Ο Γιάννης Πουλόπουλος ήταν  ο αγαπημένος τραγουδιστής των Ελλήνων της Αυστραλίας.

Χιλιάδες Έλληνες που έφταναν με τα υπερωκεάνεια του Χανδρή στην Αυστραλία έτρεχαν τα Σαββατοκύριακα στους ελληνικούς κινηματογράφους για να δουν τις ταινίες της “Φίνος Φιλμ” (μιούζικαλ και άλλες) όπου εμφανιζόταν και έλεγε τραγούδια ο Πουλόπουλος που έγιναν σούπερ-επιτυχίες και τραγουδιούνται ακόμα.

H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ

Είναι αρχές της δεκαετίας του ’60 κι ένας νεαρός με εντυπωσιακά μπλε μάτια και ευγενική φυσιογνωμία εμφανίζεται στις εγκαταστάσεις της ιστορικής Columbia όπου διοργανώνεται ακρόαση για νέα ταλέντα. Απέναντί του κάθονται ιερά τέρατα του ελληνικού τραγουδιού μεταξύ των οποίων ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιάννης Παπαϊωαννου, ο Απόστολος Καλδάρας αλλά και ο Μίκης Θεοδωράκης. Σε αντίθεση με τους προηγούμενους υποψήφιους που τραγουδούν «πιασάρικα» κομμάτια, κυρίως ερωτικά τσιφτετέλια, εκείνος κάνει μια αναπάντεχη επιλογή που τούς αφήνει όλους άναυδους: «Εγώ θα τραγουδήσω Θεοδωράκη» τούς λέει αποφασιστικά προκαλώντας αμηχανία αλλά κρυφά περιπαιχτικά χαμόγελα. Όταν ολοκληρώνει την ερμηνεία του ο Μίκης σηκώνεται όρθιος και με το μοναδικό ταμπεραμέντο του αναφωνεί ενθουσιασμένος: «Εγώ αυτόν θα τον κάνω τραγουδιστή»!

 

Έτσι, επεισοδιακά, ξεκίνησε  η διαδρομή του Γιάννη Πουλόπουλου, ενός από τους κορυφαίους τραγουδιστές που γέννησε αυτός ο τόπος. Γιατί ο Πουλόπουλος, που έφυγε  την Κυριακή το βράδυ από τη ζωή στα 79 του χρόνια, σκορπίζοντας «Βαθιά σιωπή» στην οικογένεια του ελληνικού τραγουδιού, υπήρξε το σύμβολο μιας ολόκληρης μουσικής εποχής, ήταν η φωνή που «σημάδεψε» ανεξίτηλα το νέο κύμα αλλά και τον ελληνικό κινηματογράφο, ο βασικός ερμηνευτής του «Δρόμου» των Πλέσσα – Παπαδόπουλου, που αποτελεί μέχρι σήμερα τον εμπορικότερο ελληνικό δίσκο όλων των εποχών, η μεγάλη φωνή που με το ασυναγώνιστο βάθος της, την απίστευτη γλύκα της, τον ανεπιτήδευτο ερωτισμό της, την αυθόρμητη μελαγχολία της και την εμφατική άρθρωσή της κατάφερε να κάνει ακόμη κι ένα «Άγαλμα» να κλάψει!

 

