Όταν η 28χρονη Ελένη άκουσε το τηλέφωνο της να χτυπάει μέσα στην νύχτα, ήξερε πως τα νέα για την μητέρα της που ζει μόνιμα στην Ελλάδα και τα τελευταία δύο χρόνια παλεύει με μια επιθετική μορφή καρκίνου στα πνευμόνια, δεν θα ήταν ευχάριστα.

«Ο καρκίνος έχει κάνει μετάσταση. Η μαμά έχει μόνο λίγους μήνες ζωής Ελένη» άκουσε να της λέει η θεία και αδελφή της μητέρας της, η οποία τους τελευταίους μήνες έχει αναλάβει να φροντίζει την αδελφή της που μέχρι πρότινος ήταν απολύτως υγιής χωρίς να παρουσιάζει κανένα σύμπτωμα επάρατης νόσου αλλά τελικά μετά από γενικές εξετάσεις ρουτίνας διαπιστώθηκε πως πάσχει από επιθετικό μεταστατικό καρκίνο στους πνεύμονες.

Η νεαρή Ελένη, η οποία μένει μόνιμα στην Αδελαΐδα, και πριν από λίγες εβδομάδες έφερε στον κόσμο ένα υγιέστατο κοριτσάκι, μετανάστευσε στην Αυστραλία στα 25 της χρόνια αναζητώντας μια καλύτερη ζωή στην ξενιτιά. Παντρεύτηκε τον Ελληνοαυστραλό αγαπημένο της πριν τρία χρόνια και μαζί έχουν αποκτήσει ακόμα ένα δίχρονο αγοράκι.

Η μητέρα της Ελένης, Κατερίνα, είναι μεν Αυστραλή υπήκοος αλλά όταν η κόρη της, νηπιαγωγός στο επάγγελμα, της ανακοίνωσε την επιθυμία της να μεταναστεύσει στην Αυστραλία, εκείνη επέλεξε να μείνει πίσω στην πατρίδα όπου διατηρούσε το δικό της μικρό τουριστικό μαγαζάκι σε ένα μικρό χωριουδάκι της Κρήτης.

«Η μαμά μου δεν έχει τις καλύτερες αναμνήσεις από την Αυστραλία και δεν ήθελε να με ακολουθήσει. Ταυτόχρονα, κατανοώ και σέβομαι πως πρέπει να ήταν δύσκολο για εκείνη στα 50 της χρόνια να κλείσει μια μεγάλη σελίδα στην ζωή της και να μεταναστεύσει στην άλλη άκρη του κόσμου επειδή αυτό ήθελα να κάνω εγώ. Η αλήθεια είναι πως μέσα της δεν κατάφερε να αγαπήσει ποτέ την Αυστραλία και δεν συμφιλιώθηκε ποτέ με όσα πέρασε εκεί σαν μικρό παιδί μεταναστών. Θυμάμαι πως πάντα έλεγε πως δεν ήθελε ποτέ να επιστρέψει στον τόπο που γεννήθηκε» εξηγεί η Ελένη, η οποία παραδέχεται πως όταν πήρε την απόφαση να φύγει από την Ελλάδα, δεν δίστασε να αφήσει πίσω την μητέρα της, μια νέα, δυναμική και ανεξάρτητη γυναίκα που μέχρι πρότινος δεν είχε την ανάγκη κανενός.

«Η μαμά μου ήταν πάντα ένας υγιής, δυνατός και ανεξάρτητος άνθρωπος. Ομολογώ πως όταν έφυγα για την Αυστραλία δεν ανησυχούσα ιδιαίτερα για εκείνην ενώ και η ίδια με ενθάρρυνε να φύγω αφού ένιωθε δυνατή και ήθελε το καλύτερο για μένα. Ξέραμε και οι δυο πως η μαμά μου μπορούσε εύκολα να σταθεί στα πόδια της. Πίστευα και έλεγα στον εαυτό μου πως πλέον ο κόσμος είναι τόσο μικρός και πως η αγαπημένη μου μητέρα είναι μόνο ένα τηλεφώνημα, ένα μήνυμα και μια πτήση μακριά, όμως τελικά η ζωή μας απέδειξε ακόμα μια φορά πόσο απρόβλεπτη μπορεί να γίνει. Ούτε στους χειρότερους μας εφιάλτες δεν φανταζόμασταν πως μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα θα έρχονταν τα πάνω κάτω και πως εν έτη 2021 που υποτίθεται έχουμε πρόσβαση στα πάντα, θα φτάναμε σε τέτοιο σημείο απόγνωσης λόγω COVID-19».

Η Ελένη, μιλά στην μητέρα της καθημερινά και ακόμα προσπαθεί να βρει τρόπο να σταθεί δίπλα της χωρίς να κινδυνέψουν τα δικά της παιδιά.

Από την μια λέει πως σκέφτεται την μητέρα της και το μόνο που θέλει είναι να τρέξει κοντά της και να την αγκαλιάσει, να σταθεί δίπλα της και να την στηρίξει μέχρι το τέλος και από την άλλη δεν μπορεί να αφήσει τα δύο της παιδιά πίσω, ειδικά το μωρό.

Την ίδια στιγμή φοβάται να τα πάρει και μαζί της λόγω κορωνοϊού.

Λέει μάλιστα πως αφού συμβουλεύτηκε τον γυναικολόγο της και τον παιδίατρο της κορούλας της αποφάσισε πως λόγω της παρούσας κατάστασης, πως είναι φρονιμότερο να μείνει στην Αυστραλία ώστε να μην κινδυνέψει η ίδια και τα παιδιά της.

«Δεν με νοιάζει για εμένα. Αν δεν είχα τα παιδιά μου θα βρισκόμουν ήδη στην Ελλάδα αλλά φοβάμαι να φύγω και να αφήσω τα παιδιά πίσω, ειδικά το μωρό το οποίο θηλάζω ακόμα, τρέμω όμως και να τα πάρω μαζί μου, αφού πάντα εγκυμονεί ο κίνδυνος να κολλήσουμε κορωνοϊό κατά την διάρκεια του ταξιδιού ενώ υπάρχει και το ενδεχόμενο όχι μόνο να κολλήσουν τα παιδιά ή και εγώ, αλλά με την άφιξη μας στην Ελλάδα, να τον μεταδώσουμε στην μητέρα μου και να χειροτερέψει ακόμα περισσότερο η κατάσταση της», λέει η Ελένη η οποία παραδέχεται πως η ιστορία αυτή της είχε στοιχίσει πολύ ψυχολογικά και πως νιώθει διχασμένη αφού δεν ξέρει πως να αντιμετωπίσει την κατάσταση.

«Πονώ και ανησυχώ. Τρέμω κάθε φορά που χτυπάει το τηλέφωνο και νιώθω τεράστια στενοχώρια και τύψεις που δεν μπορώ  να πάρω το αεροπλάνο και να τρέξω στο πλευρό της μητέρας μου. Την ίδια στιγμή εκείνη παρά την δική της στενοχώρια μου δίνει κουράγιο και με μαλώνει πολλές φορές που ακόμα το σκέφτομαι να φύγω και με παρακαλεί να μην το «κουνήσω» από την Αυστραλία αφού δεν θέλει σε καμία περίπτωση να αφήσω πίσω τα παιδιά μου, τα εγγόνια της που καλά-καλά δεν γνώρισε αλλά υπεραγαπά.

«Πολλές φορές, όταν με πιάνει απελπισία σκέφτομαι πως το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να μιλάμε κάθε μέρα στο τηλέφωνο όσο της επιτρέπουν οι δυνάμεις της και να προσεύχομαι πως κάποια μέρα θα την δω και θα την αγκαλιάσω στο παράδεισο» καταλήγει συγκινημένη η Ελένη.