Το 2017 η 9η Φεβρουαρίου θεσπίσθηκε ως Παγκόσμια Ημέρα της Ελληνικής Γλώσσας.

Η επιλογή της ημερομηνίας της 9ης Φεβρουαρίου δεν είναι τυχαία, καθότι ήταν η ημερομηνία θανάτου του Διονυσίου Σολωμού, ο οποίος έχει αναγνωρισθεί ως ο εθνικός μας ποιητής, γιατί δεν έγραψε μόνο το ποίημα «Ύμνος εις την Ελευθερία», οι δύο πρώτες στροφές του οποίου είναι ο Εθνικός μας Ύμνος.

Ο Σολωμός είχε αξιοποιήσει και την προγενέστερη ποιητική παράδοση, καθώς ήταν ο πρώτος που καλλιέργησε συστηματικά τη δημοτική γλώσσα, και άνοιξε το δρόμο για τη χρησιμοποίησή της στην μετέπειτα ελληνική λογοτεχνία.

Φυσικά, ως Έλληνες, αγαπάμε την ελληνική γλώσσα, γιατί είναι η μητρική μας γλώσσα, αλλά είμαστε και ιδιαίτερα υπερήφανοι που σε αυτήν γράφτηκαν διαχρονικά πολύ σημαντικά λογοτεχνικά και φιλοσοφικά κείμενα, τα οποία έχουν επηρεάσει καθοριστικά όχι μόνο τον ευρωπαϊκό, αλλά και τον παγκόσμιο πολιτισμό.

Τα βιβλία της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν από Ιουδαίους. Εντούτοις δε γράφτηκαν στην Αραμαϊκή, που ήταν εκείνη την εποχή η μητρική γλώσσα των Ιουδαίων της Παλαιστίνης, αλλά στην ελληνική γλώσσα, η οποία είχε επικρατήσει ως η παγκόσμια γλώσσα σε όλα σχεδόν τα διαμερίσματα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μόνη εξαίρεση αποτελεί το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, το οποίο γράφτηκε πρώτα στην Αραμαϊκή, και μετά στην Ελληνική γλώσσα.

Η ελληνική γλώσσα τροφοδότησε, είτε απευθείας, είτε μέσω των λατινικών, τις νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες με λεξιλόγιο, ιδίως στην επιστημονική σφαίρα, καθώς και στον τομέα των γραμμάτων και των τεχνών.

Εμείς που ζούμε στην Αυστραλία συνεχώς συναντάμε ελληνογενείς όρους στην αγγλική γλώσσα, που μας είναι οικείοι. Τους ελληνογενείς όρους σε ξένες γλώσσες μπορούμε να τους κατατάξουμε σε τρεις κατηγορίες.

Στην πρώτη κατηγορία, έχουμε λέξεις φτιαγμένες με βάση ελληνικά δομικά στοιχεία που χρησιμοποιούν επιστήμονες που πήραν ελληνικές ρίζες, προθήματα και επιθήματα, για να δημιουργήσουν νέους όρους για τις επιστημονικές ανακαλύψεις και εφευρέσεις τους.

Συνήθως αυτές οι λέξεις περνάνε με μικρές αλλαγές σε πολλές γλώσσες, και έτσι ονομάζονται διεθνισμοί.

Στη δεύτερη κατηγορία έχουμε λέξεις της τεχνολογίας, όπως το τηλέφωνο, και είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι ο όρος αυτός δεν υπήρχε στα αρχαία ελληνικά. Είναι όμως σύνθετος από το αρχαίο ελληνικό τήλε, με την έννοια μακριά, και φωνή.

Σύνθετοι όροι, όπως η νοσταλγία (νόστος = επιστροφή, άλγος = πόνος), δηλώνουν τον πόνο για την επιστροφή στην πατρίδα.

Η τρίτη κατηγορία λέξεων ελληνικής προέλευσης είναι λαϊκά δάνεια, που πολλές φορές έχουν αλλάξει πολύ καθώς ταξίδεψαν μέσα στους αιώνες και στις ηπείρους, ώστε να χρειάζεται η χρήση της ετυμολογίας για να ανιχνευθεί η αρχική ελληνική μορφή τους.

Η επιστροφή μιας λέξης ως δάνειο στη γλώσσα από την οποία ξεκίνησε χαρακτηρίζεται ως αντι-δάνειο, ως επιστροφή δανείου, ως επιστροφή μιας λέξης στη γλώσσα στην οποία γεννήθηκε.

Ο «νόστος», η επιστροφή στην πατρίδα (από το ρήμα νέομαι «επιστρέφω»), δεν χαρακτηρίζει μόνο «τη γλυκιά προσμονή της επιστροφής στην πατρίδα», αλλά δίνει και «τον ψυχικό πόνο που γεννάει αυτή η προσμονή», τη «νοσταλγία».

Και ήταν μάλιστα οι Γάλλοι που κατέφυγαν στις ελληνικές λεξιλογικές πηγές, πλάσσοντας πρώτοι αυτοί το άλγος του νόστου, την nostalgie. Έτσι, από άλλο δρόμο, η σύνθετη λέξη επέστρεψε στη «λεξιλογική πατρίδα» της ως «νοσταλγία».

Άλλες κατηγορίες λέξεων ελληνικής προέλευσης που συναντάμε στις νεότερες γλώσσες, κυρίως τις ευρωπαϊκές, είναι λόγια δάνεια, διεθνείς λέξεις αντλημένες από την αρχαία ελληνική, όπως history, tragedy, comedy, philosophy, geometry, και πλήθος άλλων.

Το ερώτημα είναι γιατί μη Έλληνες επιστήμονες χρησιμοποιούν ελληνικές ρίζες για να δημιουργήσουν σύγχρονους επιστημονικούς όρους, όπως για παράδειγμα τον όρο ecology (οικολογία) από την ελληνική λέξη οίκος και λόγος, psychology, από τις ελληνικές λέξεις ψυχή και λόγος, κλπ.

Προφανώς γιατί πρόκειται για μια γλώσσα που είχε ήδη χρησιμοποιηθεί στα επιστημονικά συγγράμματα της αρχαιότητας, τα οποία με την Αναγέννηση έγιναν ευρέως γνωστά στην Ευρώπη, είτε απευθείας, είτε μέσω των λατινικών, που ήταν ως τον 19ο αιώνα η γλώσσα των επιστημόνων όλης της Ευρώπης.

Πέρα όμως από την αναμφισβήτητη αίγλη τους, τα ελληνικά είχαν κι ένα άλλο πλεονέκτημα: ήταν «ουδέτερο έδαφος» κι έτσι δεν θιγόταν η εθνική υπερηφάνεια κανενός επιστήμονα.

Ένας Γάλλος φυσικός, αν χρησιμοποιούσε τα γαλλικά για να ονοματίσει μια εφεύρεσή του, θα ήταν λίγο πιο δύσκολο να επιβάλει τον όρο στους Άγγλους και τους Γερμανούς συναδέλφους του, ενώ ο ελληνικός όρος, ως ουδέτερος, είχε περισσότερες πιθανότητες να γίνει αποδεκτός.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Άνθρωποι των γραμμάτων στην Ελλάδα έχουν εκφράσει την άποψη πως η ελληνική από τη μια είναι η πλούσια γλώσσα της λογοτεχνίας, και από την άλλη η ακριβής γλώσσα της επιστήμης, που εμπλουτίζει πολλές γλώσσες του Πλανήτη.

Παράλληλα, σκοπός του εορτασμού είναι και η ευαισθητοποίηση όλων των Ελλήνων, στην μητρόπολη, αλλά και στη διασπορά, για τη διατήρηση, αλλά και την προώθηση της ελληνικής γλώσσας. Η προβολή και ενίσχυση της Ελληνικής Γλώσσας, τόσο στα ελληνικά σχολεία όσο και στην ευρύτερη κοινότητα, αποτελεί σήμερα περισσότερο από ποτέ στόχο ύψιστης προτεραιότητας.

Με τον εν λόγω εορτασμό, ο οποίος πραγματοποιήθηκε φέτος για τρίτη φορά, επιδιώκεται η ανάδειξη της διαρκούς συμβολής της Ελληνικής Γλώσσας στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πολιτισμού.

Η αξία της ελληνικής γλώσσας είναι ανεκτίμητη. Είναι η γλώσσα στην οποία μας άφησαν το έργο τους σπουδαίοι φιλόσοφοι, ποιητές και συγγραφείς, όπως ο Όμηρος, ο Πλάτων, ο Θουκυδίδης, ο Αισχύλος, ο Αριστοφάνης, ο Ιπποκράτης, οι Ευαγγελιστές, οι Πατέρες της Εκκλησίας, και τόσοι άλλοι.

Ο Ιωάννης Καζάζης, ομότιμος Καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και Πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, εξέφρασε την άποψη πως «Πρέπει να δούμε τη μεγάλη εικόνα, και τους μεγάλους σταθμούς στη γλωσσική μας εξέλιξη τα τελευταία 200 χρόνια, παραμερίζοντας τις συνήθεις μεμψιμοιρίες μας για τα καθέκαστα».

Επιπλέον παρατήρησε ότι «είναι αρχειακά τεκμηριωμένο πλέον ότι η συγκαιρινή μας νεοελληνική γλώσσα είναι πλουσιότερη απ’ ό,τι υπήρξε σε οποιαδήποτε άλλη φάση της μακράς ιστορίας της – της αρχαίας συμπεριλαμβανομένης».

Ο Ιωάννης Καζάζης, ως απόδειξη των απόψεών του, ανέφερε τα ακόλουθα:

{…} «Ενώ κανένα από τα τρία μεγαλύτερα λεξικά μας που κυκλοφόρησαν μετά το 1998 δεν καταγράφει πάνω από 70.000 λέξεις-λήμματα, όπως λέμε, το ψηφιακό Αρχείο του Λεξικού Γεωργακά στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας έχει τεκμηριώσει τελεσίδικα πάνω από 200.000 λέξεις-λήμματα σε πραγματική χρήση σε σύγχρονα κείμενα, κι ο αριθμός αυτός δεν είναι παρά τα 2/3 του εκτιμώμενου συνολικού μας λεξιλογίου, 300.000 λήμματα για την ελληνική, τη γλώσσα των 11 εκατομμυρίων ομιλητών!

Για τη σωστή αποτίμηση του αριθμητικού αυτού δείκτη, αρκεί να ανατρέξουμε στο αυθεντικό λεξικό της αγγλικής, το Webster’s Third International, που καταγράφει 350.000 λέξεις-λήμματα για την πολυσυλλεκτικότερη γλώσσα του κόσμου, την αγγλική -με ένα δισεκατομμύριο χρήστες!».

{…} «Μιλούμε για το παραγωγικό και λειτουργικό λεξιλόγιο ενός πλήρως ανεπτυγμένου κράτους. Η συγκαιρινή μας Νεοελληνική, σοφά ρυθμισμένη ορθογραφικά από τον Τριανταφυλλίδη, και ύστερα από την εντατική καλλιέργειά της στα γράμματα, στις τέχνες και στις επιστήμες, εκφράζει πλέον τα πάντα με ακρίβεια, γλαφυρότητα και στις πιο λεπτές τους αποχρώσεις.

Γλώσσα ταυτόχρονα παραδοσιακή και μοντέρνα, διανύει σήμερα την ευρωπαϊκότερη φάση της: χωρίς να της λείπει τίποτε από τη σύνθετη περίοδο της γερμανικής, από την περίτεχνη κομψοέπεια της γαλλικής ή από τη φονική ακρίβεια της αγγλικής».

{…} «Η γλώσσα δεν είναι ένα φυσικό, είναι ένα ιστορικό φαινόμενο: κι ό,τι έγινε οφείλεται στον άπειρο μόχθο γενεών συμπατριωτών μας, που, παρά τις έντονες ή και τραγικές συχνά έριδες και διαφωνίες τους, εργάστηκαν με σύστημα και με προοπτική.

Το μικροσκοπικό ελληνικό κράτος των 1.200.000 ψυχών προχώρησε με διαρκείς επεκτάσεις του ε ξ ω τ ε ρ ι κ ο ύ του χώρου, ως την ολοκλήρωση, μέσα από τις αβάσταχτες και υπέροχες θυσίες του ελληνικού λαού, της σημερινής φυσιογνωμίας του, με τελευταίο μείζον επεισόδιο την ένταξή του στην Ενωμένη Ευρώπη.
Παράλληλα προχωρούσε και η εσωτερική εμβάθυνση του νεοελληνισμού, όπως μαρτυρεί η δυναμική γλωσσική ανάπτυξη που περιγράψαμε:

Γιατί η γλώσσα δεν είναι λέξεις. Είναι σύμβολα και έννοιες (ακριβέστερα: πολλαπλά εννοιολόγια για όλες τις επιμέρους χρήσεις της κοινωνίας και της επικοινωνίας) – έννοιες, λοιπόν, που δημιουργήθηκαν την ίδια ώρα και στο ίδιο ποσοστό που ο ελληνισμός παρήγαγε (και παράγει) εθνικό πλούτο, επιστημονική γνώση και πολιτισμό».

Με τις παραπάνω επισημάνσεις του Ιωάννη Καζάζη κλείνω την αναφορά μου στον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας της Ελληνικής Γλώσσας στις 9 Φεβρουαρίου 2021.