικτόρια που λειτούργησε από το 1947 μέχρι το 1971και από το οποίο πέρασαν 320.000 μετανάστες και το Γκρέτα στη ΝΝΟ για μικρότερο διάστημα από το οποίο πέρασαν 100.000 μετανάστες. Περισσότεροι από 100.000 μετανάστες από περισσότερες  από 30 διαφορετικές χώρες , μαζί και έλληνες, εργάστηκαν μαζί στο μεγάλο έργο  Snowy Mountains Scheme που αποσκοπούσε στη συγκέντρωση των υδάτων από τις χιονοπτώσεις και τη δημιουργία μεγάλων υδροφραγμάτων για ηλεκτροδότηση και ύδρευση. Το έργο άρχισε το 1949 και τελείωσε το 1974.

Η εξέταση υπαγόρευσης κειμένου για αποκλεισμό μεταναστών καταργήθηκε το 1958 και το 1973 με την κυβέρνηση Ουίτλαμ η πολιτική της Λευκής Αυστραλίας πέρασε στην ανυπαρξία. Η μεταναστευτική πολιτική από την αφομοίωση πέρασε σ’ αυτή της αρμονικής ενσωμάτωσης και πολυπολιτισμού. Το 1978 η κυβέρνηση του Μάλκολμ Φρέιζερ διόρισε την Επιτροπή Γκάλμπαλι η οποία συνέστησε μια σειρά μέτρων υπέρ των αναγκών των μεταναστών μεταξύ των οποίων και τα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά προγράμματα του SBS, οι οποίες συστάσεις εγκρίθηκαν και υλοποιήθηκαν.

Σήμερα ο αυστραλιανός πληθυσμός ανάρχεται στα 25 εκατομμύρια και περισσότεροι από 180.000 νέοι μετανάστες με διάφορα κριτήρια κατηγοριών γίνονται δεκτοί κάθε χρόνο. Οι αυστραλιανές γειτονιές είναι πολυπολιτισμικές αλλά η κυβερνητική πολυπολιτιστική πολιτική έχει από το 1997 ατονίσει.

Η πρώτη τεκμηριωμένη μετανάστευση Ελλήνων στην Αυστραλία σημειώθηκε το 1829 και αφορούσε αποστολή εφτά καταδίκων που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο ως  πειρατές από αγγλικό δικαστήριο στη Μάλτα, το 1828. Οι ίδιοι ισχυρίστηκαν ότι το 1827 διενήργησαν νηοψία σε αγγλικό πλοίο που μετέφερε υλικά στην Αίγυπτο ως αγωνιστές ναυτικοί της Ελληνικής Επανάστασης. Κατηγορήθηκαν όμως ότι αφαίρεσαν ορισμένα υλικά που δεν είχαν σρατιωτική αξία. Οι θανατικές καταδίκες τους μετατράπηκαν σε διάφορες άλλες ελαφρότηρες ποινές, εξορίστηκαν στην Αυστραλία και το 1836 τους δόθηκε χάρη. Από αυτούς δύο παρέμειναν στην Αυστραλία.

Μετά το 1851 σημειώνεται μια πιο συχνή ελληνική παρουσία ελλήνων ναυτικών που έφευγαν από τα καράβια τους να γίνουν χρυσοθύρες. Ως μία τέτοια περίπτωση αναφέρεται απο προφορικές ιστορίες ο Ανδρέας Λεκατσάς από την Ιθακη. Στη συνέχεια οι χρυσοθύρες μετακινήθηκαν σε μικροεπιχειρήσεις εστίασης και η πρόσκληση συγγενών και συμπατριωτών για βοήθεια στα μαγαζιά τους ξεκίνησε μια αλυσωτή μετανάστευση από την Ιθάκη, τα Κύθηρα και αργότερα το Καστελόριζο. Στη δεκαετία του 1890 οι έλληνες μετανάστες στην Αυστραλία είχαν φτάσει περίπου τους 800 (ο αριθμός των ελληνίδων ήταν ελάχιστος) και τότε ήταν που άρχισε η οργανωμένη παροικία με την ίδρυση των δυο πρώτων Ελληνικών Ορθόδοξων Κοινοτήτων, της Μελβούρνης το 1897 και του Σίδνεϊ το 1898.

Το 1916 εκδόθηκε το πρώτο ελληνικό βιβλίο στην Αυστραλία Η Ζωή εν Αυστραλία και αφορούσε κυρίως τις προσπάθειες και επιτυχίες των ελλήνων μικροεπιχειρηματιών της Αυστραλίας. Την ίδια περίοδο, ο Hugh Gilchrist βρήκε ότι έγινε από την Ομοσπονδιακή Αστυνομία μυστική απογραφή όλων των ενήλικων ελλήνων στην Αυστραλία γιατί τους υποπτεύονταν ότι θα μπορούσαν να υποστηρίξουνν το μέρος των Γερμανών στον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μυστική απογραφή δίνει με περισσότερη λεπτομέρεια τις εργασίες και επαγγέλματα των τότε ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία. Στη δεκαετία του 1920 ήρθαν περισσότροι έλληνες μετανάστες, κυρίως πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Το 1924 ιδρύθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο η Ελληνικκή Ορθόδοξη Μητρόπολη Αυστραλίας.

