Ο Rale Rasic είναι μια φυσιογνωμία γνωστή για όλους τους ποδοσφαιρόφιλους και ειδικότερα τους πιο παλιούς της δεκαετίας του 70′ και του 80′, όταν και πραγματοποίησε σπουδαία καριέρα στους πάγκους αρκετών ομάδων της Αυστραλίας.

Αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο επίτευγμά του αποτελεί η ανάδειξή του σε ομοσπονδιακό τεχνικό της εθνικής Αυστραλίας σε ηλικία μόλις 34 ετών τον Ιούλιο του 1970 αλλά και η πρόκριση για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, πρώτη στα χρονικά για τους Αυστραλούς.

Έχοντας διαγράψει μια τεράστια πορεία μέσα σε αυτά τα χρόνια, με αγώνες κόντρα σε τεράστιες εθνικές ομάδες (μεταξύ των οποίων και αυτή της Ελλάδος) και πολλά ταξίδια, ο Βοσνιακής καταγωγής πρώην προπονητής έχει συλλέξει πολλά αντικείμενα μέσα στα χρόνια και μίλησε στον “Νέο Κόσμο” για την ιδέα του να τα εκθέσει σε ένα μουσείο ποδοσφαιρικής ιστορίας για τις επόμενες γενιές φιλάθλων.

“Έχω συνδεθεί με πολλές χώρες. Την Ελλάδα, την Γερμανία, την Βραζιλία… Έχω επαφές με τον Πελέ, τον Μάριο Ζαγκάλο, τον Ντιέγκο Μαραντόνα, ότι μπορείτε να φανταστείτε”, είπε ο σπουδαίος προπονητής.

Η φανέλα του Πελέ από τον τελικό του Μουντιάλ του 1971 είναι μόλις ένα από τα ιστορικά κειμήλια που έχει στην πλούσια συλλογή του ο Rale Rasic. Φώτο: Twitter

Η ιδέα αυτή μπορεί να ήταν έμπνευση του Rasic, ωστόσο όπως αναφέρει ο 84χρονος, δεν θα είχε κανένα περιθώριο εξέλιξης αν δεν ήταν ο κορυφαίος πρώην ραδιοτηλεοπτικός παραγωγός Harry Michaels.

“Δεν έχω γνωρίσει κανέναν σαν κι αυτόν. Έχουμε συνεργαστεί μαζί για πολλά χρόνια στην τηλεόραση και υπάρχει αλληλοεκτίμηση μεταξύ μας. Του τηλεφώνησα μια μέρα με ορισμένες προτάσεις, η πρώτη εκ των οποίων ήταν η παραγωγή ενός ποδοσφαιρικού φιλμ, όμως αυτή για το μουσείο ήταν που τον κέρδισε. Κι από τότε, ο Harry το΄χει σαν προσωπική αποστολή του να δει αυτό το όραμα να γίνεται πράξη”.

Η ιδέα αυτή συνεχίστηκε με τη δημιουργία μιας επιτροπής, ενώ αργότερα βρέθηκαν και με τον πρόεδρο της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της Αυστραλίας (Football Federation Australia – FFA), Κρις Νίκου, κι έπεσε στο τραπέζι και η ιδέα το μουσείο αυτό να γίνει στα γραφεία της στη Νέα Νότια Ουαλία.

“Καμία ομοσπονδία στον κόσμο δεν το έχει αυτό. Στη Γερμανία, τα κεντρικά είναι στην Φρανκφούρτη και το μουσείο είναι στο Ντόρτμουντ. Η Βραζιλία έχει ένα (μουσείο) στο Ρίο, ένα στο Σάο Πάολο κι άλλα από’ δω κι από’ κει. Αλλά κανείς δεν τα έχει όλα σ’ ένα σημείο. Γι’ αυτό κι εμείς θέλουμε να δημιουργήσουμε το σπίτι του ποδοσφαίρου. Έτσι ώστε κάθε ποδοσφαιρόφιλος που έρχεται στη χώρα μας να έχει την ευκαιρία να επισκεφθεί τα γραφεία και ο πρόεδρος να του παρουσιάζει την ιστορία του αθλήματος”.

Ο Rale Rasic (τέρμα δεξιά στη φωτό) έχει εκφράσει έντονα την επιθυμία του να δημιουργήσει ένα ποδοσφαιρικό μουσείο. Φώτο: AAP/Dean Lewins

Συνεχίζοντας την κουβέντα, ο Rasic κάνει μια μίνι-αναδρομή τόσο στην δική του καριέρα, όσο και στην εξέλιξη του αθλήματος στη χώρα.

“Το ποδόσφαιρο επέστρεψε στη χώρα το 1963 έπειτα από πρωτοβουλία του σπουδαίου Θεόδωρου Μαρμαρά, ενός πανέξυπνου Έλληνα. Ο Μαρμαράς πήγε στην FIFA και τους μίλησε ειλικρινά, παραδέχτηκε πως έχουν γίνει λάθη και πως χρειαζόμασταν βοήθεια. Έτσι άρχισαν να έρχονται σπουδαίοι παίκτες στη χώρα όπως ο Νεστορίδης, ο Λαμπρόπουλος, ο Μαργαρίτης, κ.ά.”.

Ακόμη αναφέρθηκε και σε κάποια σημεία της θητείας του στον πάγκο της εθνικής Αυστραλίας τα οποία του έχουν μείνει χαραγμένα στην μνήμη.

“Κάναμε μια παγκόσμια περιοδεία 15 αγώνων σε διάφορες πόλεις του κόσμου. Μετά τον αγώνα μας στην Τεχεράνη κόντρα στο Ιράν, πήγαμε να παίξουμε στην Αθήνα με την εθνική Ελλάδος. Εκεί έβαλα τους παίκτες να κάνουν πολύ δυνατή προπόνηση την ημέρα πριν τον αγώνα. Κι ο μεγάλος Φέρενς Πούσκας που ήρθε να μας παρακολουθήσει ήρθε και ρώτησε τον φροντιστή της ομάδας μας “Καλά, είναι τρελός ο άνθρωπος; Τέτοια προπόνηση πριν το παιχνίδι;”

Κι όμως, καταφέραμε και κερδίσαμε το ματς 1-3 και μάλιστα κόντρα σε μια σπουδαία εθνική Ελλάδος με παίκτες όπως ο Παπαϊωάννου, ο Δομάζος, ο Οικονομόπουλος, κλπ.

Τα αντικείμενα που έχει συλλέξει ο Rasic δεν είναι μόνο δικά του, αφού με το άκουσμα της είδησης για τη δημιουργία του μουσείου, πολλοί ήταν αυτοί που έσπευσαν να συνεισφέρουν:

“Από την ημέρα που ο κόσμος έμαθε για αυτό που προσπαθώ να κάνω, έχω δεχθεί εκατοντάδες κλήσεις από ανθρώπους που θέλουν να συμμετάσχουν. Άλλοι μου έδωσαν κάποιες εμφανίσεις από προηγούμενα παγκόσμια κύπελλα, άλλοι μου τηλεφώνησαν να μοιραστούν κάποια άλλα αντικείμενα αμύθητης (ποδοσφαιρικής) αξίας. Κι αυτό αποδεικνύει πως το άθλημά μας φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά ο ένας στον άλλον”, κατέληξε ο πρώην ομοσπονδιακός τεχνικός.