Η ιστορική εκείνη ακρόαση στην Columbia, βέβαια, δεν ήταν η πρώτη του προσπάθεια να διεισδύσει στον χώρο του τραγουδιού που από παιδί ονειρευόταν. Είχαν προηγηθεί πολλές αποτυχημένες προσπάθειες, δεκάδες άκαρπες επισκέψεις σε γραφεία των μεγαλύτερων δισκογραφικών εταιρειών της εποχής και αρκετές απορρίψεις. Ο μικρός Γιάννης όμως, από την Καρδαμύλη της Μάνης, που μεγάλωσε στο Περιστέρι και γνώρισε πολύ πρόωρα το σκληρό πρόσωπο της ζωής χάνοντας την μάνα του όταν ήταν μόλις 5 ετών, είχε μάθει να μην το βάζει κάτω. Το ήξερε βαθιά μέσα του πως αυτό το θείο δώρο με το οποίο είχε γεννηθεί, αυτή η αδούλευτη μεν αλλά ιδιαίτερη φωνή του με την οποία μάγευε τους γείτονές του όταν τραγουδούσε στις αυλές της φτωχογειτονιάς του, ήταν το εισιτήριό του για έναν καλύτερο κόσμο. Πολύ σύντομα θα αποδειχτεί πως είχε δίκιο.

Από τον Μίκη Θεοδωράκη στο Νέο Κύμα

Ο Μίκης Θεοδωράκης, πιστός στην δημόσια υπόσχεση που έδωσε πως θα τον κάνει τραγουδιστή, τού αναθέτει να ερμηνεύσει τρία τραγούδια του στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Γειτονιά των Αγγέλων» που ανεβαίνει το 1963 στο «Ρεξ», με πρωταγωνιστές την Τζένη Καρέζη και τον Νίκο Κούρκουλο. Μπορεί η παράσταση να μην πήγε τόσο καλά η μουσική της και τα τραγούδια της, ωστόσο, κυκλοφορούν σε δίσκο. Ανάμεσά τους και τα «Δόξα τω Θεώ», «Το ψωμί είναι πάνω στο τραπέζι» και «Στρώσε το στρώμα σου για δυο». Τα τραγούδια αυτά θα ηχογραφηθούν ξανά, μερικούς μήνες αργότερα, με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση γεγονός που οδηγεί τον Πουλόπουλο στο να αλλάξει δισκογραφική εταιρεία.

 

Παρόλα αυτά έχει ήδη ξεχωρίσει ως παρουσία και πλέον δέχεται προτάσεις να τραγουδήσει σε μεγάλα μαγαζιά δίπλα σε γνωστά ονόματα. Η έναρξη της μουσικής εποχής του Νέου Κύματος αποτελεί, ωστόσο, για εκείνον ιδανική ευκαιρία να αποδείξει τις δυνατότητές του καθώς η φωνή και το ύφος του ταιριάζουν γάντι στις μελωδικές, νοσταλγικές αυτές ιστορίες αγάπης. Δικαιωματικά λοιπόν κερδίζει μια από τις κορυφαίες θέσεις στην πυραμίδα του μουσικού αυτού είδους με αγαπημένα τραγούδια όπως τα «Μια φορά μονάχα φτάνει», «Θα ‘θελα να ‘χα», «Ποια Νύχτα σ’ Έκλεψε»,  «Καράβια Αλήτες» κ.α. Στις πλημμυρισμένες από κόσμο μπουάτ τις Πλάκας το όνομα του Γιάννη Πουλόπουλου γράφεται με τα πιο μεγάλα και τα πιο φωτεινά γράμματα!

 

Παράλληλα, την φωνή του Πουλόπουλου επιλέγουν για την ερμηνεία των τραγουδιών τους και άλλοι αξιόλογοι δημιουργοί όπως ο Σταύρος Κουγιουμτζής που τού χάρισε το αγαπημένο «Μη μού θυμώνεις μάτια μου» αλλά και ο Μάνος Λοίζος ο οποίος του εμπιστεύθηκε την πρώτη εκτέλεση του «Ακκορντεόν».

