Αύριο Κυριακή, στην εκκλησία Εισοδίων της Θεοτόκου North Balwyn, θα τελεστεί μνημόσυνο (κεκλεισμένων των θυρών) υπό του πατρός Νικολάου, για ανάπαυση των ψυχών, των υπέρ πίστεως και πατρίδας σφραγισθέντων υπό των Τούρκων, την 9η Ιουλίου 1821 στην Κύπρο.
Ως γνωστόν, η Κύπρος, τιμά αυτή την ημερομηνία, την επέτειο της θυσίας του αρχιεπισκόπου Κυπριανού και άλλων κληρικών και λαϊκών, που τάχθηκαν στο πλευρό της επανάστασης του Έθνους το 1821, κατά του Οθωμανικού ζυγού.

Τα οστά τους, βρίσκονται σε υπόγεια κρύπτη στην εκκλησίας της Φανερωμένης στη Λευκωσία, ενώ η επιτύμβια πλάκα αποκαλύπτει τα ονόματα, για να θυμίζουν το τίμημα της Κύπρου στον αγώνα του ελληνισμού για εθνική ανάταση.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚO

Ο Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου Κυπριανός, ήταν ήδη μυημένος στη Φιλική εταιρία. Ζώντας πολλά χρόνια στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες, προσπαθούσε να διαφυλάξει με κάθε κόστος την ασφάλεια των Κυπρίων.
Από την άλλη ο Τούρκος Κυβερνήτης της Κύπρου Κιουτσούκ Μεχμέτ, ήταν αποφασισμένος να καταστείλει οποιαδήποτε απόπειρα επανάστασης. Με αφορμή λοιπόν προκηρύξεις που διένειμε στη Λάρνακα ο Αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος Θησέας, ο Κιουτσούκ κατήγγειλε στην Υψηλή Πύλη ότι οι Έλληνες Κύπριοι ετοίμαζαν επανάσταση, υποβάλλοντας ταυτόχρονα και κατάλογο επιφανών προσώπων

Θυμίζουμε, ότι η Ιστορία χαρακτηρίζει την έγκριση της Υψηλής Πύλης (Κωνσταντινούπολης) για τη σφαγή επιφανών και αφανών με σκοπό τη τρομοκρατία και εξάρθρωση τυχόν επαναστατικού δικτύου στην Κύπρο προς το Έθνος, «σαν ένα πρωτοφανές ξέσπασμα θηριωδίας». Αυτή την περίοδο, σφαγιάστηκαν ή απαγχονίστηκαν και δημεύτηκαν οι περιουσίες πεντακοσίων Κυπρίων.

Ο ΑΠΑΓΧΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΡΧ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ (1821)

Πρώτος απαγχονίστηκε ο Αρχιεπίσκοπος και ακολούθησε ο αποκεφαλισμός των Μητροπολιτών Πάφου, Κιτίου και Κυρήνειας και των λαϊκών.
Τις τραγικές εκείνες μέρες της Κύπρου, περιγράφει μέσα από το ποίημά του «Η 9η Ιουλίου του 1821», ο εθνικός διαλεκτικός ποιητής της μεγαλονήσου Βασίλης Μιχαηλίδης, στηριζόμενος στην αφήγηση του τότε περιηγητή Τζον Καρνε.

«Αντάν αρτζέψαν οι κρυφοί
ανέμοι τζι εφυσούσαν
τζι αρκίνησεν εις την Τουρτζιάν
να κρυφοσυννεφκιάζη
τζαι που τες τέσσερις μερκές
τα νέφη εκουβαλούσαν
ώστι να κάμουν τον τζαιρόν
ν’ αρκτιεύκη να στοιβάζη,
είσιεν σγιάν
είχαν ούλλοι τους
τζι η Τζιύπρος το κρυφόν της
μεσ’ στους ανέμους τους κρυφούς
είσιεν το μερτικόν της…»

Το ποίημα, που περιγράφει την συνεισφορά του νησιού στο βωμό της πατρίδας και τη θυσία των απαγχονισθέντων, είναι γραμμένο στην κυπριακή τοπολαλιά και χαρακτηρίζεται σαν έργο υψηλής τέχνης, ένα αριστούργημα στη σύλληψη και εκτέλεση, με δραματική περιγραφή και λυρική έκφραση, με μουσικό στίχο και παραστατικότητα, όπως άλλωστε όλα τα έργου του ποιητή της μεγαλονήσου.

«Δεν φεύκω, Kιόρογλου, γιατί,
αν φύω, ο φευκός μου
εν να γενή θανατικό
εις τους Pωμιούς του τόπου».

Ήταν η τελευταία κουβέντα του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, όταν τον παρότρυναν να φύγει για να σωθεί.
«Η υπέρτατη θυσία των ιερωμένων και λαϊκών της 9ης Ιουλίου του 1821, φανερώνει περίτρανα τη συμμετοχή της Κύπρου στους αγώνες του Έθνους, γιατί είναι τμήμα του και η μοίρα κοινή.
200 χρόνια μετά, οι μορφές τους, είναι σύμβολα ανδρείας και φιλοπατρίας που μας οδηγούν στο δρόμο για αναζήτηση της πολυπόθητης λύσης στο πρόβλημα της ιδιαίτερης πατρίδας μας, για επανένωση και ειρηνική συμβίωση όλων των κατοίκων του νησιού μας», λέει ο πρόεδρος της Κυπριακής Κοινότητας κ. Στέλιος Αγγελοδήμου.

Γιατί όπως λέει ο ποιητής: «Η ρωμιοσύνη εν φυλή ισνότζαιρη του κόσμου…Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή όντας ο κόσμος λείψη!».