«Πώς ένα λάθος παρ’ ολίγο να μου καταστρέψει την ζωή»

«Έκλεβα ακόμα και από τους δικούς μου ανθρώπους. Κορόιδευα και έλεγα ψέματα στον ίδιο μου τον εαυτό. Ήμουν άρρωστος και δεν το ήξερα» λέει ο νεοφερμένος Γιάννης

Όταν γνωρίζει κανείς τον Γιάννη Σίμωση, είναι δύσκολο να φανταστεί ότι ο προσγειωμένος, ώριμος, και ευγενής ομογενής ήταν μέχρι πρότινος ένας άνθρωπος εθισμένος στον τζόγο που με τις επιλογές και τις πράξεις του πλήγωνε όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και τους αγαπημένους του.

Γεννημένος σε μια ελληνική παραδοσιακή οικογένεια, ο Γιάννης, μεγάλη αδυναμία της Ελληνοαυστραλής μητέρας του Νίκης, που γεννήθηκε στο Σίδνεϊ από μετανάστες γονείς, ομολογεί ότι η αγάπη της οικογενείας του αλλά και η γενναιοδωρία τους, ήταν αυτή που τον βοήθησε να ξεφύγει τελικά από τον Γολγοθά του εθισμού.

Η γνωριμία του Γιάννη με τον σκοτεινό χώρο των στοιχημάτων ξεκίνησε σε πολύ νεαρή ηλικία.

«Από πέντε ετών ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο, αλλά μαζί με τον έρωτα μου για την μπάλα, άρχισε δυστυχώς σταδιακά να εκδηλώνεται και ο έρωτας μου για τον τζόγο», λέει στο «Νέο Κόσμο» ο νεαρός ποδοσφαιριστής από το Αλιβέρι, ο οποίος θυμάται πως είχε μόλις κλείσει τα 12 του χρόνια όταν μόνος του αποφάσισε να επισκεφθεί το πρακτορείο του χωριού του για να δοκιμάσει την τύχη του στο «στοίχημα».

Ο εθισμός δεν άργησε να έρθει.

Ο Γιάννης πλέον δεν ανησυχεί για το μέλλον και θέλει να μοιραστεί την ιστορία του για να βοηθήσει συνανθρώπους μας. Φώτο: Supplied

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Ο νεαρός Γιάννης, ξεχωρίζει για το έμφυτο ταλέντο του στο ποδόσφαιρο που σε ηλικία 16 ετών του εξασφαλίζει μια θέση στην ποδοσφαιρική ομάδα του Πανιωνίου.
Μετακομίζει στην Αθήνα και με την στήριξη των ευκατάστατων γονιών του που διατηρούσαν μια επιτυχημένη επιχείρηση στο Αλιβέρι, ξεκινάει μια νέα ζωή γεμάτος όνειρα και φιλοδοξίες να γίνει μια ημέρα ένας σπουδαίος ποδοσφαιριστής.

Η μεταγραφή του στο Πανιώνιο, οι επιτυχίες και η συμμετοχή του σε αγώνες με την Εθνική ομάδα, και άλλες ποδοσφαιρικές ομάδες σε Ελλάδα και εξωτερικό, εξασφαλίζουν στον πολλά υποσχόμενο αθλητή υπέρογκα ποσά, πολυτέλειες, δόξα, φήμη αλλά και την ψευδαίσθηση ότι είναι ανίκητος.

Μένει με συναθλητές του σε διαμερίσματα της ομάδας και λαμβάνει μισθό που ένας 16χρονος μπορεί μόνο να ονειρεύεται.

Ανώριμος, εγωιστής, και ανεύθυνος, όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει τον παλιό «κακό» εαυτό του, ξοδεύει και τα δικά του χρήματα και τα χρήματα που του στέλνουν οι δικοί του για να ικανοποιήσει την κακή του συνήθεια, και βυθίζεται όλο και περισσότερο στον σκοτεινό κόσμο του τζόγου καταλήγοντας να χρωστάει υπέρογκα ποσά χιλιάδων ευρώ, τα οποία αδυνατεί να ξεπληρώσει.

«Προτιμούσα να μείνω νηστικός από το να μην παίξω μια μέρα. Ήμουν άρρωστος και δεν το ήξερα και το συνειδητοποίησα σε μια στιγμή, την μια και μοναδική ημέρα που δεν «έπαιξα», και αυτό όχι επειδή δεν ήθελα, αλλά επειδή δεν είχα πια άλλα χρήματα να ξοδέψω. Tότε ένιωσα για πρώτη φορά σαν ναρκομανής που δεν πήρε την δόση του, αισθάνθηκα αυτό το έντονο σύνδρομο στέρησης. Ο εθισμός μου στον τζόγο είχε κυριεύσει όχι μόνο εμένα αλλά και όλη μου την ζωή παρόλα αυτά αν τότε κάποιος μου έλεγε πως είμαι εθισμένος στον τζόγο, όχι μόνο δεν θα το παραδεχόμουν, αλλά μπορεί και να τον έβριζα», λέει ο Γιάννης ο οποίος παρά το γεγονός πως αντιλαμβανόταν το πρόβλημα του, δεν αποφάσιζε να το παραδεχθεί, να αναλάβει τις ευθύνες του και να αλλάξει συνήθειες.