Η καρμική σχέση με τον Πλέσσα και ο κινηματογράφος

Το 1966 ο Πουλόπουλος συναντά τον άνθρωπο που θα απογειώσει την καριέρα του. Είναι ο συνθέτης Μίμης Πλέσσας ο οποίος αναγνωρίζει στην υπέροχη φωνή του τον ιδανικό ερμηνευτή των τραγουδιών που γράφει για τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, τα λαμπερά μιούζικαλ με τους πασίγνωστους πρωταγωνιστές. Μια σχέση η οποία αποδείχτηκε καρμική καθώς οι μελωδίες του Πλέσσα έδεσαν απόλυτα με τη φωνή του Πουλόπουλου, βάδισαν πλάϊ – πλάϊ με απίστευτη αρμονία και συνεχίζουν μέχρι σήμερα, δεκαετίες αργότερα, να συμπορεύονται, ανέγγιχτες από το χρόνο.

 

Η αρχή θα γίνει με τις «Θαλασσιές της Χάντρες» όπου ο Πουλόπουλος πρωαγωνιστεί μουσικά ερμηνεύοντας υπέροχα τραγούδια όπως τα «Έκλαψα χθες», «Απόψε κάποιος θα χαθεί» και «Πίσω απ’ το Παράθυρο». Ακολουθούν οι ταινίες «Μια Κυρία στα Μπουζούκια» και «Γοργόνες και Μάγκες» με τα θρυλικά τραγούδια «Θα πιω απόψε το φεγγάρι», «Καμαρούλα μια σταλιά», «Απόψε κλαίει ο ουρανός», «Μην του Μιλάτε του Παιδιού» κ.α.

Ο πλατινένιος «Δρόμος»

Είναι πλέον τέλη της δεκαετίας του ’60 όταν ο Μίμης Πλέσσας, σε μια επίσκεψή του στο σπίτι του Λευτέρη Παπαδόπουλου, ανακαλύπτει, τυχαία, μερικά χαρτιά με στίχους σκορπισμένα πάνω στο γραφείο του. Τα διαβάζει απνευστί και μαγεύεται. Οι στίχοι αυτοί κουβαλούσαν σκληρές μνήμες από την Κατοχή συνδυασμένες αριστοτεχνικά με μια πρωτόγνωρη, συγκινητική αθωότητα. Μέσα σε δύο μόλις ημέρες τους είχε «ντύσει» με τις μουσικές του και βρίσκονταν ήδη στα γραφεία της LYRA. Αυτή η τυχαία ανακάλυψη έμελλε να σταθεί αφορμή για την δημιουργία «Δρόμου», του δημοφιλέστερου και πιο εμπορικού ελληνόφωνου δίσκου όλων των εποχών, με πωλήσεις αστρονομικές και με τραγούδια – διαμάντια που νίκησαν πανηγυρικά στη σκληρή μάχη με το χρόνο: «Το άγαλμα», «Μέθυσε απόψε το κορίτσι μου», «Ξημερώνει Κυριακή», «Έπεφτε βαθιά σιωπή»…!

 

Με την συμμετοχή του στον ιστορικό αυτό δίσκο ο Γιάννης Πουλόπουλος άγγιξε την κορυφή. Έγινε η φωνή μιας σπουδαίας μουσικής συγκυρίας η οποία θα κατέχει για πάντα σημαντική θέση στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Την ιστορική αυτή επιτυχία επιδίωξαν να εξαργυρώσουν οι δισκογραφικές εταιρείες, με την συγκατάθεση του ίδιου, ηχογραφώντας μέσα σε μία δεκαετία περισσότερους από δέκα δίσκους. Μια απόφαση για την οποία ο ίδιος θα δηλώσει, αργότερα, πως ήταν λανθασμένη, ήταν ξόδεμα.

Ίσως αυτό το λάθος θέλησε να διορθώσει με την πλήρη αποστασιοποίησή του τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Αποσύρθηκε από την δισκογραφία και τις ζωντανές εμφανίσεις, δεν έδινε συνεντεύξεις, απείχε από τις καλλιτεχνικές παρέες και προτιμούσε να περνά τις μέρες του με την σύζυγό του, την αγαπημένη του κόρη και λίγους καλούς φίλους. Δεν ήταν όμως όλες οι μέρες καλές καθώς, τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας.