Η θεωρία του Δαρβίνου περί καταγωγής του ανθρώπου (The Descent of Man), είναι ήδη γνωστή. Αυτό που δεν είναι ευρύτερα γνωστό, είναι η εκπληκτική ιδέα του Αναξίμανδρου, ότι ο άνθρωπος προήλθε από άλλα είδη ζώων («εξ αλλοειδών ζώων ο άνθρωπος εγεννήθη»).

Είναι απορίας άξιο πώς έφτασε ως εμάς το πιο πάνω απόσπασμα του Αναξίμανδρου.

Και είναι εύλογη η απορία, δεδομένου ότι μια τέτοια ρηξικέλευθη ανθρωπογονική αντίληψη ανατρέπει την Ιουδαιο-χριστιανική θρησκευτική παράδοση, που παρουσιάζει τον άνθρωπο ως δημιούργημα του Θεού. Αρκεί να σημειώσουμε ότι ακόμη και σήμερα, κυρίως στην Αμερική, η θεωρία του Δαρβίνου καταπολεμείται από κάποιους οπαδούς της βιβλικής εκδοχής, ότι δηλαδή ο άνθρωπος φτιάχτηκε από χώμα, επειδή καταλήγει σ’ αυτό.

Αλλά και στη σημερινή Ελλάδα, σύμφωνα με γνωστό μου αποσπασμένο εκπαιδευτικό, εδώ στην Αυστραλία, το σχολικό βιβλίο του Λ. Σταυριανού, «Ιστορία του ανθρώπινου γένους», που εκδόθηκε από τον Οργανισμό Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων (ΟΕΔΒ), για να χρησιμοποιηθεί από τους μαθητές της Α’ τάξης Λυκείου, καταπολεμήθηκε από την Εκκλησία. Κάποιοι μάλιστα φανατικοί προχώρησαν στο κάψιμό του σε πλατεία της Αθήνας.

Υποθέτω ότι το εν λόγω απόσπασμα του Αναξίμανδρου έφτασε ως εμάς, επειδή το «φιλοξένησε» ο Ευσέβιος στο έργο του, «Της Ευαγγελικής προπαρασκευής» (Βιβλίο Α’, 8).

ΔΥΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ

Για την απαρχή του φαινομένου της ζωής στον υποσελήνιο κόσμο ο Αναξίμανδρος λέει ότι τα πρώτα έμβια όντα προήλθαν από το υγρό στοιχείο, καθώς αυτό εξατμίστηκε από τον ήλιο. Για να καταλήξει σ’ αυτό το συμπέρασμα, δεν αποκλείεται να είχε παρατηρήσει κάποια έμβρυα, ακόμη και το ανθρώπινο, που πριν γεννηθούν βρίσκονται σε υγρό περιβάλλον.

Βέβαια, έχουμε και τον δάσκαλό του, τον «πατέρα» της ελληνική φιλοσοφίας, τον Θαλή, ο οποίος θεώρησε ότι το υγρό στοιχείο είναι η μήτρα του φαινομένου του κόσμου και της ζωής.

Αλλά δεν είναι μόνο ο Αναξίμανδρος που ανοίγει δρόμο για την Επιστήμη και ως εφευρέτης του «γνώμονα» (όργανο για αστρονομικές παρατηρήσεις), αλλά και ως πρώτος χαρτογράφος της Γης. Έχουμε και μία χορεία Ελλήνων φιλοσόφων, μαθηματικών, αστρονόμων κ.ά., που προλειαίνουν το έδαφος για να περάσει η μεγάλη φιλοσοφική επανάσταση εναντίον της ομηρικής και ησιόδειας θεογονικής, κοσμογονικής και ανθρωπογονικής αντίληψης της εποχής τους.

Στην αστρονομία έχουμε τον Αρίσταρχο τον Σάμιο, ο οποίος θεμελίωσε τον ηλιοκεντρικό σύστημα, για να το παραλάβει δεκαεφτά αιώνες αργότερα ο Κοπέρνικος.

Αλήθεια, με ποιο εμπειρικό δεδομένο κατέληξε ο Αρίσταρχος στο συμπέρασμα ότι «την σελήνην παρά του ηλίου το φως λαμβάνειν»; Ότι, δηλαδή, η σελήνη λαμβάνει το φως της από τον ήλιο, ενώ εμείς τη βλέπουμε αυτόφωτη; Πραγματικά, αξίζει να διαβάσει κανείς το βιβλίο του «Περί μεγεθών και αποστημάτων ηλίου και σελήνης».

