Κάποια στιγμή, δεν θυμάμαι πότε ακριβώς, έγινε όνειρο ζωής, το ταξίδι στην Τασμανία.

Δεν έχω καταλάβει, αν εμείς το επιθυμούμε και γίνεται, ή είναι στο πεπρωμένο μας και έτσι απλά και καταπληκτικά έρχεται μια μέρα που το ζείς.
Είναι τώρα ενάμισι χρόνος που ήρθα, με έφερε η ζωή, στην Αυστραλία. Τι τόπος, τι νησί είναι αυτό;
Μια ήπειρος στην ακρίβεια, με μόλις είκοσι εκατομμύρια μετανάστες όλων των εθνοτήτων.

Καλό, πολύ καλό το λες αυτό. Η καθημερινότητα σε κάνει να συνειδητοποιείς, ότι είσαι ένα κομματάκι στο πάζλ του κόσμου, όλοι είμαστε εδώ μαζεμένοι και συμβιώνουμε με μια σιγουριά προσωρινότητας, άλλοι πολύ έντονα και εξωτερικευμένα και άλλοι με υποβόσκουσα αγωνία, αν θα βγεί τελικά λάθος, το αλάνθαστο ρητό, ουδέν μονιμότερο του προσωρινού!

Μόνιμη επωδός στις συναντήσεις και συζητήσεις με Έλληνες, που κουβαλάνε σαράντα και πενήντα χρόνια ξενιτειάς, όταν λες ότι η νοσταλγία σου καίει την ψυχή, λένε την κουβέντα, που έχει καρφωθεί μέσα μου, κοίτα μη ξεχαστείς εδώ κορίτσι μου, η Αυστραλία είναι παγίδα!

Και, φυσικά, εννοούν την καλή και τακτοποιημένη, αλλά αρκετά χαλαρή ζωή και φυσικά την φυσική ομορφιά και εναλλαγή του τοπίου, από την μία πλευρά της, ως την άλλη.
Και έτσι στα πλαίσια της αποπλάνησής μας, από την «ανάποδη» αυτή χώρα και της πραγματοποίησης των ονείρων, αποφασίσαμε το ταξίδι στην Τασμανία.

Όταν έλεγα στους φίλους μας εδώ, ότι ετοιμάζω το ταξίδι με το πλοίο το περίφημο και μοναδικό, Spirit of Tasmania, που ελλιμενίζεται στο Port Melbourne, στη γειτονιά μου και το χαζεύω εδώ και εννιά μήνες, η αυτόματη ερώτηση ήταν, το ξέρεις ότι το καράβι αγοράστηκε από την Ελλάδα;
Πού να ήξερα, ότι η Ελλάδα θα με στοίχειωνε σε όλη τη διάρκεια της ονειρεμένης απόδρασής μας, στην Τασμανία.
Το καραβίσιο κομμάτι του ταξιδιού γίνεται βράδυ από τη Μελβούρνη και διαρκεί έντεκα ώρες, στην εσχατιά του κόσμου, πλέοντας άγρια και σκοτεινά νερά, εκεί που συναντιούνται ο Ινδικός και ο Νότιος Ειρηνικός Ωκεανός, το δυσκολότερο πέρασμα στον κόσμο.

Είναι μαγεία φυσικά. Ο καπετάνιος είναι Έλληνας, μας πληροφόρησε η κοπέλα στην ρεσεψιόν, όταν άκουσε το αρχαιοπρεπές όνομά μου και το καράβι ήταν δρομολογημένο στη γραμμή Πάτρας-Ιταλίας.

Η διαδικασία επιβίβασης, πάντως, μου στέρησε τη χαρά του πανικού και της τρέλας στα δικά μας καράβια.
Φρίκη, πώς να καταλάβεις, ότι πηγαίνεις σε νησί καλοκαιριάτικα, αν όλα λειτουργούν άψογα και αθόρυβα και χαλαρά, και ο παρκαδόρος στο αμπάρι είναι μουγγός! Συνεννοείται μαζί σου με τα δάχτυλα… και επιπλέον, πού είναι ο χαμός και η οικοπεδοποίηση στα σαλόνια και οι πλαστικές καρέκλες, άφαντες κι αυτές.
Το σκληρότερο χτύπημα το δεχτήκαμε στο εστιατόριο, δεν υπάρχει καραβίσιο φαγητό, ούτε καφές.
Λέει ότι είναι εστιατόριο gourmet και το εννοεί.

Αφού το ήπιαμε κ αυτό το πικρό ποτήρι, ξημερώματα αφήσαμε στην μοσχομυριστή καμπίνα! και νάμαστε στο λιμάνι Devonport, στην βόρεια πλευρά του νησιού.
Αποβιβαζόμαστε με αφόρητη και πληκτική, τάξη και οργάνωση και αρχίζουμε τις βαθιές εισπνοές και τα χαμόγελα.
Φύση, φύση και πάλι φύση, όλα ξεχειλίζουν φώς.

Αναπνέουμε τον καθαρότερο αέρα του κόσμου και είμαστε στο νησί της Αναζωογόνησης, isle of Rejuvenation.
Μόλις έχει αρχίσει να ανατέλλει και ο ήλιος μας χαρίζει απίστευτης ομορφιάς εικόνες, ανάμεσα από τα πιο ψηλά και πιο αρχαία δένδρα, κυρίως ευκαλύπτους, στον κόσμο.
Η ενσάρκωση της φυσικής ιστορίας, η Φυσική Πολιτεία.
Οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη. Ευκάλυπτοι, κωνοφόρα και μηλιές, θάμνοι κατακόκκινοι και χορτάρια και λίμνες και ποτάμια λαμπερά και όμορφα ξύλινα σπίτια, χρωματιστά και πολύ λουλούδι παντού.

Είναι προφανές τα καλοκαίρια είναι δροσερά εδώ και οι βροχές πολλές.
Και με το GPS στο ένα χέρι και τον σταθερή αξία, χάρτη του νησιού στο άλλο, αρχίσαμε την ανάβαση πρός το Cradle Mountain, όπου διαλέξαμε, να μείνουμε σε ένα βραβευμένο κατάλυμα, Cradle Mountain Lodge, που βρίσκεται πάνω σε μια λιμνούλα και δίπλα σε ενα ποτάμι,ναι απο εκείνα που σκύβεις και πίνεις το νερό, με ξύλινες, πολύ όμορφες αισθητικά, καμπίνες διάσπαρτες, στο πιο διάσημο Εθνικό Πάρκο της Τασμανίας.

Η διαδρομή μας χαλάρωσε και με smooth jazz να παίζει, διασχίσαμε 150 χιλιόμετρα, παλιού τύπου, επαρχιακό δρόμο, μέσα από ήσυχες αγουροξυπνημένες αγελάδες, πρόβατα και Τασμανούς, που ξεκινούσαν την αγροτική καθημερινότητα, στις φάρμες τους.

Από τα μέσα της διαδρομής ξεχώριζε ένας πέτρινος επίπεδος όγκος στο πιο ψηλό σημείο του ορίζοντα, μια κορυφή που ακουμπούσε τον ουρανό.
Όταν πλησιάσαμε αρκετά, διαβάσαμε στις κατατοπιστικές πινακίδες, ότι ήταν ο Όλυμπος, αυτό που βλέπαμε! χαμογελάσαμε μεταξύ μας και λίγο παρακάτω φρενάραμε απότομα στην άλλη πινακίδα, που μας εξηγούσε ότι η κορυφή ήταν η Ακρόπολη!

Ακούγεται περίεργο ξέρω, αλλά μοιάζει με την Ακρόπολη κάπως…  πώς, πότε, από ποιούς πήραν την ονομασία τους, πρέπει να το μάθουμε, όμως ήδη μια καλαίσθητη ξύλινη πινακίδα μας ενημέρωνε, ότι φθάσαμε.

Ένα απλό και γι αυτό πολύ όμορφο κεντρικό ξύλινο κτίριο, μια λαμπερή λιμνούλα, στα πόδια του, γεμάτη πλατύποδες, platypus, που τσαλαβουτούσαν, παντού ξύλινοι διάδρομοι-μονοπάτια, που οδηγούσαν μέσα από την εκρηκτική φύση, σε βόλτες, καμπίνες, παγκάκια, spa στην καρδιά του δάσους, με πισίνες με καυτό νερό, περιτρυγυρισμένες από φτέρες δένδρα και καταρράκτες.

Όλες οι ηλικίες ντυμένοι σπόρο εξορμούσαν ήρεμα και χαλαράγια διάφορες δραστηριότητες στις γύρω ομορφιές.
Ένα τετραήμερο ξεκινούσε με μακρινούς περιπάτους, παρέα με μικρά καγκουρό, pademelons και wallabies, που κυκλοφορούσαν μασουλώντας ανάμεσα στα πόδια μας, κανό στην επιβλητική λίμνη, Lake Clair, πολύ καλό ντόπιο φαγητό, ενδιαφέροντα κρασιά από τα Οινοποιεία της Τασμανίας και χαλαρές συζητήσεις, με όλες τις φυλές του κόσμου.
Kαι όλα αυτά, πάντα με την συνοδεία κατακόκκινων δροσερών μήλων, που υπήρχαν παντού, σε ξύλινα γλυπτά μπολ και σε παρότρυναν να πάρεις μαζί σου, διαρκώς, όλα τα ευγενικά νέα παιδιά, που δουλεύουν με εξαιρετικό επαγγελματισμό .

Η συγκλονιστική εμπειρία ήταν η γνωριμία μας με τον Devil of Tasmania, που ζει σε καθεστώς περιορισμού, προστασίας σε ένα μεγάλο πάρκο και με την παρουσία, τις ανατριχιαστικές κραυγές, την υπερκινητικότητα και την απαλή κατάμαυρη και στιλπνή γούνα του, που αγγίξαμε, όταν μας επιτράπηκε το χάδι από τον φύλακα, που τον κρατούσε αγκαλιά…. επιβεβαιώθηκε δια ζώσης, η ύπουλη γοητεία του διαβόλου!

