Είναι επικίνδυνο να πιστεύουμε ότι η γλώσσα είναι απλώς ένα εργαλείο επικοινωνίας. Ωστόσο, είναι ανάγκη να τονίσω ότι, πάνω από όλα, η γλώσσα είναι αξία, γιατί σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο εμείς οι Έλληνες σκεπτόμαστε, έχει σχέση με τη νοημοσύνη μας, διότι μέσα από τις λέξεις βασικά βιώνουμε τις έννοιες, έχει σχέση η γλώσσα με την παράδοσή μας, και τον πολιτισμό μας.

Πάνω από όλα, όμως, συνδέεται με την ταυτότητά μας. Επομένως, η ελληνική γλώσσα είναι μία δέσμη από ποιότητες, μία ομάδα από εσωτερικές οντότητες πέρα και πάνω από ένα απλό επικοινωνιακό εργαλείο.

Ο κάθε μετανάστης έχει διπλή ταυτότητα: την ταυτότητα της χώρας στην οποία ζει και την ταυτότητα της χώρας από την οποία προέρχεται. Και είναι η δεύτερη αυτή ταυτότητα που σε κάνει να νιώθεις Ελληνοαυστραλός. Τονίζω, ωστόσο, ότι η διπλή αυτή ταυτότητα είναι προϊόν σύνθεσης και όχι σύγχυσης. Η αυστραλιανή ταυτότητα είναι επίσημη και τυπική ταυτότητα και αφορά τα πολιτικά δικαιώματα. Η Ελληνική ταυτότητα είναι διαχρονική και ιστορική ταυτότητα, είναι ανεπίσημη, περισσότερο συναισθηματική και έχει να κάνει περισσότερο με τα ψυχολογικά δικαιώματα και όχι με τα πολιτικά.

Η διπλή αυτή ταυτότητα είναι προνόμιο, διότι σου επιτρέπει να δεις δύο υποδομές του κόσμου, της ζωής και των ανθρώπων. Βέβαια, αυτό προϋποθέτει περισσότερες υποχρεώσεις, αφού πρέπει να μάθεις δεύτερη γλώσσα, αφού η γλώσσα είναι ο μόνος ασφαλής και αποτελεσματικός τρόπος να εκφράσεις μια δεύτερη ταυτότητα. Κάθε μετανάστης έχει δύο γλώσσες, τη μητρική και τη δεύτερη. Η μητρική έχει σχέση με τη γλώσσα όπου ο μετανάστης ζει. Είναι η γλώσσα που έχει σχέση με τη ζωή του, το επάγγελμά του, τη καριέρα του και το περιβάλλον του. Η μητρική γλώσσα του Ελληνο-αυστραλού είναι η Αγγλική. Η δεύτερη γλώσσα του, είναι η γλώσσα της προέλευσής του, η γλώσσα που τον συνδέει με τους γονείς, τους συγγενείς του, η γλώσσα της παροικίας του, των συμπατριωτών του, η γλώσσα της πίστης του. Για τους Έλληνες της Αυστραλίας η Ελληνική είναι η δεύτερή τους γλώσσα που σχετίζεται με την ταυτότητά τους. Η μητρική γλώσσα αποκτάται από τους ιθαγενείς χρήστες, Η ξένη γλώσσα είναι αποτέλεσμα γνώσης, επομένως την ξένη γλώσσα την εκμαθαίνουμε, την μητρική γλώσσα την αποκτούμε.

Προκειμένου να κατακτήσεις μια «δεύτερη ταυτότητα» δεν είναι ζήτημα να είσαι περισσότερο ή λιγότερο πληροφορημένος με τη χώρα της προέλευσής σου, στην προκειμένη περίπτωση με την Ελλάδα. Βεβαίως και είναι σημαντικό να γνωρίζεις για το χωριό ή την πόλη ή το νησί από το οποίο κατάγεσαι. Βεβαίως και είναι καλό να γνωρίζεις χορό, πώς να τραγουδάς τα ελληνικά τραγούδια, πώς να μαγειρεύεις ελληνικά.
Βεβαίως και είναι σπουδαιότατο να συμμετέχεις σε εκφάνσεις της χριστιανικής ορθόδοξης λατρείας, να παίρνεις μέρος σε ελληνικούς πολιτιστικούς αγώνες, σε εθνικές εορτές. Αλλά, για να είμαστε ειλικρινείς, ο συντομότερος, ο αμεσότερος, ο πλέον αποτελεσματικός και πλέον ουσιώδης τρόπος που θα σε οδηγήσει στην ελληνική ταυτότητα είναι η γνώση της Ελληνικής. Η γλώσσα δεν είναι απλώς ένα εργαλείο, είναι αξία. Είναι η γλώσσα που σε συνδέει με τον πολιτισμό σου, με την ιστορία σου, με τη νοημοσύνη, με τα ιδεώδη, με τη χώρα καταγωγής σου.

