Οι νεότεροι μπορεί να μην τον θυμούνται αλλά για τους παλιούς ο Αλέκος Ιακωβίδης ήταν ένα θρύλος.Ένας θρύλος της πάλης που βρέθηκε στη Μελβούρνη (από τον Άψαλο Πέλλας) το 1954 και πέτυχε ανεπανάληπτους θριάμβους στα ρινγκ κάνοντας υπερήφανους τους Έλληνες μετανάστες.

Ο Αλέξανδρος Ιακωβίδης πέθανε την περασμένη Κυριακή, 14 Ιουνίου, σε ηλικία 91 ετών.

Στη μνήμη του και για να μαθαίνουν οι νεότεροι και να θυμούνται οι παλαιότεροι δημοσιεύουμε εδώ μια συνέντευξη που είχε δώσει το 1994 στο Νίκο Κιτσάκη:

“Ο Αλέκος Ιακωβίδης δεν χρειάζεται συστάσεις. Πασίγνωστος στη Μελβούρνη και σε όλη την Αυστραλία, αλλά και σε τόσα μέρη του κόσμου από τους πολύχρονους και νικηφόρους του αγώνες στο ρινγκ. Πάλαιψε πάνω από είκοσι χρόνια στα μεγαλύτερα ρινγκ του κόσμου με τους μεγαλύτερους παλαιστές της εποχής του και ποτέ, μα ποτέ, δεν έχασε αγώνα μόνος του. Μόνο μια φορά σε αγώνα ζευγαριών με παρτενέρ τον, επίσης, μεγάλο Έλληνα πρωτοπαλαιστή μας Σπύρο Αρίωνα, έχασαν στο Φεστιβάλ της Μελβούρνης από το ζευγάρι Κίλλεφ Κοβάλσκι-Μπουλντόγκ Μπράουν…

Από την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου στην περιοχή του Φουτσκράϊ-Γιάραβιλ για ν’ αρχίσω ένα μεγάλο αφιέρωμα στα Δυτικά Προάστια, ο Αλέκος Ιακωβρίδης ήταν απ’ τους πρώτους που ήθελα να συναντήσω και να γράψω την ιστορία του.

Να ξαναθυμηθούμε τον παλαιστή απ’ τον Άψαλλο του Νομού Πέλλης, που έδινε την ψυχή του πάνω στο ρινγκ για να κερδίσει τους αντιπάλους του και να τιμήσει την Ελλάδα και τους Έλληνες φιλάθλους της Μελβούρνης και όλης της Αυστραλίας, που γέμιζαν τα στάδια όπου κι αν πάλευε, να τον υποστηρίξουν και να του συμπαρασταθούν.

Να ξαναθυμηθούμε τον Αλέκο Ιακωβίδη με τις φοβερές κεφαλιές του που πάλευε για μια περηφάνια, για την Ελλάδα και το άθλημα που ξεκίνησε στην πατρίδα μας και όχι για τα λεφτά.

Για να του χτυπήσουν την πλάτη πέντε φίλοι απ’ το Φουτσκράϊ και το Γιάρραβιλ και να του πουν: “Μπράβο ρε Αλέκο…

Καλά του έκανες του Τουρκαλά και του έσπασες το κεφάλι…”

Αυτό και μόνο τον ευχαριστούσε. Γι’ αυτό με τους διοργανωτές δεν τα πήγαινε ποτέ καλά. Δεν τους έκανε τα χατίρια και δεν δεχόταν συμβιβασμούς από κανέναν. Πάλευε στα ίσια.

Συναντηθήκαμε στο ρεστωράν που έχει με τ’ αδέλφια του Γιώργο και Γιάννη στο Γιάρραβιλ και μετά από ένα καφεδάκι ανεβήκαμε πάνω στο χωλ, Olympia Reception, για να τα πούμε με την ησυχία μας.

– Πες μας Αλέκο, πώς έγινεc παλαιστής;

– Από μικρό παιδί ήμουν σωματερός και γεροδεμένος. Στα δεκάξι μου χρόνια άρχισα να παλεύω έτσι για χόμπι στα χωριά του νομού Πέλλης και μετά πήγα στη Θεσσαλονίκη όπου γυμναζόμουν στην Ελληνορωμαϊκή πάλη.