Η εξερεύνηση του τόπου, τόσο από τις καλαίσθητες φωτογραφικές εκδόσεις, που υπήρχαν στα δωμάτια μας, όσο και από τους οδηγούς μας στις δραστηριότητες, αποκάλυψε ότι οι ωραιότερες διαδρομές ήταν στο Πήλιο και την Όσσα, τον Παρνασσό και τον Κίσσαμο!!! Και ότι κανείς δεν γνώριζε, ότι πρόκειται για ονομασίες, από πανέμορφα ελληνικά βουνά και το πιο ενδιαφέρον ότι αυτές και άλλες ελληνικές ονομασίες δόθηκαν στην περιοχή, εκεί γύρω στο στις αρχές του 19ου αιώνα από Αυστριακούς φυσιολάτρες, που άρχισαν την χαρτογράφηση της περιοχής.

Τα περισσότερα δε φυτά και ζώα έχουν ελληνικά ονόματα, δίπλα στην λατινική τους ονομασία. Φυσικά κανείς Τασμανός ή σχεδόν κανείς από όσους μεγάλωσαν, ζουν και εργάζονται στην περιοχή, δεν αναρωτήθηκε και δεν ήξερε, πριν τους πληροφορήσουμε σχετικά. Έλαμψαν τα μάτια τους και είχαν να το λένε πλέον, στους καινούριους ταξιδιώτες.

Η τελευταία μέρα μας βρήκε στην γραφικό Launceston, την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Τασμανίας, μετά την πρωτεύουσα το Hobart, που αφήσαμε για την επόμενη φορά, γιατί θα ξανάρθουμε, γίνονται εκπληκτικά φεστιβάλ εδώ.

Με μια χαλαρή, καλοκαιρινού καιρού διάθεση απλωθήκαμε στο deck ενός ταχύπλοου, για μια κρουαζιέρα τεσσάρων ωρών στον ποταμό Τamar, που διασχίζει το Launceston, το μεγαλύτερο πλωτό ποταμό της Αυστραλίας, που τροφοδοτεί την Τamar valley.

Εντυπωσιακές ξύλινες κατοικίες, σκαρφαλωμένες στους ήπιους καταπράσινους λόφους στις όχθες του, με τα ιστιοπλοϊκά σκάφη αναψυχής δεμένα στις ιδιωτικές προβλήτες, με τα αμπέλια και τα καλαίσθητα οινοποιεία να διαδέχονται το ένα το άλλο και εμείς εν πλω, συντροφιά με τους γλάρους και τους μαύρους κύκνους, να δοκιμάζουμε τα τοπικά κρασιά.

Κάτω από την εντυπωσιακή μοντέρνα γέφυρα, Batman bridge, ακούγαμε από τον καπετάνιο ιστορίες για σύγχρονους κατασκόπους, που κρύφτηκαν σε κατοικίες ισχυρών Αυστραλών, που βρίσκονται εκεί, μέσα σε εντυπωσιακής ομορφιάς κήπους και χρυσοθήρες, που ακόμα καταφθάνουν να δοκιμάσουν την τύχη τους.
Για το δρόμο της επιστροφής προς το λιμάνι, πήραμε μαζί μας υπέροχα σοκολατάκια με φρέσκα raspberries, κατευθείαν από την φάρμα και παγωτό χωνάκι βανίλια-σοκολάτα από την μοναδική γαλακτομική μονάδα Ashgrove, με τα εκλεκτά τυριά.

Είμαστε πια στο Spirit of Tasmania της επιστροφής, τη νύχτα με την πανσέληνο, επιβιβαστήκαμε με πολύ αθόρυβο και υπομονετικό τρόπο, για άλλη μια φορά, σε ένα κατάμεστο πλοίο, διασχίσαμε με μπουνάτσα τα 200 μίλια απόστασης του Πορθμού Μπας, παρέα με ώριμους, γεμάτους τατουάζ, Ιταλο-Αυστραλούς χαρλεάδες στο κατάστρωμα, πίνοντας κρασιά και μπύρες Τασμανίας φυσικά…… σχολιάζοντας την ομορφιά του νησιού, τη βαρετή τάξη και ησυχία και την ελάχιστη ικανοποίηση, που πήραμε για την ασυνέπεια εκ μέρους του, την τρίωρη καθυστέρηση, για την οποία ΚΑΝΕΝΑΣ, μα κανένας, δεν είπε λέξη, δεν ακούστηκε φωνή, δεν παραπονέθηκε, δεν σχολίασε, μόνο άκουσαν αδιάφορα, όταν από τα μεγάφωνα του πλοίου, κατά τον απόπλου, ζήτησαν συγγνώμη, χωρίς να αναφέρουν καν τον λόγο!
Συμβαίνει λοιπόν και στις καλύτερες οικογένειες.

*Η Αφροδίτη Τρουπιώτη είναι δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη και παρέχει τις υπηρεσίες της στη Μελβούρνη (Australian registered -Greek- Lawyer).