ΤΟ Πάσχα το πέρασα τρώγοντας κάστανα και φράουλες και πίνοντας ούζο και μπύρες.

ΚΑΙ αυτό δεν το έκανα γιατί μου χάλασε την πασχαλινή διάθεση η βάρβαρη (και απάνθρωπη) συμπεριφορά των χασάπηδων της Αιγύπτου απέναντι στις (καλομαθημένες και καλοταϊσμένες) αγελάδες μας, αλλά γιατί δεν μου αρέσει το αρνίσιο κρέας.

ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά, χρησιμοποίησα το κτηνοτροφικό μου know how, καθοδηγώντας έναν συνάδελφο να σουβλίσει ένα κακοσφαγμένο και αποκεφαλισμένο (από Ιταλό χασάπη!) αρνί.

ΚΑΤΑ τη διάρκεια της βάρβαρης «ιεροτελεστίας» του σουβλίσματος, την οποία βίωσε, όσο κανένας άλλος, ο Αθανάσιος Διάκος, επηρεασμένος από τις εικόνες του Καΐρου, έκανα διάφορες σκέψεις.

ΑΝΑΡΩΤΗΘΗΚΑ (που λέτε) πώς είναι δυνατόν να γιορτάζουμε εμείς οι Χριστιανοί την Ανάσταση, με την ομαδική σφαγή (και το σούβλισμα) των αμνών, που αντιπροσωπεύουν την καλοσύνη, τη γαλήνη, την αθωότητα και την καλοπροαίρετη αφέλεια.

ΤΙ ήταν αυτό, δηλαδή, που μας έσπρωξε να γιορτάζουμε την Ανάσταση του Κυρίου με τη σφαγή του ζώου που κατ’ εξοχήν αγαπούσε (σύμφωνα με τις Γραφές) ο Ιησούς;

ΚΑΙ όχι μόνο το σφάζουμε, το σουβλίζουμε και το ψήνουμε (κόβοντας πρόωρα το νήμα της ζωής του) αλλά προηγουμένως νηστεύουμε για να το ευχαριστηθούμε περισσότερο.

ΕΠΕΙΔΗ πιστεύω ότι τα αρνάκια έχουν δικαίωμα (όπως όλοι μας) στη ζωή, έκρινα ότι κάτι θα πρέπει να κάνω προκειμένου να παρατείνω τουλάχιστον τον (άκακο) βίο τους.

ΣΚΕΦΤΗΚΑ, λοιπόν, να πλησιάσω την οργάνωση τον φιλόζωων και να τους ζητήσω να κάνουν ένα βίντεο και να δείξουν την πορεία της (πολύ) σύντομης ζωής ενός αρνιού.

ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ να δείτε Μεγαλοβδομαδιάτικα ένα κατάλευκο ξέγνοιαστο αρνάκι να παίζει χοροπηδώντας με άλλα συνομήλικά του άκακα αρνάκια σ’ ένα καταπράσινο λιβάδι και οι μαμάδες τους να τα καμαρώνουν!

ΣΤΗ συνέχεια να πέφτει στα χέρια του άσχετου Ιταλού χασάπη και να καταλήγει (ακέφαλο) στη σούβλα κάποιου (συγκινημένου από το Θείο δράμα και την Ανάσταση) Χριστιανού.

Ε, ένα τέτοιο καλοφτιαγμένο και λογοτεχνικά σχολιασμένο βίντεο, όλο και σε κάποιους ευαίσθητους Χριστιανούς θα έκοβε την όρεξη για οβελία, αν και νομίζω ότι η «παράδοση» έχει εθίσει τη γεύση μας και έχει βαθιές ρίζες… στο στομάχι μας.

ΑΝ κρίνω, όμως, από το δράμα των αγελάδων μας, προ των πυλών των κολασμένων σφαγείων, το καλύτερο που μπορούν να περιμένουν τα αρνάκια από ένα τέτοιο βίντεο, είναι έναν πιο αξιοπρεπή και ανθρώπινο θάνατο…

ΤΗ σούβλα αποκλείεται να τη γλυτώσουν, όπως δεν γλυτώνουν και οι αγελάδες από το να γίνουν μπριζόλες!

Η όλη συζήτηση που γίνεται (για άλλη μια φορά, τις τελευταίες μέρες) με αφορμή τις εικόνες από το σφαγείο της Αιγύπτου, δεν γίνεται για το αν εμείς οι άνθρωποι έχουμε το δικαίωμα να σκοτώνουμε τα ζώα, στα οποία η φύση παρέχει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα που δίνει και σε εμάς, αλλά, για το πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε ως δήμιοι των ζώων.

ΑΠΟ τη στιγμή που η σφαγή των ζώων γίνεται «ανθρώπινα», δηλαδή σύμφωνα με κανόνες που εμείς θεωρούμε αποδεκτούς για τα ζώα, τότε, όχι μόνο πρόβλημα δεν υφίσταται, αλλά τους κάνουμε και χάρη.

ΚΑΙ για να κατανοήσετε καλύτερα το πρόβλημα σκεφτείτε για μια στιγμή, να έρχονταν τα πάνω κάτω και να αποφάσιζαν οι αγελάδες για το πώς πρέπει να μας θανατώσουν.

ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ να συζητούσαν οι αγελάδες, για το αν θα μας οδηγούσαν στον τόπο της σφαγής χτυπώντας και κλοτσώντας μας ή, για το αν έπρεπε να μας οδηγούν με τάξη και ηρεμία και να μας θανατώνουν με… καλοσύνη.

ΘΕΩΡΩ ότι είναι χειρότερη ατιμία να χρησιμοποιούμε την υποκρισία ως κολυμβήθρα για να ξεπλύνουμε τις ενοχές μας.

ΑΚΟΜΑ καλύτερο Πάσχα από εμένα έκανε ο συγγραφέας Γιάννης Μακριδάκης, που ζει στη Βολισσό της Χίου, γράφοντας και καλλιεργώντας το κτήμα του.

ΚΕΙΜΕΝΑ και συνεντεύξεις του Γιάννη, που ασχολείται με τη λαογραφία και την παράδοση της Χίου έχουμε δημοσιεύσει πολλές φορές στον «Νέο Κόσμο», γι’ αυτό και δεν γράφω περισσότερα.

ΣΗΜΕΡΑ αναδημοσιεύω το κείμενο που μας έστειλε με τίτλο «Αυτό το Πάσχα βοσκήσαμε». Να πως έχει:

«ΑΥΤΕΣ τις μέρες με επισκέφθηκαν κάμποσοι άνθρωποι από τις πόλεις και προέκυψαν δύο ζητήματα άξια σχολιασμού από την επικοινωνία και την συναναστροφή μας.
 
ΤΟ πρώτο αφορά στο ξάφνιασμα, την δυσπιστία, το αίσθημα ανασφάλειας που ένιωθαν κι εξωτερίκευαν με το βλέμμα και με τα λόγια τους, όταν, περπατώντας μες στο χωράφι, τους έκοβα κάποιο χόρτο ή κάποιον καρπό, τους τον έδινα στο χέρι και τους έλεγα να το δοκιμάσουν.

ΚΟΡΦΕΣ από παπούλες, λαγουδόχορτα, ρόκα, σέλινα, χλωρά μπιζέλια και ρεβίθια, ακόμα και τα τσάγαλα, τα αγίνωτα μύγδαλα, όλα τους προκαλούσαν έκπληξη και διστακτικότητα να τα βάλουν στο στόμα τους.

ΜΕ όλους το συζητήσαμε το ζήτημα που προέκυψε από αυτήν την παρατήρηση της συμπεριφοράς τους.

ΤΟ συζητήσαμε κατόπιν, βέβαια, αφού είχαν, έστω με δισταγμό, γευτεί, αφού είχαμε κάνει χιούμορ περί βοσκής μας κι αφού είχαν ενθουσιαστεί με κάποιες από τις γεύσεις.

ΚΑΙ φτάσαμε στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που ζουν εντός του αστικού ιστού και εντός του χρηματοοικονομικού συστήματος, έχουν μάθει πια να θεωρούν “ασφαλές τρόφιμο” αυτό που κάποιοι το έχουν ελέγξει, κάποιοι το έχουν συσκευάσει και κάποιοι το πουλάνε, δίχως βέβαια ταυτόχρονα να γνωρίζουν τίποτα για την παραγωγή του.
 
ΚΑΘΩΣ απομακρύνθηκαν οι άνθρωποι από την παραγωγή της τροφής τους και την ανέθεσαν στα χέρια άλλων, για να έχουν οι ίδιοι τον χρόνο να ασχολούνται με ανώτερα ζητήματα, και όχι τόσο ταπεινά, χάσανε την επαφή με την γη, άρχισαν να την φοβούνται, να μην την εμπιστεύονται, ενώ την ίδια στιγμή μπορεί να τρώνε με αίσθημα υψίστης ασφάλειας σαλάμια από κρέας αλόγου και τρόφιμα από μεταλλαγμένους σπόρους και εμποτισμένα με χημικά λιπάσματα φυτά, επειδή μόνο και μόνο τους εγγυάται το ανήθικο και αναξιόπιστο χρηματοοικονομικό σύστημα ότι τις τροφές τους τις έχει ελέγξει.
 
ΑΥΤΟ είναι το μέγα ζήτημα της “δημόσιας υγείας” το οποίο σημαίνει ότι οι άνθρωποι – καταναλωτές τρέφονται μόνο με ό,τι τους δίνει το σύστημα, το οποίο έφτιαξαν και εντός του οποίου ζουν αιχμάλωτοι, με όλα τα επακόλουθα, οικονομικά, υγείας, κλπ.

ΜΕ το πρόσχημα λοιπόν της “δημόσιας υγείας” οι συστημικές κεφαλές χειραγωγούν τους ανθρώπους ελέγχοντας πλήρως την τροφή τους και καταστρέφουν την φύση, την βιοποικιλότητα και τελικά τον ίδιο τον άνθρωπο.

ΔΙΕΚΔΙΚΩΝΤΑΣ την απόλυτη κατοχή και διακίνηση υβριδιακών σπόρων, απαγορεύοντας τους φυσικούς που επί αιώνες καλλιεργούνται και τρέφουν ανθρώπους, ως δήθεν μη ελεγμένους επιστημονικά για την ασφάλειά τους.
 
Η ανθρωπότητα βαδίζει σε μονοπάτια αδιέξοδα και τρομακτικά, σε μονοπάτια μετάλλαξης, οι άνθρωποι έχουν ήδη γίνει φοβικοί με το χώμα και το νερό, με τα συστατικά του σαρκίου τους δηλαδή, και την ίδια ώρα εμπιστεύονται τυφλά ό,τι πιο υβριστικό, ανήθικο και βρόμικο.

ΤΟ μόνο που τους αρκεί είναι η ψευδαίσθηση ασφάλειας που τους δίνει το σύστημα με τις δομές υγείας πχ, ενώ την ίδια ώρα τους αρρωσταίνει για να τους πουλήσει και τα φάρμακα. Καταναλωτές αναλώσιμοι.
 
ΕΠΙ αυτού άπτεται και το δεύτερο ζήτημα που προέκυψε από τις συζητήσεις μας.

Η ιδιώτευση σε ένα χτήμα και η προσωπική αυτάρκεια και παραγωγή τροφής, δεν αρκεί για να ανατραπεί η κατάσταση, μου λένε κάποιοι, δεν είναι λύση η απόσυρση από τους κοινωνικούς αγώνες.

Η άποψή μου επ’ αυτού είναι ότι όποιος αποσύρεται από τον αστικό βίο και επιστρέφει στις αξίες, όποιος αποδυναμώνει με την στάση της ζωής και της καθημερινότητάς του αυτόν τον καταστροφικό τρόπο με τον οποίον καλείται να ζήσει ο σύγχρονος άνθρωπος, δεν αυτομολεί από τους κοινωνικούς αγώνες.

ΔΕΝ ιδιωτεύει κοιτώντας την πάρτη του αλλά εργάζεται καθημερινά για όλους, διαφυλάσσοντας, καλλιεργώντας, αναπαράγοντας, διαιωνίζοντας, διεκδικώντας, υπερασπίζοντας το απόλυτο δικαίωμα της ανθρωπότητας, που είναι η κοινοκτημοσύνη των φυσικών πόρων, των σπόρων, του νερού, του οξυγόνου της ενέργειας.

Ο κάθε άνθρωπος που φεύγει από τον αστικό ιστό, που νιώθει την ευτέλεια του χρήματος και την πολυτιμότητα των βασικών πόρων, αποτελεί θεματοφύλακά τους και εργάζεται όχι για τον εαυτό του αλλά για όλους…

ΚΑΙ, κυρίως, για τους μελλοντικούς ανθρώπους και τα άλλα πλάσματα, αντιστεκόμενος στην ισοπέδωση που έρχεται με ερπύστριες και τείνει να υποκαταστήσει το φυσικό περιβάλλον με το χρηματιστηριακό, κάνοντας όλα τα αγαθά, προϊόντα των αγορών.

ΟΙ άνθρωποι που πήραν χαμπάρι το πού βαδίζει το σύνολο και βγήκαν να παλέψουν και να προστατεύσουν τις κοινές αξίες, δεν είναι ιδιώτες.

ΕΙΝΑΙ αυτοί που έχουν βιώσει ήδη την επανάσταση…

ΚΑΙ που σιγά-σιγά μπολιάζουν κι άλλους, καθημερινά όλο και περισσότερους για να αλλάξει μια μέρα εντός του προσεχούς ιστορικού χρόνου το τοπίο γύρω μας».