Στην Αυστραλία ήρθα το 1954 κι έπιασα δουλειά στα χυτήρια του «Αεροστήλη» στο Φουτσκράϊ. Παρά τη σκληρή δουλειά και την κούραση, μόλις τελείωνα το οκτάωρο πήγαινα στο γυμναστήριο και γυμναζόμουν και στις δυο πάλες, στην Ελληνορωμαϊκή και στην ελευθέρα.

Η Ελληνορωμαϊκή είναι η βάση για όλα και όταν ξέρεις Ελληνορωμαϊκή ξέρεις πώς να σταθείς μέσα στα ρινγκ. Εγώ ήμουν πολύ καλός στην Ελληνορωμαϊκή από την Ελλάδα και αυτό με βοήθησε πολύ όταν μεταπήδησα στην ελευθέρα, δηλαδή στην επαγγελματική πάλη.

-Θυμάσαι πότε έδωσες τον πρώτο σου αγώνα στην Αυστραλία;

-Και βέβαια θυμάμαι. Ξεχνιούνται αυτά; Στις 14 Σεπτέμβρη του ’56 με έναν Λιβανέζο ονόματι Αγιούπ, στο Εξιμπίσιον Μπίλντινγκ, τον οποίο κέρδισα παλικαρίσια. Αυτή ήταν η αρχή στην επαγγελματική πάλη και σταμάτησα να δουλεύω στα χυτήρια.

-Κερδίζατε πολλά χρήματα από τους αγώνες;

-Εκείνα τα χρόνια παλεύαμε με ποσοστά. Άλλοτε βγάζαμε αρκετά, άλλοτε όχι.

-Ερχότανε πολύς κόσμος στους αγώνες;

-Τις περισσότερες φορές γεμίζαμε το Φέστιβαλ Χωλ και το Εξιμπίσιον Μπίλντνγκ. Εξαρτιόταν και από τους αντιπάλους.

-Πότε έδωσες αγώνες έξω από την Αυστραλία;

-Μόλις κέρδισα τη ζώνη του πρωταθλητή Αυστραλίας στις 23 Δεκέμβρη του ’58 στο Melbourne Town Hall, από τον Αυστραλό Ray Holden, με κάλεσαν να πάω στην Ιαπωνία για μια σειρά αγώνων. Εκεί έμεινα 7 μήνες και έδωσα συνολικά 45 αγώνες χωρίς να χάσω κανέναν.

Ο τελευταίος αγώνας με τον Ιάπωνα παγκόσμιο πρωταθλητή Ρίκη Τόζα στο Τόκιο, μπροστά σε εκατό χιλιάδες κόσμου ήταν και το πιο δύσκολο παιγνίδι της εικοσάχρονης καριέρας μου ως επαγγελματίας παλαιστής.

Παλέψαμε 12 γύρους των 10 λεπτών, σκοτωθήκαμε στο ξύλο και, τελικά, δεν κέρδισε κανένας. Αυτόν τον αγώνα θα τον θυμάμαι μέχρι να πεθάνω. Αρκεί να σας πω ότι την άλλη μέρα μετά τον αγώνα η φωτογραφία μου ήταν στα εξώφυλλα των Ιαπωνικών περιοδικών.

-Ποιους άλλους σημαντικούς αγώνες θυμάσαι;

-Έδωσα πολλούς μεγάλους αγώνες με τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκοσμίου κατς της εποχής εκείνης, όπως το ’61 με τον Αμερικανό και παγκόσμιο πρωταθλητή Λήο Καριμπάλντι, απ’ τον οποίο πήρα τον τίτλο και τη ζώνη, καθώς κι ένα παιγνίδι στο Σίδνεϊ με τον Κινγκ Κέρτις απ’ τη Χαβάη, όπου ήρθαν να μας δουν 13 χιλιάδες άτομα!

-Απ’ τους Έλληνες παλαιστές που ήρθαν κατά καιρούς στην Αυστραλία ποιους ξεχώρισες;

-Όλοι ήταν καλοί παλαιστές, Καρπόζηλος Λαμπράκης. Παπαλαζάρου, Καμπαφλής, Αρίων, Καρυστινός, Πανάγος, Δουρβετάκης και, φυσικά, ο Γιώργος Γκουλιόβας που ήρθε πιο αργά τη δεκαετία του ’70 ήταν σπουδαίος παλαιστής. Με τους περισσότερους είχα παίξει ως ζευγάρι.

