Το να βρει κανείς τις κατάλληλες λέξεις για να περιγράψει τον Θανάση Σπανό είναι μεγάλη υπόθεση. Θα το επιχειρήσω με αγάπη και ταπεινότητα.

Μετανάστης στην Αυστραλία στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, όπως τόσοι άλλοι, ο Θανάσης ήρθε εδώ 20χρονος και με όρεξη για περιπέτεια, με το «Πατρίς», αποχαιρετώντας το αγαπημένο του χωριό Νησί, και τους γονείς του Διονύσιο και Σταματία. Η αδιάκοπη δίψα και η ακόρεστη όρεξή του για ζωή τροφοδοτήθηκε από την έντονη ενέργεια που τον διακατείχε. Είχε μια αύρα τόσο φωτεινή που όταν σου χαμογελούσε ή μιλούσε, όταν σε αγκάλιαζε ή έπινε ένα ουζάκι μαζί σου, δεν μπορούσες παρά να συμμεριστείς τον έμφυτο ενθουσιασμό και χαρά που κουβαλούσες μέσα του και τη στιγμή αυτή να συνταυτιστείς μαζί του.

Όλα τα παιδιά είναι περήφανοι για τους γονείς τους και, κατά συνέπεια, θα ήθελα να αποφύγω τις κοινοτοπίες που συνοδεύουν τα αισθήματα όλων που μετά λύπης, εκφράζουν την απώλεια του χαμού ενός πατέρα. Έτσι θα επικαλεστώ τα λόγια άλλων που τον γνώριζαν, τους φίλους του, τα άτομα με τα οποία γνωρίστηκε στην Αυστραλία, αυτούς με τους οποίους συνδέθηκε στα ξένα, εκείνους που συνεργάστηκαν μαζί του, που δούλεψαν γι’ αυτόν και εκείνους που συναναστράφηκαν μαζί του στο γήπεδο, στο θέατρο, στις καφετέριες, στα μπουζούκια, στους δρόμους του κέντρου της Μελβούρνης, στο Όκλι, στη Θεσσαλονίκη, την Αλεξάνδρεια, στο Νησί, στο Brunswick, στο Kew, στο Sandringham και στο Bentleigh, οι περιφέρειες αυτές, οδικός οδηγός του χαρακτήρα αυτού του γενναιόδωρου, μεστού, φιλότιμου, πρωτοπόρου, θερμού και ακαταμάχητου ανθρώπου.

Κατά τα πρώιμα του χρόνια στη Μελβούρνη, όταν δεν βρίσκονταν στο καφενείο «Medallion» ή με την οικογένειά του στο σπίτι του στο Beach Rd., στο Sandringham, το έβρισκες πάντα με τους φίλους του να πίνουν και να γλεντούν τη ζωή. Κεφάτος, κατ’ εξοχήν γλεντζές, κατάφερνε να κάνει όλους γύρω του να γελούν και να νιώθουν υπέροχα κοντά του, και έδωσε τόσο πολύ από τον εαυτό του για να το επιτύχει αυτό, υποσυνείδητα, μία ιδιότητα πηγαία που εκφράζει με ακρίβεια το ποιος ακριβώς ήταν. Μια μαγνητική δύναμη θετικών δονήσεων που ενεθάρρυνε όλους όσοι γύρω του να σηκώσουν πάντα ψηλά το κεφάλι και να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες και τα απρόοπτα της ζωής, συνοδεύοντας και βοηθώντας όσο μπορούσε εκείνους που πάσχιζαν να επιτύχουν τους στόχους τους. Υποστήριζε τη νεολαία και θεωρούσε τους πάντες ισότιμούς του. Γινόταν πιστός φίλος άσχετα από την ηλικία του καθενός, αναπτύσσοντας βαθύτατα πνευματικές φιλίες. Θυμάμαι τον μπαμπά να βοηθά τόσους απόφοιτους του Πανεπιστημίου, να γίνεται ο πρώτος πελάτης τους, ώστε να υποστηρίξει της επιχειρήσεις τους και να τους κάνει ποδαρικό. Πίστευε τόσο πολύ στο πνεύμα του ανθρώπου, στις δυνατότητές μας να υπερβούμε τους εαυτούς μας, να αγγίξουμε την μεγαλειότητα και με τον διακριτικό και καλοσυνάτο του τρόπο μας ενεθάρρυνε πάντοτε να εκπληρώσουμε τους στόχους μας.

Αργότερα, αφότου άνοιξε το πασίγνωστο καφενείο «Vanilla», όταν δεν έπινε καφέ, τσιγάρο ή ούζο με μεζέ στο κατάστημα, περνούσε το χρόνο του συντηρώντας έναν τεράστιο κήπο στο σπίτι όπου καλλιεργούσε λαχανικά, φρούτα, βότανα και λουλούδια, ενώ το στόλιζε στις γιορτές με φωτάκια. Ενώ έπαιζε μουσική από ένα μικρό ραδιόφωνο στο θερμοκήπιό του, μαζεύονταν πάπιες και παπαγάλοι σαγηνευμένοι από τον ήχο και αναγκαζόταν να τους απομακρύνει από τους βρώσιμους θησαυρούς που παρήγαγε όλο το χρόνο Στον κήπο αυτό, κατά την άποψή μου, αναζωογονείτο, συγκέντρωνε τις σκέψεις του, έκανε αναδρομές στις αναμνήσεις του και ευφραίνονταν η καρδιά του. στην καρδιά του και να πάρει λίγο χρόνο για να ευχαριστήσει. Η παρουσία του στον κήπο αυτόν λοιπόν, ήταν σοβαρή υπόθεση. Τόπος περισυλλογής, χαράς και απασχόλησης.

Ο Θανάσης ήταν ο πάντα φιλόξενος οικοδεσπότης τόσο στο σπίτι, όσο και στον χώρο εργασίας του. Τα αμέτρητα μπάρμπεκιου, τα πάρτι, οι γιορτές και οι συγκεντρώσεις όλα αυτά τα χρόνια ήταν γεμάτα μουσική και χαρά. Η αυλή μας στο Sandringham ήταν το αμφιθέατρο της ζωής – εκεί γνωρίσαμε διάσημους μουσικούς, τραγουδιστές, ηθοποιούς και πολιτικούς από την Ελλάδα και την Αυστραλία. Ευχής έργο, η αγορά του, ενός από τις πρώτες συσκευές βίντεο National VHS που ήταν διαθέσιμες στην Αυστραλία στις αρχές της δεκαετίας του ’80 διότι έχουμε τώρα μαγνητοσκοπημένες αμέτρητες αναμνήσεις που είμαστε σε θέση να τις ανασύρουμε από το παρελθόν και να τις ξαναγευτούμε αμέτρητες φορές.

Συνώνυμο με το όνομα Θανάσης ήταν και η καθιερωμένη ατάκα του «Δύναμη». Έσφιγγε τις γροθιές του σαν άνοιγε τις αγκάλες του και την έλεγε δυνατά και με περηφάνια. Αυτή η πανέμορφη ξεχωριστή, βραχνή φωνή του (την οποία προσπαθούσαμε να μιμηθούμε αλλά τελικά μας έφερνε λαιμόπονο) ήταν διαπεραστική. Όπου και να πήγαινε, στο άκουσμά της, όλοι την πρόσεχαν Ένα «γεια» του, αποσπούσε αμέτρητα χαμόγελα και μας έφερνα αισθήματα ευφορίας. Για μας, ήταν συνυφασμένος με την ευτυχία μας, την ασφάλεια μας. Με μία και μόνο ματιά του, μάντευε την κάθε μας σκέψη.

Θα λείψει ιδιαίτερα στους στενότερούς του φίλους και στα αδέλφια του, όπου οι αναμνήσεις μιας κοινής ζωής είναι χαραγμένες ανεξίτηλα στο είναι τους. Η αγαπημένη του σύζυγος, η Ελένη, ήταν που στάθηκε δίπλα του για τα 46 χρόνια του έγγαμου βίου τους ήταν στο πλάι του μέχρι την τελευταία του ανάσα. Η αγάπη τους ήταν μεστή και ολοκληρωτική. Μαζί γιόρτασαν τους γάμους των τεσσάρων παιδιών τους και υποδέχτηκαν οκτώ εγγόνια. Παρότρυνε όλα τα παιδιά του, την Βίκυ, την Χαρούλα, τον Διονύση και μένα να μην φοβόμαστε τίποτα και μας έδωσε την ελευθερία και την αυτοπεποίθηση ώστε να βρούμε ο καθένας το δρόμο μας.Υπεραγαπούσε τους γαμπρούς του, Αντώνη, Χρήστο και Γιώργο και την νύφη του Σαντάλ, και τους αντιμετώπιζε ισότιμα. Τα εγγόνια τα οικογενειακά τους δέντρα και θα σταματούν κάθε φορά που το στυλό τους γράφει το όνομά του, γιατί μέσα από εμάς και τις δικές τους εμπειρίες θα ξέρουν ακριβώς τι σημαίνει να είναι βλαστάρια αυτό του κλώνου.

Οι θρίαμβοι και οι δοκιμασίες του θα μπορούσαν εύκολα να προσεγγίσουν τον χώρο του θρύλου. Και νομίζω ότι εκφράζω την πεποίθηση όλων όσων τον γνώριζαν, ότι ο Θανάσης ήταν και θα είναι πάντα μια θρυλική και ιστορική μορφή για την παροικία μας. Θανάση μας, ας μετεωρίζει το πνεύμα σου στα ύψη με τους αγγέλους που σε πήραν από αυτήν τη γη και ας μας φωτίζεις μέχρι να ξανασυναντηθούμε.

Αιωνία σου η μνήμη, Νάσιο!