Οι ομογενείς κυρίες της Άνω Βουλής της Νότιας Αυστραλίας, κ. Ειρήνη Πνευματικού και Κωνσταντίνα Μπονάρου, έχουν ξεκινήσει τον δικό τους αγώνα ώστε να καταφέρουν να πείσουν την πολιτειακή κυβέρνηση να εγκρίνει ένα νομοσχέδιο που αφορά την δωρεάν πρόσβαση ειδών προσωπικής υγιεινής ώστε όλες οι μαθήτριες σε κάθε δημόσιο σχολείο της Νότιας Αυστραλίας να έχουν πρόσβαση σε σερβιέτες και ταμπόν.

«Είναι τραγικό εν έτη 2020 να συζητάμε τα αυτονόητα και ένα τέτοια θέμα, όπως είναι η έμμηνος ρύση, που αποτελεί μια βιολογική, απόλυτα φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού κάθε κοπέλας, να παραμένει ταμπού» λέει στον «Νέο Κόσμο» η γερουσιαστής του κόμματος SA Best, κ. Κωνσταντίνα Μπονάρου. Η ίδια μαζί με την επίσης ομογενή γερουσιαστή του Εργατικού Κόμματος, κ. Ειρήνη Πνευματικού έχουν ξεκινήσει μια καμπάνια, συλλέγοντας υπογραφές ώστε να καταθέσουν ανάλογη πρόταση στην επιτροπή της Άνω Βουλής της Πολιτείας.

«Είναι ό,τι πιο φυσιολογικό συμβαίνει στο σώμα και τη ζωή μιας νεαρής κοπέλας και εμείς όχι μόνο δεν βοηθάμε τα κορίτσια αυτά με το να παρέχουμε τα απαραίτητα, αλλά αντιμετωπίζουμε κάτι τόσο φυσιολογικό, λες και είναι ντροπή» συμπληρώνει η κ. Πνευματικού.

Οι δυο γυναίκες υποστηρίζουν ότι μέχρι σήμερα το ζήτημα δεν έχει λάβει της δέουσας προσοχής και πως σε μια μοντέρνα κοινωνία και μια χώρα προοδευτική όπως η Αυστραλία, δεν νοείται τα νεαρά κορίτσια να νιώθουν ντροπή και άγχος αν δεν έχουν για κάποιο λόγο τον κατάλληλο εξοπλισμό μαζί τους στο σχολείο ή ακόμα χειρότερα, αν δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν τα απαραίτητα.

Την ίδια άποψη φαίνεται να ασπάζεται και η Επίτροπος Θεμάτων Παιδιών και Εφήβων της Πολιτείας, κ. Helen Connolly, η οποία σε πρόσφατη γραπτή αναφορά της επί του θέματος υπογράμμισε τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νεαρές μαθήτριες στα σχολεία της Πολιτείας.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας της μάλιστα, το 74% των δημόσιων σχολείων της Νότιας Αυστραλίας υποστηρίζουν ότι η πρόσβαση σε προϊόντα προσωπικής υγιεινής αποτελεί σοβαρό ζήτημα για τις νεαρές μαθήτριες ενώ 20% των σχολείων αποκαλύπτουν πως σε πολλές περιπτώσεις δασκάλες και καθηγήτριες αναλαμβάνουν το κόστος και την αγορά προϊόντων υγιεινής για τις μαθήτριες τους.

«Να σημειώσουμε επίσης εδώ ότι το 88% των σχολείων έχουν σύμφωνα με την έρευνα εκφράσει την επιθυμία να αναλάβει το κράτος το κόστος προμηθειών των προϊόντων αυτών για τα παιδιά μας» λέει η κ. Μπονάρου η οποία εξηγεί ότι αν ψηφιστεί ένα τέτοιο νομοσχέδιο θα δώσει την ευκαιρία στο υπουργείο Παιδείας και εκπαίδευσης να σχεδιάσει ένα πιλοτικό πρόγραμμα και να καθορίσει το μέγεθος και τη διάρκεια της ενίσχυσης που το κράτος μπορεί να υποστηρίξει εφόσον αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητά του.

«Και όμως υπάρχει ακόμα στίγμα γύρω από το ζήτημα ακόμα και μεταξύ των νεαρών κοριτσιών που αποφεύγουν να το συζητούν ακόμα και αναμεταξύ τους. Είναι κρίμα πραγματικά να έχουμε προχωρήσει τόσο σαν κοινωνία και να έχουμε μείνει τόσο πίσω σε αυτό. Δεν ξέρω καμία μητέρα ή και πατέρα που θα είχε αντίρρηση να περάσει ένα τέτοιο νομοσχέδιο. Εγώ έχω δύο γιούς και δύο κόρες στην εφηβεία και θεωρώ ότι όχι μόνο είναι απαραίτητη η εφαρμογή του νομοσχεδίου αλλά είναι και αδιανόητη η αντίσταση που μέχρι πρότινος φαίνεται να προβάλει η κυβέρνηση» λέει η ομογενής νομικός Δήμητρα Μ.

Η κ. Ελένη, εκπαιδευτικός στο επάγγελμα στηρίζει την προσπάθεια.

«Διδάσκω σε κολέγιο θηλέων, και οι μαθήτριες μου είναι 12 και 13 ετών. Είναι αμέτρητες οι φορές που έχω δει μαθήτρια μου να έρχεται σε δύσκολη θέση είτε γιατί δεν έχει μαζί της τα απαραίτητα, είτε γιατί έχει λερωθεί κατά την διάρκεια της ημέρας αλλά δεν μπορεί να «αλλάξει» στο σχολείο» λέει η 30χρονη εκπαιδευτικός.

«Πάνω από 22.000 ανήλικα παιδιά ζουν στην Νότια Αυστραλία στα όρια της φτώχειας και δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν τα είδη υγιεινής που χρειάζονται. Ζητούμε να γίνει η δοκιμή για την χρονική περίοδο ενός εξαμήνου και έπειτα να αναθεωρήσουμε και να εξετάσουμε αν πρέπει να ψηφιστεί το νομοσχέδιο, για το καλό των κοριτσιών μας αλλά και των εκπαιδευτικών μας» καταλήγει η κ. Πνευματικού.