Τα χρόνια εκείνα και ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’60 η πάλη ήτανε στις δόξες της. Όλοι οι Έλληνες, στη Μελβούρνη, στο Σίδνεϊ και όπου αλλού παλεύαμε έρχονταν να μας δουν και να μας υποστηρίξουν.

Ελληνας μάλιστα ήταν και ο διοργανωτής των παλαιστικών αγώνων, ο Τζωρτζ Γκάρντεν (Γιώργος Περιβολάρης) που είχε φέρει το ’59 τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκοσμίου κατς, τον θρυλικό Τζιμ Λόντο, τον Ιταλό Πρίμο Καρνέρα και το μεγαθήριο Κινγκ Κονγκ.

Σημειώστε κι αυτό. Κι εδώ στην Αυστραλία βγάλαμε καλούς Έλληνες παλαιστές, όπως οι αδελφοί Τόλιου, οι αδελφοί Κοντέλλη και ο Κώστας Ντάντος στο Σίδνεϊ, ο Ελ Γκρέκο, ο Πέτρος Σκαπέτης, ο Κώστας Ευαγγελίδης και ο γιός μου Κώστας Ιακωβίδης εδώ στη Μελβούρνη.

-Για τον γιο σου τον Κώστα, που ακολούθησε τα βήματά σου, τι έχεις να πεις;

-Αν και η πάλη τώρα, δεν είναι όπως τα χρόνια εκείνα τα δικά μου, τουλάχιστον εδώ στην Αυστραλία, εντούτοις νοιώθω περηφάνια για τον Κώστα, γιατί είναι πολύ καλός παλαιστής. Εμείς, εδώ στη Μελβούρνη δεν τον βλέπουμε σε αγώνες, αλλά στην Αμερική και σ’ άλλα μέρη του κόσμου όπου πάει και αγωνίζεται έχει κάνει πολύ καλό όνομα.

-Αλέκο, οπωσδήποτε θα έχεις παρακολουθήσει την αμερικάνικη πάλη στην τηλεόραση. Πες μας ποια είναι η διαφορά από την πάλη της δικής σου εποχής;

-Έχουν αλλάξει παρά πολύ τα πράγματα. Η πάλη που βλέπουμε απ’ την Αμερική είναι θέαμα, και μιλάμε για πολύ θέαμα που αρέσει στον κόσμο.

Αλλιώς δεν εξηγείται το γεγονός ότι 20-30 παλαιστές γεμίζουν τα στάδια σε κάθε αγώνα και πολλές φορές τραβάνε μέχρι 100 χιλιάδες κόσμο. Προσωπικά τους θαυμάζω τους Αμερικάνους, διοργανωτές και παλαιστές.

Σήμερα οι παλαιστές δεν είναι μόνο καλοί αθλητές, είναι και καλοί ομιλητές στις συνεντεύξεις που δίνουν στην τηλεόραση, δημιουργώντας έτσι μια ατμόσφαιρα που δεν την βλέπεις σε κανένα άλλο σπορ.

Οι ετήσιες εισπράξεις των παλαιστικών διοργανώσεων της Αμερικής ξεπερνούν το ενάμισι δισεκατομμύριο δολάρια, και ονόματα όπως ο Χάλια Χόγκαν κερδίζουν μέχρι ένα εκατομμύριο!

Στις ημέρες μου εμείς παλεύαμε για ψίχουλα και δεν ήταν λίγες οι φορές που σπάγαμε τα κεφάλια μας. Να κοίταξε εδώ να δεις και μόνος σου τα σημάδια που έχω στο κεφάλι μου απ’ τα πολλά χτυπήματα.

Από την πάλη δεν κέρδισα όσα έπρεπε, γιατί έβλεπα την πάλη πρώτα σαν άθλημα και μετά σαν επάγγελμα. Πάλευα για μια περηφάνια, για το Ελληνικό όνομα, για το άθλημα και τους φίλους μου. Πάλεψα και για την πατρίδα, δίνοντας τα χρήματα στον έρανο για τις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις.

Αυτός είναι ο Αλέκος Ιακωβίδης, λίγο πιο γέρος βέβαια και πιο αδύνατος απ ότι τον ξέραμε πάνω στα ρινγκ, αλλά κατά τ’ άλλα είναι ο ίδιος, ο πρωτοπαλαιστής μας από τον Άψαλλο Πέλλης”.