«Χριστούγεννα στην πόλη και Πάσχα στο χωριό» λέγαμε τον παλιό (ίσως όχι και τόσο), καλό (σίγουρα) καιρό, τότε που απολαμβάναμε την ασφάλεια που μας πρόσφερε η αδιατάρακτη κανονικότητα που χαρακτήριζε τη ζωή μας.

Υπήρξαν και τέτοιες εποχές και η γενιά μας ήταν τυχερή που τις έζησε, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Μεγάλη Εβδομάδα, λοιπόν και αναπόφευκτα αναλογίζομαι σε πόσα διαφορετικά μέρη και υπό πόσο διαφορετικές συνθήκες έχω γιορτάσει το Πάσχα.

Έχουμε και λέμε: παιδικά χρόνια, Πάσχα απαραιτήτως στο χωριό, στο Άστρος Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας (απαίτηση του μπαμπά να το λέω πάντα σωστά), μιας και μέναμε στην Αθήνα. Εφηβικά χρόνια, Πάσχα στην επαρχία, στο εξοχικό μας στην Κόρινθο. Φοιτητικά χρόνια, Γερμανία, Ιταλία, Βόρεια Ελλάδα, νησιά και όπου μπορεί να βάλει ανθρώπου νους, χάρη στο «Μέγα χορηγό» (βλέπε μπαμπά) που χρηματοδοτούσε αγόγγυστα τις ταξιδιωτικές μου ανησυχίες. Ως σύζυγος και μητέρα, σταθερά στον επαρχιακό τόπο που στήσαμε το σπιτικό μας, το υπέροχο (κι αυτό επίσης είναι μια άλλη ιστορία) Βέλο Κορινθίας. Ύστερα, επαρχία Αυστραλίας, στο Ρένμαρκ και τέλος στη μεγαλούπολη, τη Μελβούρνη.

Όπως όμως ανέφερα στην αρχή, δεν ήταν μόνο οι τόποι που άλλαζαν ήταν και οι συνθήκες.

Πάσχα παραδοσιακό, Πάσχα με ανεμελιά, Πάσχα με αφθονία και ύστερα Πάσχα της ανέχειας, της κρίσης, της ξενιτιάς και τώρα του… κορονοϊού.

Θα μου πείτε, τι με έπιασε και τα σκέφτομαι τώρα αυτά. Απ’ τη μια η απομόνωση, απ’ την άλλη η νοσταλγία, δεν θέλει και πολύ το μυαλό για να ξεφύγει παρασύροντας και την καρδιά μαζί του.

Ειλικρινά αναρωτιέμαι, θα τα ζήσουμε όλα σε τούτη τη ζωή; Τι περίεργο παιχνίδι είναι αυτό; Τι άλλο μας επιφυλάσσει άραγε ο χρόνος;

Γιατί αν πρέπει να συγκρίνω, το χειρότερο Πάσχα είναι αυτό που ζούμε τώρα. Και με τα λίγα περνάγαμε όμορφα γιατί είχαμε τους φίλους, τα αγαπημένα μας πρόσωπα κι όλοι μαζί βάζαμε από κάτι και γράφαμε ιστορία.

Τώρα τα έχουμε όλα και τίποτα. Τα ψυγεία μας και τα ντουλάπια μας γεμάτα αλλά κανείς για να τα μοιραστούμε. Θα ανοίξουμε την οθόνη του υπολογιστή, θα καθίσουμε στον καναπέ και θα προσποιηθούμε ότι επικοινωνούμε και όλα καλά.

Θα συνδεθούμε διαδικτυακά και με την Εκκλησία μας και θα πούμε το «Χριστός Ανέστη» βουβά, χωρίς το φιλί της αγάπης, χωρίς τη ζεστή αγκαλιά, χωρίς τη χάρη του Αγίου Φωτός.

Αυτές είναι, όμως, οι συνθήκες και πρέπει να πορευτούμε ανάλογα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει και να επαναπαυθούμε.

Ας αναλογιστούμε πού είναι η δική μας ευθύνη –γιατί υπάρχει– και τα… λουζόμαστε όλα αυτά.

Ας αποφασίσουμε πως δεν θα συνηθίσουμε στη νέα «βολική» κατάσταση και πως δεν θα κάνουμε την απομόνωση τρόπο ζωής.

Αν και αυτό σηκώνει μεγάλη κουβέντα. Η φυσική απομόνωση ήρθε κι έδεσε με την χρόνια ουσιαστική απομόνωση που ελλοχεύει πίσω από το «αψεγάδιαστο» προσωπείο της σύγχρονης εποχής.

Το βράδυ της Ανάστασης, ας υψώσουμε κι εμείς το ανάστημά μας και ας ορκιστούμε πως το επόμενο Πάσχα θα είναι το Πάσχα της ανθρωπιάς, του αλληλοσεβασμού και της αγάπης, σε όποια γη, σε όποια πατρίδα κι αν βρισκόμαστε.

Ας πούμε ότι του χρόνου θα έχουμε μάθει επιτέλους να αξιολογούμε σωστά και να εκτιμάμε ανάλογα όσα υπάρχουν στη ζωή μας. Άλλωστε υπάρχει πολύς χρόνος ακόμη μπροστά μας για περισυλλογή. Ας προσέξουμε, μόνο, γιατί ο χρόνος έχει περιοριστεί αρκετά για τις πράξεις…