Το Σάββατο, 19 Σεπτεμβρίου, πραγματοποιήθηκε στο Picton της Νέας Νοτίου Ουαλίας η εναρκτήρια δράση της Εθνικής Επιτροπής της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Με τις τέσσερις εκδηλώσεις της ημέρας άρχισε ουσιαστικά το πρόγραμμα των σχετικών εορτασμών, το οποίο θα καλύψει μία περίοδο 15 περίπου μηνών μέχρι το τέλος του 2021. Ειδικότερα, όλες οι εκδηλώσεις ήταν αφιερωμένες στην εμβληματική φυσιογνωμία του Αντώνη (του) Μανώλη, ο οποίος ήταν ο ένας από τους δύο πρώτους Έλληνες που υιοθέτησαν ως πατρίδα τους την Αυστραλία και ο πρώτος που απέκτησε την Βρετανική ιθαγένεια.

Η πρώτη φάση της δράσης ξεκίνησε στις 12 το μεσημέρι με Τρισάγιο που τέλεσε στον τάφο του Αντώνη Μανώλη ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος. Συνεχίστηκε στις 12:30 με τα αποκαλυπτήρια εκ μέρους του Δημάρχου Wollondilly, κ. Robert Khan, της σήμανσης οδού επ’ ονόματι του Αντώνη Μανώλη και ολοκληρώθηκε στο Πολεμικό Μνημείο του Picton με κατάθεση στεφάνων από τους: Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο κ.κ. Μακάριο, Ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας κ. Angus Taylor, Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας στο Σύδνεϋ κ. Χρήστο Καρρά, Δήμαρχο Wollondilly κ. Robert Khan, Πρόεδρο της Διακοινοτικής Επιτροπής ΝΝΟ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας κ. Κοσμά Δημητρίου, Πρόεδρο της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας ΝΝΟ κ. Χάρη Δανάλη, Πρόεδρο της ΑΧΕΠΑ ΝΝΟ κ. Βασίλη Σκανδαλάκη, Πρόεδρο του Συλλόγου Αθηναίων ΝΝΟ κ. Καίτη Βαλή, κ. Χρήστο Παξινό εκ μέρους του Συλλόγου Αθηναίων Σύδνεϋ και ΝΝΟ, και κ. Δήμητρα Σκάλκου εκ μέρους της εφημερίδας «Ο Ελληνικός Κήρυκας».

Η δεύτερη φάση της δράσης έλαβε χώρα σε εστιατόριο του Picton, όπου περίπου 60 άτομα, τηρώντας τα περιοριστικά μέτρα που προβλέπονται λόγω της πανδημίας, παρακάθισαν σε γεύμα και παρακολούθησαν ομιλία του ομογενούς ιστορικού Δρος Παναγιώτη Διαμάντη, με θέμα: «Οι ιστορικές πληροφορίες που διαθέτουμε για τον Αντώνη Μανώλη». Παράλληλα, έγιναν και οι εθιμοτυπικοί χαιρετισμοί, με τον Υπουργό κ. Taylor και τον Δημοτικό Σύμβουλο Wollondilly κ. Michael Banasik να τονίζουν συγκεκριμένα περιστατικά με τα οποία η ζωή τους σχετίζεται με τους Έλληνες και τη δραστηριότητά τους στην Αυστραλία. Άλλωστε, βασική και διήκουσα ιδέα της όλης εκδήλωσης ήταν η σημασία της επετείου των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση για την ευρύτερη Αυστραλιανή κοινωνία.

Σε όλες τις εκδηλώσεις της ημέρας παραβρέθηκε πλήθος ομογενειακών παραγόντων, όπως η κ. Ουρανία Καρτέρη, Πρόεδρος του Ελληνικού Φεστιβάλ της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας ΝΝΟ, ο κ. Γεώργιος Αγγελόπουλος, Πρόεδρος του ΣΑΕ Ωκεανίας, η κ. Ειρήνη Ανέστη, Πρόεδρος της ΟΕΕΓΑ, η κ. Μαρία Anthony, Πρόεδρος του Ποντιακού Σωματείου «Ποντοξενητέας», ο κ. Θεόφιλος Πρεμέτης, Πρόεδρος του Ιδρύματος Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Macquarie, ο κ. Κωνσταντίνος Γιαννακόδημος, Προϊστάμενος του Γραφείου Δημόσιας Διπλωματίας στο Γενικό Προξενείο του Σύδνεϋ, ο κ. Χρήστος Μπελέχρας, Ταμίας της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας ΝΝΟ, και ο κ. Θέμης Καλλός, Διευθυντής του Ελληνικού Προγράμματος της Ραδιοφωνίας SBS. Με την παρουσία τους τίμησαν την εκδήλωση ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Μελόης κ. Αιμιλιανός, Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, ο Ιερατικώς Προϊστάμενος της Ενορίας Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης Λίβερπουλ, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Πρόχορος Αναστασιάδης, οι κυρίες Νεκταρία Ελαφρού και Κωνσταντίνα Καραγιάννη εκ μέρους της Ενορίας του Τιμίου Προδρόμου Παρραμάτας, καθώς και η κ. Marlane Fairfax, Πρόεδρος του Picton & District Historical and Family History Society. Χορηγοί της εκδήλωσης ήταν ο Σύλλογος Αθηναίων ΝΝΟ και το Τμήμα Σύδνεϋ της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, ο πρώτος Έλληνας που έφθασε στην Αυστραλία, ήταν ο Υδραίος Καπετάνιος Δαμιανός Γκίκας, που συνελήφθη άδικα για πειρατεία και καταδικάστηκε σε εξορία στο Σίδνεϊ (1802). Η ιστορία αυτή δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί με σιγουριά, αφού δεν υπάρχει τίποτα σχετικό στα αρχεία της Αυστραλίας ή της Ελλάδας.

Αναφέρεται επίσης, ότι το 1814, ο Έλληνας Γιώργος Παππάς, βρέθηκε στην Αυστραλία ως έποικος. Και αυτό δεν μπορεί να τεκμηριωθεί όμως.
Σύμφωνα με τον Gilchrist και τους Alexakis-Janiszweski, οι πρώτοι Έλληνες της Αυστραλίας ήταν άνδρες κατάδικοι, ναυτικοί ή και υπηρέτες Βρετανών αξιωματούχων που έφτασαν εκεί το 1817-1818.

Όλες οι άλλες πηγές, συγκλίνουν στο ότι οι πρώτοι Έλληνες που πάτησαν το πόδι τους στην Αυστραλία , ήταν επτά Έλληνες ναυτικοί, που είχαν καταδικαστεί σε εξορία ως βαρυποινίτες από τις βρετανικές αρχές.

Επρόκειτο για επτά ναυτικούς, πλήρωμα της σκούνας «Ηρακλής»: Τον καπετάνιο Αντώνη Μανώλη από την Αθήνα και τους Υδραίους ναυτικούς Δαμιανό Νινή, Γκίκα Βούλγαρη, Γεώργιο Βασιλάκη, Κωνσταντίνο Στρόμπολη, Γεώργιο Λαρίτσο και Νικόλαο Παπανδρέου.

Οι επτά Έλληνες ναυτικοί, με τον «Ηρακλή», σταμάτησαν τη βρετανική μπικέτα «Άλκηστη», που κατευθυνόταν από τη Μάλτα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και αφαίρεσαν μέρος του φορτίου της. Λίγο αργότερα, το βρετανικό πλοίο «Cygnet» που περιέπλεε την Κρήτη, συνέλαβε τους Έλληνες ναυτικούς και τους οδήγησε στη Μάλτα. Εκεί, προσήχθησαν σε δίκη, όπου κάτω από αμφιλεγόμενες συνθήκες καταδικάστηκαν για πειρατεία, αρχικά σε θάνατο και στη συνέχεια σε ισόβια. Στάλθηκαν μαζί με άλλους καταδίκους στην Αυστραλία, όπου έφτασαν στις 27 Αυγούστου 1829.

Μετά την απελευθέρωση της  Ελλάδας και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, η νομιμότητα της δίκης και το μέγεθος της ποινής αμφισβητήθηκαν από την Ελλάδα. Το 1834, δόθηκε χάρη στους επτά ναυτικούς, πέντε από τους οποίους, με έξοδα του ελληνικού κράτους, επέστρεψαν στη χώρα μας (1836). Η όλη εξέλιξη, δείχνει ότι πιθανότατα οι νεαροί ναυτικοί δεν ήταν πειρατές, αλλά επαναστάτες. Ο πλοίαρχος Αντώνης Μανώλης και ο Γκίκας Βούλγαρης, προτίμησαν να παραμείνουν στην Αυστραλία. Ο Μανώλης εργάστηκε ως κηπουρός και πέθανε στη μακρινή χώρα το 1880, σε ηλικία 76 ετών. Ο Γκίκας Βούλγαρης, απέκτησε περιουσία, έγινε Αυστραλός υπήκοος το 1861 και άλλαξε το όνομά του σε Τζίγκερ. Παντρεύτηκε μια νεαρή Ιρλανδή και απέκτησε 10 παιδιά και 52 εγγόνια.

Υπάρχουν επίσης ενδείξεις, ότι ελάχιστοι Έλληνες που υπηρετούσαν στον Βρετανικό αυτοκρατορικό στρατό στα Επτάνησα, όταν αυτά ανήκαν στη Βρετανία, καταδικάστηκαν για διάφορα παραπτώματα και εξορίστηκαν στην Αυστραλία.
Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, αναφέρουν ότι κάποια ελληνικά πλοία έφτασαν στις ακτές της Αυστραλίας το 1828. Ο πρώτος Έλληνας μετανάστης (με τη θέλησή του) στην Αυστραλία, σύμφωνα με καταγεγραμμένες πηγές, ήταν ο Σαμιώτης ναυτικός John Peters (Ιωάννης Πέτρου;), που αφού εργάστηκε αρχικά (1838) ως μεταλλωρύχος έγινε γεωργός στην περιοχή Braidwood. Πέθανε στο Σίδνεϊ το 1887.

Την ίδια εποχή, έφτασε στην Αυστραλία και η πρώτη Ελληνίδα. Πρόκειται για την Ηπειρώτισσα (από το Πλαίσιο Θεσπρωτίας), Αικατερίνη Πλέσσου ή Πλέσσα.
Γεννήθηκε το 1810. Μεγάλωσε στο χαρέμι του Μουχτάρ, γιου του Αλή πασά, στην Αλβανία, όπου ζούσε και η μητέρα της, την οποία είχε απαγάγει ο ίδιος ο Μουχτάρ.
Σε ηλικία 12 ετών μόλις, την αρραβώνιασαν με τον Ιωάννη Κωλέττη (τότε γιατρό του Μουχτάρ και μετέπειτα πρωθυπουργό της Ελλάδας). Όταν με διαταγή του σουλτάνου ο Μουχτάρ εκτελέστηκε, ο αρραβώνας διαλύθηκε, η Αικατερίνη βρέθηκε στο Μεσολόγγι (1824) και έπειτα στη νήσο Κάλαμο του Ιονίου. Εκεί γνώρισα τον μετέπειτα σύζυγο της, Βρετανό αξιωματικό James Henry Crummer. Το 1835, η Αικατερίνη Πλέσσου εγκαταστάθηκε στην Αυστραλία μαζί με τον Crummer. Στη μακρινή χώρα, έζησε ως το θάνατό της, το 1907 (σε ηλικία 97 ετών). Με τον σύζυγό της, απέκτησαν 11 παιδιά, 7 κορίτσια και 4 αγόρια.
Υπάρχουν αναφορές για μία γυναίκα, τη Μαρία Μπαρτίδη (Bartides), η οποία είχε εγκατασταθεί το 1830 στον οικισμό του ποταμού Swan στη δυτική Αυστραλία.
Δεν είναι σίγουρο όμως ότι πρόκειται για Ελληνίδα.