Η μεγάλη οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1930 συντάραξε το ηθικό της ελληνικής παροικίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφή του 1933 που παραθέτει ο Μιχάλης Τσούνης 6.232 έλληνες μετανάστες σε ολόκληρη την Αυστραλία ανήκαν στο εργατικό δυναμικό, από τους οποίους το 18% ήταν εργοδότες, 25% αυτοαπασχολούμενοι, 18% υπάλληλοι και μεροκαματιάρηδες, 6% εργάζονταν με μειωμένο ωράριο και 33% ήταν άνεργοι, ένα ποσοστό αρκετά υψηλότερο από 25.5% που ήταν το αντίστοιχο για το σύνολο του αυστραλιανού πληθυσμού. Σύμφωνα με τον ελληνοαυστραλό συγγραφέα Αλέκο Δούκα στο μυθιστόρημά του Κάτω από ξένους Ουρανούς, όλοι ζούσαν μια «σκυλίσια ζωή» στην προσπάθεια να επιβιώσουν.

Στην απογραφή του 1947 οι έλληνες μετανάστες στην Αυστραλία ανέρχονταν στους 12.292. Ασφαλώς θα ήταν λίγο περισσότεροι αν συνυπολογίζονταν και οι έλληνες μετανάστες από άλλες χώρες. Το 1952 υπογράφτηκε η Ελληνοαυστραλιανή Μεταναστευτική Συμφωνία και η μαζική μετανάστευση άρχισε από τις αρχές του 1953. Στην απογραφή του 1954 οι έλληνες εξ Ελλάδος ήταν 25.862, το 1961 αριιθμούσαν 77.333 και το 1971 έφτασαν τους 160.200. Πολλοί από τους μετανάστες άρχισαν τη ζωή τους στην Αυστραλία από τα κέντρα υποδοχής μεταναστών της Αυστραλίας στη Μπονεγκίλα στη Βικτόρια ή τη Γκρέτα στη ΝΝΟ. ΄Ηταν παλιά στρατόπεδα που είχαν μεταβληθεί σε μεταναστευτικούς καταυλισμούς. Περίπου 35.000 έλληνες μετανάστες πέρασαν από τον καταυλισμό της Μπονεγκίλα. ΄Ηταν μια απόμακρη περιοχή, μακριά από τις μεγάλες πόλεις της Μελβούρνης και του Σίδνεϊ και την προσοχή των δημοσιογράφων. Πολλοί διατηρούσαν για δεκαετίες εμπειρίες και μνήμες από το διάβα τους από τη Μπονεγκίλα, άλλες θετικές και άλλες αρνητικές. ΄Αλλοι θεωρούσαν τη ζωή τους εκεί ως την απαρχή του  αυστραλιανού πολυπολιτισμού. Σίγουρα οι εμπειρίες αυτές αποτελούν μέρος της Αυστραλιανής και παροικιακής Ιστορίας.

Από το τέλος της δεκαετίας του 1980 η δραστική και μαχητική ελληνική παροικία των προηγούμενων δεκαετιών  άρχισε να γίνεται πιο εύπορη, πιο συντηρητική και εφησυχαστική. ΄Οπως αναφέρθηκε και στην αρχή, ο αριθμός των μελών της παροικίας πρέπει να είναι περίπου εκείνος που στην απογραφή του 2016 δήλωσαν ελληνική  καταγωγή και περιλαμβάνει όλες τις γενιές, γύρω στα 421.000 άτομα.

*(Ο Δρ Χρήστος Ν. Φίφης  είναι επίτιμος ερευνητής στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου La Trobe)

Σύντομη βιβλιογραφία

Βογιατζόγλουυ  Ζαχαρίας,  Η Ζωή στην Μπονεγκίλλα, , ΡΜΙΤ, Μελβοθρνε, 2006

Φίφης, Χ. Ν.,  Από τους καθ’ ημάς Αντίπ[οδες, Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, 2015.

______, Ελληνοαυστραλιανές Αναφορές, Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, 2016.

______ Η Πρώτη Ελληνική Κοινότητα της Αυστραλίας, Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, 2018.

Crawford, R. M.., A short History of Australia< Hutchinson, London, 1970

Gilchrist Hugh, Australians and Greeks, Volumes I, II, and III, Halstead Press, Sydney, 1992, 1997, & 2004.