Συμπληρώθηκαν 80 χρόνια από την ιστορική εκείνη χαραυγή της 28ης Οκτωβρίου1940, κατά την οποία ο εν Αθήναις Ιταλός Πρέσβης Εμμανουέλλε Γκράτσι, επέδιδε το  ιταμό εκείνο τελεσίγραφο, με το οποίο απαιτούσε ουσιαστικά την αμαχητί παράδοση της ενδόξου Ελληνικής μας Πατρίδος στις φασιστικές ορδές του Μπενίτο Μουσσολίνι.

Η απάντηση που έλαβε., ήταν απάντηση υπερήφανου λαού: “ΟΧΙ’’, βροντοφώνησαν στους θρασείς νυκτοκλέπτας, που ετόλμησαν να γλιστρήσουν μέσα εις το σκότος, για να εισέλθουν στην Ελλάδα μας και να την βεβηλώσουν.

Το αποφασιστικό “ΟΧΙ’’ των Ελλήνων, που απηχούσε την ομόθυμη απόφαση ολοκλήρου του περιουσίου Έθνους μας να αγωνισθή μέχρις εσχάτων, σύμφωνα με την μακραίωνη παράδοσή του, υπέρ βωμών και εστιών, δηλαδή για τα ιδανικά της Πατρίδος, της Θρησκείας και της Οικογενείας.

Το “ΟΧΙ’’, ήταν ακλόνητη πεποίθηση βγαλμένη από τα “κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά’’, σύμφωνα με τα οποία, όπως προκύπτει από την ένδοξη τρισχιλιετή Ιστορία του Γένους μας, οι Έλληνες ποτέ δεν εδέχθησαν να παραδώσουν αμαχητί ούτε σπιθαμή του Πατρίου εδάφους,. Πράγματι, οι Έλληνες “Ευρωπαίων προμαχούντες’’ και “ηγεμόνες και διδάσκαλοι τοις άλλοις γενόμενοι’’ εδίδαξαν εις όλους τους λαούς του κόσμου τον αφορισμό του Πλάτωνος, ότι “παν πλήθος και πας πλούτος αρετή επείκει’’. Έτσι, λοιπόν, δεν ήταν δυνατόν την 28η Οκτωβρίου 1940 να επιτρέψουν την ανεμπόδιστη διάβαση των Ιταλικών στρατευμάτων από το Ελληνικό έδαφος, προκειμένου να καταλάβουν καίρια στρατηγικά σημεία.

Η Ελληνική νίκη του 1940-41, ήταν αποτέλεσμα πίστεως και ομοψυχίας. Και τούτο, διότι από της πρώτης στιγμής σύμπας ο Ελληνισμός, ηνωμένος και ομόψυχος, αλλά και με πρωτοφανή ενθουσιασμό, μνήμων του υπερτάτου καθήκοντος προς την κινδυνεύουσαν Πατρίδα, αντιμετώπισε την απρόκλητη Ιταλική επίθεση, με αποφασιστικότητα, ψυχραιμία και σύνεση.

Όπως είναι πλήρως επιβεβαιωμένον ιστορικώς, οι Αγώνες του Ελληνισμού ήσαν πάντοτε αμυντικοί. Οι Έλληνες δεν υπήρξαν λαός πολεμοχαρής. Εσέβοντο ανέκαθεν, και σέβονται πλήρως και σήμερα τα κυριαρχικά δικαιώματα των άλλων λαών, δεν είναι, όμως, επ’ ουδενί διατεθειμένοι να παραχωρήσουν αμαχητί ούτε σπιθαμή από τα Πάτρια εδάφη τους.

Σύμπας ο Ελληνισμός αντιμετώπισε την απρόκλητη Ιταλική επίθεση, με αποφασιστικότητα, ψυχραιμία, σύνεση και ομοψυχία. Το Ενός ομόφωνο και με έξαλλο ενθουσιασμό απεδόθη εις τον υπέρ πάντων Αγώνα.

Η στρατιωτική κινητοποίηση υπήρξε άμεση και στην Ηπειρωτική μεθόριο ακούστηκε μυριόστομη η ίδια ιαχή, η οποία προ 2500 ετών έτρεπε σε φυγή τους Πέρασς στην Σαλαμίνα.

Στις χιονοσκεπείς κορυφές της Πίνδου, οι Έλληνες εδίδαξαν για μια ακόμη φορά τους πολιτισμένους λαούς, πως μπορούν να ζουν, όταν θέλουν να ζουν ελεύθεροι. Εκεί ο θρυλικός Τσολιάς, αναφωνών το νικητήριο σύνθημα “Αέρα’’, ενέπνεε τον πανικό. Ο ηρωϊκός Φαντάρος με γυμνή την ξιφολόγχη διέγραφε τη θριαμβευτική τροχιά του εθνικού μεγαλείου, επαναλαμβάνοντας τις Εποποιΐες του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών κατά των χρυσοφόρων Μήδων και της Εξόδου του Μεσολογγίου κατά του Κιουταχή και του Ιμπραήμ και τόσων άλλων αγώνων και θυσιών, από τις οποίες είναι πλήρης η μακραίωνη και ένδοξη ιστορική πορεία της Ελληνικής Φυλής.

Με την πολεμική κραυγή “Αέρα’’, οι γενναίοι στρατιώτες μας, έτρεπαν τον εχθρό σε άτακτη φυγή .

Κυνηγημένοι από τους ηρωϊκούς μας Φαντάρους και τους Ευζώνους μας οι Ιταλοί, εγκατέλειψαν τα εδάφη μας και από του μηνός Νοεμβρίου 1940 ο πόλεμος μεταφέρθη στα βουνά της Βορείου Ηπείρου.