Γιατί όμως να μαθαίνουν οι Ελληνοαυστραλοί Ελληνικά; Ένας λόγος είναι να επικοινωνούν με τους συμπατριώτες τους, με τα μέλη της κοινότητάς τους, με την οικογένειά τους, να τραγουδούν ελληνικά τραγούδια, να επικοινωνούν με την Ελλάδα, να κατανοούν το διάλογο σε μια ελληνική ταινία, πάνω από όλα όμως για να βιώνουν τη δεύτερη ταυτότητά τους.

 Σημαντικότατο γεγονός στην ιστορία της Ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού, ήταν η δημιουργία του Ελληνικού Αλφαβήτου. Δια μέσου αυτού του αλφαβήτου προωθήθηκαν οι επιστήμες, η φιλοσοφία, οι θεσμοί, η ιστορία, οι ιδέες. Ας σκεφτούμε για μια μόνον στιγμή τι θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η Ελληνική γραφή, εάν τη γραφή δεν τη γνώριζαν οι Έλληνες, δεν θα γνωρίζαμε τίποτε για τον Όμηρο, τον Θουκιδίδη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Ιπποκράτη, τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Μέγα Αλέξανδρο… ο ελληνικός πολιτισμός είναι γεγραμμένος πολιτισμός.

Η εκτενής παρουσία των ελληνικών λέξεων σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες έδωσε στην Ελληνική παγκόσμιο χαρακτήρα. Μέσα από τους Ρωμαίους, την πολιτιστική κίνηση που ονομάστηκε Αναγέννηση, τη χριστιανική θρησκεία η Ελληνική διαδόθηκε σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό κόσμο και πέρα από αυτόν.
Η Ελληνική γλώσσα δεν είναι εξαιρετικά δύσκολη γλώσσα για να κατακτηθεί. Χρειάζεται να υπάρξουν κίνητρα που θα ενθαρρύνουν την εκμάθηση της Ελληνικής και χρειάζεται οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί, οι φίλοι, τα μέλη της κοινότητας να εξάρουν τη σπουδαιότητα της κατάκτησης της Ελληνικής. Πρέπει να υπάρξει πρέπουσα μέθοδος διδασκαλίας που να κάνει το μάθημα ευχάριστο και απλό στους μαθητές, να ξεκινήσει η εκμάθηση της Ελληνικής από τη προσχολική ηλικία και να υπάρξουν πραγματικά δίγλωσσα σχολεία με επαρκές πρόγραμμα διδασκαλίας στην Ελληνική.

Το πεντάωρο δεν επαρκεί. Θα ήταν επίσης απόλυτα σημαντικό, αν θα μπορούσαν οι εκπαιδευτικοί που θα διδάξουν την Ελληνική να κάνουν τουλάχιστον το τελευταίο έτος των πανεπιστημιακών τους σπουδών στην Ελλάδα.

Αποσπάσματα από την ομιλία του καθηγητή Γεωργίου Μπαμπινιώτη, τον περασμένο Νοέμβρη, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Δημήτρια 2012» που οργάνωσε η Παμμακεδονική στο Ελληνικό Μουσείο «Ναυσικά Σταμούλη». Ο κ. Μπαμπινιώτης είναι Γλωσσολόγος και Λεξικογράφος, πρώην πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστρίου Πανεπιστημίου Αθήνας και πρώην υπουργός Παιδείας. Ο καθηγητής ήταν καλεσμένος από το Ελληνικό Μουσείο και το Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών.