Ακόμη και ένα ελαφρύ αεράκι με ταχύτητα τεσσάρων χιλιομέτρων την ώρα μπορεί να μεταφέρει τα σταγονίδια του σάλιου, μετά από βήχα, σε απόσταση έως 5,5 μέτρων, όπως προκύπτει από νέες εκτιμήσεις επιστημόνων με επικεφαλής έναν Έλληνα. Οι ερευνητές θεωρούν ότι οι τρέχουσες οδηγίες για τήρηση αποστάσεων έως δύο μέτρων μεταξύ των ανθρώπων προς αποφυγή μετάδοσης της νόσου Covid-19, ίσως δεν είναι επαρκείς σε όλες τις περιπτώσεις.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Δημήτρη Δρικάκη του Πανεπιστημίου της Λευκωσίας, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Physics in Fluids» του αμερικανικού Ινστιτούτου Φυσικής, δημιούργησαν μια υπολογιστική προσομοίωση, η οποία υπολογίζει πόσο μακριά από ένα άτομο που βήχει μπορούν να ταξιδέψουν τα σταγονίδια του σάλιου του, τα οποία ίσως περιέχουν τον ιό SARS-CoV-2.

Το νέο μαθηματικό μοντέλο λαμβάνει υπόψη διάφορες παραμέτρους, όπως την υγρασία, τη δύναμη διασποράς των σωματιδίων, την αλληλεπίδραση των μορίων του αέρα και του σάλιου, τη μετατροπή των σταγονιδίων σε υδρατμούς κ.α. και στη συνέχεια κάνει εκτιμήσεις με βάση διαφορικές εξισώσεις.

«Το νέφος των σταγονιδίων μπορεί να επηρεάσει τόσο τους ενήλικους όσο και τα παιδιά με διαφορετικό ύψος. Οι πιο κοντοί ενήλικες και τα μικρά παιδιά μπορεί να κινδυνεύουν περισσότερο, αν βρεθούν στην τροχιά των εκτοξευόμενων σταγονιδίων του σάλιου», σύμφωνα με τον κ. Δρικάκη. Όπως είπε, το σάλιο είναι ένα πολύπλοκο ρευστό, το οποίο ταξιδεύει αιωρούμενο σε έναν όγκο περιβάλλοντος αέρα, που απελευθερώνεται με το βήχα. Πολλοί παράγοντες επηρεάζουν το πώς ταξιδεύουν κάθε φορά τα σταγονίδια, όπως π.χ. το μέγεθος και ο αριθμός τους, η μεταξύ τους αλληλεπίδραση, η θερμότητα και η μάζα που μεταφέρουν, η υγρασία και η θερμοκρασία του αέρα στο περιβάλλον κ.α.

«Η νέα μελέτη είναι ζωτική, επειδή αφορά κατευθυντήριες οδηγίες υγείας και αποστάσεων ασφαλείας, προάγει την κατανόηση για την εξάπλωση και τη μετάδοση των αερογενών ασθενειών και βοηθά στον προσδιορισμό προληπτικών μέτρων με βάση επιστημονικά αποτελέσματα», ανέφερε ο κ. Δρικάκης, ο οποίος είναι απόφοιτος της Σχολής Μηχανολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ (1987), από όπου πήρε και το διδακτορικό του (1991). Αφού δίδαξε σε βρετανικά πανεπιστήμια (Queen Mary Λονδίνου, Cranfield και Strathclyde), είναι από το 2018 καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας στην Κύπρο.

Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:

https://aip.scitation.org/doi/10.1063/5.0011960

Τα έντονα χορευτικά αεροβικά προγράμματα μπορούν να οδηγήσουν σε εξάπλωση του κορονοϊού

Τόσο οι ιδιοκτήτες γυμναστηρίων σε πολλές χώρες (και στην Ελλάδα) όσο και οι πελάτες τους αδημονούν να ανοίξουν ξανά τα γυμναστήρια, όμως οι υγειονομικές Αρχές εμφανίζονται διστακτικές να επισπεύσουν την επαναλειτουργία τους. Μια νέα νοτιοκορεατική επιστημονική έρευνα φαίνεται να δικαιολογεί αυτή την επιφύλαξη, καθώς εκτιμά ότι ιδίως τα έντονα χορευτικά αεροβικά προγράμματα των γυμναστηρίων – που είναι ιδιαίτερα δημοφιλή κυρίως στις γυναίκες- μπορούν να οδηγήσουν σε ταχεία εξάπλωση του κορονοϊού από ένα φορέα στους γύρω του.

Ο κίνδυνος, από την άλλη, φαίνεται να είναι πολύ μικρότερος με άλλα λιγότερο έντονα προγράμματα, όπως γιόγκα και πιλάτες. Η μελέτη, αν και δεν αξιολόγησε τους κινδύνους από την αίθουσα οργάνων των γυμναστηρίων, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, όταν ανοίξουν ξανά τα γυμναστήρια, ίσως θα πρέπει να ληφθεί ειδική πρόνοια για τα διάφορα εντατικά χορευτικά αεροβικά προγράμματα, όπως η προσωρινή απαγόρευση τους ή η επιβολή περιορισμών στον αριθμό των συμμετεχόντων, στον αερισμό και στην επιφάνεια του χώρου διεξαγωγής τους κ.α.

Σε μια πόλη της Νότιας Κορέας, στην αρχή της πανδημίας, διαγνώστηκαν μέσω μοριακών τεστ 112 άνθρωποι (ο ένας στους τέσσερις χωρίς συμπτώματα), οι οποίοι μολύνθηκαν με Covid-19 σε τέτοιες τάξεις «fitness dance» 12 διαφορετικών γυμναστηρίων. Είχε προηγηθεί ένα σεμινάριο για εκπαιδευτές, στο οποίο οι οκτώ από τους 27 συμμετέχοντες κόλλησαν τον κορονοϊό. Όταν στη συνέχεια και όσο ακόμη ήταν ασυμπτωματικοί ή είχαν πολύ ελαφριά συμπτώματα, πήγαν στα γυμναστήρια για να καθοδηγήσουν τα χορευτικά προγράμματα, μετέδωσαν εν αγνοία τους τον ιό σε πολλούς πελάτες την ώρα του χορού.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ντανκούκ και του Κολλεγίου Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ντανκούκ της πόλης Τσεονάν, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Emerging Infectious Diseases” του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ, τονίζουν ότι «λόγω της αυξημένης πιθανότητας λοίμωξης μέσω σταγονιδίων, η έντονη άσκηση σε κλειστούς περιορισμένους θα πρέπει να αποφεύγεται στη διάρκεια της τρέχουσας επιδημίας, όπως και οι δημόσιες συναθροίσεις, ακόμη και σε μικρές ομάδες».

Οι επιστήμονες επεσήμαναν ότι οι μικρές κλειστές αίθουσες (έως 60 τετραγωνικών μέτρων) των γυμναστηρίων όπου γίνονται αυτά τα έντονα προγράμματα, αποτελεί ιδανικό περιβάλλον για την εξάπλωση της Covid-19. «Η υγρή θερμή ατμόσφαιρα στο γυμναστήριο, σε συνδυασμό με την ταραγμένη ροή του αέρα που προκαλείται από την έντονη φυσική άσκηση, μπορεί να διευκολύνει την πυκνότερη μετάδοση των σταγονιδίων», αναφέρουν οι Νοτιοκορεάτες ερευνητές.

Τονίζουν επίσης ότι φαίνεται να παίζει ρόλο και ο αριθμός των συμμετεχόντων σε αυτά τα προγράμματα διάρκειας σχεδόν μιας ώρας (συνήθως 50 λεπτών). Οι «τάξεις» των πέντε έως 22 ατόμων καθιστούν ευκολότερη τη μετάδοση του κορονοϊού, κάτι που δεν συμβαίνει με τις μικρές τάξεις έως πέντε ατόμων.

Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ένας εκπαιδευτής μολυσμένος με κορονοϊό, ο οποίος έκανε προγράμματα γιόγκα και πιλάτες σε ομάδες των επτά έως οκτώ ατόμων, δεν μετέδωσε σε κανένα την Covid-19.

Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:

https://wwwnc.cdc.gov/eid/article/26/8/20-0633_article#tnF1