Η κα Χριστίνα Σουμή είναι νηπιαγωγός με εξειδίκευση στα παιδιά με αναπηρία, στην ψυχολογία της τάξης, mindfulness και stem learning- differentiation in teaching. Από τότε που ήρθε από την Ελλάδα, 7 χρόνια πριν, διδάσκει στα ελληνικά σχολεία σε όλα τα επίπεδα, από νήπια έως Β΄ Λυκείου (year 10).

Η κα Σουμή, με βάση την εμπειρία της, επιχειρεί μια κατηγοριοποίηση των αιτιών της κρίσης που διέρχεται η ελληνομάθεια σε πολιτισμικά, κοινωνικά, πολιτικά και κοινοτικά.

ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΛΟΓΟΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΝ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

«Τα παιδιά του σήμερα ζουν σε ένα κόσμο πολύ διαφορετικό από αυτόν που παρουσιάζουν τα ελληνικά βιβλία ή έχουν στο μυαλό τους μερικοί για το τι σημαίνει Ελλάδα. Τα μικρά παιδιά για να μιλήσουν πρέπει να υπάρχει λόγος, πόσο μάλλον για να μιλήσουν μία άλλη γλώσσα.

Ο κυριότερος λόγος είναι η αγάπη και η κοινωνικοποίηση. Αν δεν μιλούν οι συγγενείς ελληνικά και αν δεν έχουν στην παρέα τους κάποιο συνομήλικο να αλληλοεπιδράσουν στα ελληνικά, τότε δύσκολο να τα αγαπήσουν, να τα μάθουν και να επιμείνουν γι’ αυτά στο μέλλον.

Τα μεγαλύτερα παιδιά, έχουν άγχος για το μέλλον τους, θέλουν να μάθουν πράγματα που θα τους είναι χρήσιμα και θα τα βοηθήσουν στη ζωή τους. Όπως είναι φυσικό, όταν βλέπουν ότι τα ελληνικά δεν τα μιούν πια στην Αυστραλία, δεν θα είναι και η πρώτη τους επιλογή για εκμάθηση. Θα προτιμήσουν να μάθουν κάτι που θα τους ωφελήσει επαγγελματικά.

Άρα τίθεται το ερώτημα, τι γίνεται σε πολιτειακό επίπεδο για να κρατηθεί αυτή η γλώσσα; Είναι ελάχιστα πια τα καθημερινά σχολεία που έχουν ελληνικά στο πρόγραμμά τους και αυτά που το έχουν, είναι σε περιοχές που έμεναν Έλληνες κάποτε. Αυτή η κατανομή, όμως, δεν ισχύει πλέον, καθώς οι Έλληνες έχουν σκορπιστεί σε όλα τα μέρη της Μελβούρνης».

ΠΟΛΛΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΓΙΑ ΛΙΓΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ

«Κι εδώ έρχονται τα ελληνικά απογευματινά σχολεία, τα οποία, ναι μεν, υπάρχουν πλέον σε κάθε γωνιά της Μελβούρνης, κάτι που όμως μπορεί να είναι και αρνητικό. Κάποιες μέρες και σε κάποιες περιοχές, λειτουργούν ταυτόχρονα πολλά σχολεία σε σύγκριση με το δυναμικό του ελληνικού πληθυσμού, με αποτέλεσμα οι μαθητές να διασκορπίζονται και να έχουμε λίγους (σε σύγκριση με το παρελθόν), να παρακολουθούν σε κάθε σχολείο.

Αυτό έχει πολλές επιπτώσεις, όπως το να μην υπάρχει αρκετό προσωπικό κι έτσι βλέπουμε σε σχολεία να προσλαμβάνονται και «άσχετοι» με την εκπαίδευση με αποτέλεσμα να πέφτει και η ποιότητα της εκμάθησης».

«ΒΑΡΙΕΜΑΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ»

«Δυστυχώς, αυτή η μάστιγα που, όπως παρατήρησα, υπάρχει εδώ και αρκετό καιρό, είχε ως αποτέλεσμα παλιότερες γενιές να έχουν μια απέχθεια για το ελληνικό σχολείο και να την περνούν και στα παιδιά τους.

Τα συναισθήματα που έχω διαπιστώσει ότι επικρατούν για την ελληνομάθεια συνήθως είναι: καταπίεση (τα μαθαίνω γιατί με ζορίζει η γιαγιά), βαρεμάρα (χάνω το παιχνίδι με τους φίλους μου, η κυρία δεν τα «λέει» ωραία), αρνητικότητα (είναι πολύ δύσκολα, είναι βαρετά τα ελληνικά), κούραση (πολλές εργασίες).

Προς Θεού, δεν λέω ότι δεν υπάρχουν οι εξαιρέσεις, αλλά, δυστυχώς, είναι ελάχιστες. Είχα την τιμή στη μέχρι τώρα πορεία μου να συναντήσω παιδιά 3ης και 4ης γενιάς που μιλάνε καλύτερα ελληνικά και από τα παιδιά που ήρθαν από Ελλάδα πριν λίγα χρόνια. Βλέπω ότι αυτές οι οικογένειες που τα κατάφεραν, είναι αυτές που έχουν βάλει πολύ αγάπη στην ελληνική παιδεία των παιδιών τους, και δεν εννοώ μόνο τη γλώσσα, αλλά και τον πολιτισμό της Ελλάδας».

«ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΙΔΑΣΚΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕ ΥΛΙΚΟ ΤΟΥ ’60»

Για την κα Χριστίνα Σουμή, έχει έρθει η ώρα των αλλαγών τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τον τρόπο διδασκαλίας των ελληνικών.
«Είναι απαραίτητο τα ελληνικά σχολεία να μπουν στην πραγματικότητα του τώρα. Δεν μπορούμε να διδάσκουμε τα παιδιά σήμερα με υλικό του 1960.

Ναι, ήταν καλό το αλφαβητάρι του τότε, αλλά είναι καλό για τα παιδιά του τότε. Πρέπει οι εκπαιδευτικοί να προσαρμόζουμε το υλικό μας στο τώρα, αλλά και σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές μεθόδους που χρησιμοποιούν στα αυστραλιανά σχολεία.

Μας αρέσει-δεν μας αρέσει τα παιδιά μας μαθαίνουν με συγκεκριμένη μεθοδολογία στα αυστραλιανά σχολεία τους. Θα πρέπει να διδάσκουμε με την ίδια μεθοδολογία και στα ελληνικά για να είναι στα παιδιά πιο εύκολο και πιο ευχάριστο. Ναι, εμείς μαθαίναμε με εργασίες στο σπίτι ή «παπαγαλία», αυτή η γενιά όμως δεν μαθαίνει έτσι, μαθαίνει με βιώματα και αυτό πρέπει να το υιοθετήσουμε στη διδασκαλία μας.

Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, δεν λέω ότι δεν πρέπει να διδάξουμε γραμματική, αλλά πώς θα την διδάξουμε».

Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ

Όλοι μας ξέρουμε ότι πολλοί γονείς των μαθητών μας δεν μιλούν ή δεν ξέρουν ελληνικά, οπότε θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι η εκμάθηση γίνεται στο σχολείο και δεν περιμένουμε από την «εργασία στο σπίτι». Η «εργασία στο σπίτι» θα πρέπει να είναι κάτι ευχάριστο, μικρό και περιεκτικό.

Πλέον, μετά την καραντίνα όλοι μάθαμε ότι υπάρχουν διάφορα εκπαιδευτικά παιχνίδια που μπορούμε να δημιουργήσουμε ή να παίξουν τα παιδιά και αυτό μπορεί απλά να είναι η εργασία τους. Βέβαια, θα πρέπει να διαφοροποιούμε τους μαθητές ανάλογα με το επίπεδό τους και τον τρόπο εκμάθησης που προτιμούν και όπου θέλουν -τονίζω, όπου θέλουν- να δίνουμε περισσότερη εργασία, ή να έχει η εργασία μας διαβαθμίσεις».

Επίσης, καλό είναι στο εκπαιδευτικό υλικό που χρησιμοποιούμε να υπάρχουν εικόνες ή αναφορές από την Αυστραλία. Φανταστείτε ότι είστε Ελλάδα και γνωρίζετε έναν Ελληνοαυστραλό· τι θα τον ρωτήσετε; Για τα κατσίκια ή για τα καγκουρό; Για τη Μύκονο ή για τους Αβορίγινες; Γιατί λοιπόν να μην μάθουμε ελληνικά χρησιμοποιώντας πράγματα που ξέρουν οι μαθητές μας ήδη και ίσως τους ενδιαφέρουν και περισσότερο»;

ΣΤΗΝ «ΑΡΕΝΑ» ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει στο έργο της η κα Σουμή είναι, όπως λέει η ίδια, η ασέβεια που συχνά δείχνουν μαθητές και γονείς προς το ελληνικό σχολείο.

«Πολλοί μαθητές έρχονται υπό πίεση και βγάζουν την αρνητικότητά τους στον εκπαιδευτικό ή τους συμμαθητές τους. Επίσης, υπάρχουν γονείς που θεωρούν ότι με 3 ώρες την εβδομάδα και χωρίς βοήθεια από το σπίτι, τα παιδιά τους θα μάθουν άπταιστα ελληνικά και μόλις τους ανακοινώνεις ότι αυτό δεν γίνεται, θεωρούν ότι εσύ είσαι η αιτία.

Επιπλέον, το να έχεις 80 διαφορετικούς μαθητές, κάθε μέρα κι άλλη τάξη (επίπεδο),πολλές φορές 2 και 3 επίπεδα μαζί, μαθητές που χρειάζονται υποστήριξη αλλά ξέρεις ότι δεν μπορείς να τους την παρέχεις γιατί δεν έχεις βοηθό, χώρο τον οποίο δεν μπορείς να προσαρμόσεις στις ανάγκες σου λόγω των περιορισμών που θέτει το σχολείο που φιλοξενεί τις ελληνικές τάξεις, άγχος μην γίνει τίποτα στο χώρο (δεν είναι λίγες οι φορές που αναγκαζόμαστε να βάλουμε και σκούπα), η έλλειψη υλικού και το άγχος ότι προσπαθείς να διατηρήσεις κάτι που βλέπεις ότι «πεθαίνει» σε κουράζουν σωματικά και ψυχικά».

ΕΝ ΤΗ ΕΝΩΣΕΙ Η ΙΣΧΥΣ

Η έμπειρη εκπαιδευτικός θεωρεί ότι μόνο με πνεύμα ενότητας και συνεργασίας θα μπορέσει να υπάρξει «αύριο» για την ελληνική γλώσσα στην Αυστραλία.
«Να ενώσουν τις δυνάμεις τους κοινότητες και σχολεία. Λιγότερα σχολεία με περισσότερους μαθητές, καλούς εκπαιδευτικούς και ανανεωμένο υλικό.

Να υπάρχουν κίνητρα για τους μαθητές. Ας φτιάξουμε ομάδες κι όχι τάξεις εμείς οι εκπαιδευτικοί ώστε να δημιουργηθούν φιλίες μεταξύ των μαθητών.

Να γίνονται επιμορφωτικά σεμινάρια για τους γονείς, να τους ενσωματώσουμε στην κοινότητα του σχολείου, ελληνικές βραδιές χωρίς να κοστίζουν πολύ, εκπαιδευτικά ταξίδια στην Ελλάδα.

Επίσης, είναι σημαντικό να διοργανώνονται επιμορφωτικά σεμινάρια για τους εκπαιδευτικούς και να δημιουργούνται γέφυρες επικοινωνίας με εκπαιδευτικούς και σχολεία από Ελλάδα».