Αλλ’ ας επιστρέψουμε στον Δαρβίνο, ο οποίος παρέλαβε τη σκυτάλη από τον Αναξίμανδρο. Όταν το 1871 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το βιβλίο του «The Descent of Man», η καταιγίδα που ξέσπασε στον κύκλο των θεολόγων ξεπέρασε και αυτή που είχε ξεσπάσει νωρίτερα με το προηγούμενο βιβλίο του, «The Origin of Species».

Βέβαια, η καταιγίδα ήταν αναμενόμενη, αφού τούτος ο τολμηρός φυσιολόγος και βιολόγος με μία σχεδόν μονοκονδυλιά εξοστράκιζε τον πανάρχαιο και στέρεα ενθρονισμένο μύθο της «Γένεσης» της εβραϊκής Βίβλου.

ΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΔΑΡΒΙΝΟΣ

Σύμφωνα με τη δαρβινική θεωρία, ο άνθρωπος προήλθε από το ίδιο γένος ζώων, από το οποίο προήλθε και ο χιμπατζής, καθώς και άλλα πιθηκοειδή. Συνεπώς, αποτελεί εσκεμμένη στρέβλωση αυτό που ισχυρίζονται κάποιοι, ότι δήθεν ο Δαρβίνος υποστήριξε την άποψη ότι ο άνθρωπος προήλθε κατευθείαν από τον χιμπατζή.

Άνθρωπος και χιμπατζής είναι κλαδιά από τον ίδιο βιολογικό κορμό.

Η άποψη αυτή του Δαρβίνου (με εξαίρεση κάποιες μικρολεπτομέρειες) αποτελεί πλέον αυτό που λέμε «communis opinio» στην κοινότητα των επιστημόνων, που το γνωστικό τους αντικείμενο είναι η βιολογία και η φυσική ανθρωπολογία.

Πραγματικά, οι φυσικοί ανθρωπολόγοι θεωρούν πως οι πρώτοι «ανθρωπίδες» (hominidae) εμφανίστηκαν στην Αφρική, όπου το κλίμα ήταν θερμό, πράγμα που τους βοήθησε να επιβιώσουν χωρίς την προστασία των ενδυμάτων.

Ο Αυστραλοπίθηκος λ.χ. ήταν τριχωτός, είχε ύψος 1,20 έως 1,50 μ., ζύγιζε από 27 έως 54 κιλά, είχε το 1/3 του εγκεφάλου που έχει ο σημερινός άνθρωπος, χρησιμοποιούσε απλά λίθινα εργαλεία και ζούσε ως τροφοσυλλέκτης, δηλαδή μάζευε κ’ έτρωγε ξηρούς καρπούς, φυτά και ρίζες φυτών.

Αργότερα (εδώ και 500.000 χρόνια), εμφανίστηκε ένας πιο ανεπτυγμένος τύπος ανθρωποειδούς, ο «homo erectus» (όρθιος άνθρωπος), ο οποίος διέθετε μεγαλύτερο εγκέφαλο, σχεδόν διπλάσιο από τον προηγούμενο ανθρωπίδη. Με τον εγκέφαλο αυτό κατάφερε να κατασκευάσει καλύτερα εργαλεία (από πέτρα, ξύλο και κόκκαλο), με τα οποία σκότωνε μεγαλύτερα ζώα.

Τέλος, πριν από 35.000 χρόνια, εμφανίζεται ο σημερινός τύπος ανθρώπου, ο «homo sapiens» (σοφός άνθρωπος), που άρχισε να μετακινείται πιο άνετα πάνω στη φλούδα της Γης και να πολλαπλασιάζεται γρήγορα, φτάνοντας τα 6.000.000 περίπου ψυχές.

Υπολογίζεται ότι, την εποχή του Αυστραλοπίθηκου, ο πληθυσμός των ανθρωποειδών έφτανε τις 125.000, ενώ την εποχή του homo erectus έφτανε γύρω στο 1.000.000.

Αυτά λέει η σημερινή επιστήμη της φυσικής ανθρωπολογίας, που απεγκλωβισμένη πλέον από τον θρησκευτικό μύθο χαράσσει τη δική της, ανεξάρτητη πορεία προς το φως της επιστημονικής αλήθειας. Χρωστά όμως την πρώτη ιδέα στον αρχαίο Έλληνα – τον πανάξιο Αναξίμανδρο.