Επειδή όμως «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον» τα κακά μαντάτα μεταφέρονται γρήγορα σε προπονητές και παράγοντες οι οποίοι ενημερώνονται για τα όσα συμβαίνουν με τον παίκτη τους και η καριέρα του Γιάννη αρχίζει να παίρνει την φθίνουσα πορεία.

«Δεν το καταλάβαινα τότε αλλά πλέον αντιλαμβάνομαι πλήρως τον βαθμό στον οποίο ο τζόγος επηρέαζε όχι μόνο την ζωή μου, τις σχέσεις με τους δικούς μου, και το χαρακτήρα μου αλλά και την όποια καριέρα μου αφού δυσκολευόμουν να συγκεντρωθώ, με κυνηγούσαν άνθρωποι στους οποίους χρωστούσα και ήμουν διαρκώς αναγκασμένος να λέω ψέματα για να καλύψω το πρόβλημα μου».

Ο Γιάννης με τον πατέρα του Σωτήρη, ο οποίος στάθηκε στο πλευρό του γιου του μαζί με την σύζυγο του Νίκη. Φώτο: Supplied

ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΙ

Η ξαφνική οικονομική καταστροφή του μέχρι τότε ευκατάστατου πατέρα του Γιάννη, Σωτήρη, αποτελεί σταθμό στην απόφαση του 29χρονου αθλητή να αλλάξει ζωή και συνήθειες.

«Ενδεχομένως να βρισκόμουν ακόμα στην ίδια κατάσταση αν δεν ερχόταν από τον πατέρα μου το τελεσίγραφο εκείνη την ημέρα» παραδέχεται ο Γιάννης.

«Ή αλλάζεις ή φεύγεις». Με αυτά τα λόγια ο κ. Σωτήρης, κατάφερε να ταρακουνήσει και να πείσει τον πρωτότοκο γιό του να κάνει στροφή 180 μοίρες και να εγγραφεί σε κέντρο αποτοξίνωσης στο οποίο έμεινε εσώκλειστος τρείς ολόκληρους μήνες, μακριά από την οικογένεια του και την επί έξι χρόνια σύντροφο του, Βασιλική.

«Στο κέντρο απεξάρτησης ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ συνειδητοποίησα πως όλα αυτά τα χρόνια κορόιδευα και έλεγα ψέματα στον ίδιο μου τον εαυτό. Εκεί έμαθα να αναγνωρίζω τις συνέπειες των πράξεων μου, να κοιτάω την αλήθεια κατάματα και να παραδέχομαι τα λάθη μου. Συνειδητοποίησα πως τελικά μόνο εγώ έχω την ευθύνη και μπορώ να βοηθήσω τον εαυτό μου», συνεχίζει ο Γιάννης ο οποίος από το 2016 παραμένει «καθαρός» και με την αγάπη και την στήριξη των δικών του που ποτέ δεν τον εγκατέλειψαν αλλά και της Βασιλικής, κοιτάει το μέλλον αποφασισμένος να γίνεται κάθε μέρα και καλύτερος άνθρωπος.

Με την αγαπημένη του Βασιλική. Φώτο: Supplied

ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ

Ο Γιάννης και η Βασιλική παντρεύτηκαν πριν λίγους μήνες.

Τον περασμένο Φεβρουάριο το ζευγάρι μετανάστευσε στην Αυστραλία και εγκαταστάθηκε στην Αδελαΐδα.

Με την βοήθεια του ομογενούς επιχειρηματία Σταύρου Παρίσσου, ιδιοκτήτη της ποδοσφαιρικής ομάδας Adelaide Olympic FC, τον οποίο ο Γιάννης ευγνωμονεί για την εμπιστοσύνη και την στήριξη που του έδειξε, ο νεαρός αθλητής παίζει ποδόσφαιρο, εργάζεται ως οδηγός και κυνηγός ταλέντων ποδοσφαίρου ενώ δεν διστάζει να παραδεχθεί πως συνεχίζει τις συναντήσεις του με τους ανώνυμους τζογαδόρους αν και όπως λέει ο τζόγος πλέον αποτελεί παρελθόν για τον ίδιο.

Την ίδια στιγμή ξεπληρώνει ακόμα τα χρέη του πίσω στην Ελλάδα.

«Όταν είσαι εθισμένος δεν ζεις. Δεν καταλαβαίνεις πόσα λάθη κάνεις, και πόσο πληγώνεις τους πάντες γύρω σου αλλά και τον ίδιο σου το εαυτό. Δυστυχώς αν δεν πιάσεις πάτο, δεν μαθαίνεις. Εγώ πάτωσα και έμαθα και σήμερα είμαι εδώ γιατί θέλω να πω σε όλους πως υπάρχει λύση. Αρκεί να μιλήσουμε, να μοιραστούμε με τους δικούς μας το πρόβλημα μας και να έχουμε το θάρρος να ζητήσουμε βοήθεια. Εγώ δεν γυρίζω πίσω. Νιώθω πως ξεκινώ πάλι από το μηδέν αλλά δικά μου τα λάθη, δική μου πλέον και η ευθύνη. Είμαι αποφασισμένος να τα καταφέρω.

«Το οφείλω και σε μένα και στους δικούς μου ανθρώπους που πλέον πιστεύουν και πάλι σε εμένα», καταλήγει ο ομογενής.