«ELA»: Το πρόγραμμα Ελληνικών για προνήπια που κερδίζει τις καρδιές γονιών, παππούδων και παιδιών

Tο εκπαιδευτικό πρόγραμμα "ELA" της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης είναι μια αλλιώτικη πρόταση στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και απευθύνεται σε παιδιά ηλικίας 2-4 ετών τα οποία συμμετέχουν με τους γονείς ή τους παππούδες τους.

Μπορεί η εκμάθηση μιας γλώσσας να είναι πηγή χαράς και διασκέδασης; Μπορεί ένα δίχρονο παιδάκι να μυηθεί στην ελληνική κουλτούρα και ιστορία μέσα από το παιχνίδι και τη δημιουργία;

Μπορεί ο χρόνος που περνούν η μαμά και ο μπαμπάς με το παιδί τους, ή ο παππούς και η γιαγιά με το εγγονάκι τους να γίνει ευκαιρία όχι μόνο για να δεθούν μεταξύ τους αλλά και με τις ρίζες τους;

Λοιπόν, όλα τα παραπάνω είναι εφικτά και συμβαίνουν κάθε Δευτέρα στο South Oakleigh και Πέμπτη στο Bulleen, όπου πραγματοποιείται το εκπαιδευτικό πρόγραμμα “ELA” της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης.

Πρόκειται για μια αλλιώτικη πρόταση στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και απευθύνεται σε παιδιά ηλικίας 2-4 ετών τα οποία συμμετέχουν με τους γονείς ή τους παππούδες τους.

Φώτο: Supplied

Το πρόγραμμα που ξεκίνησε πέρσι και λειτούργησε για ένα τρίμηνο πριν διακοπεί λόγω της πανδημίας COVID-19, έχει ως στόχο «να έρθουν οι μικροί μαθητές σε πρώτη επαφή με την ελληνική γλώσσα μέσα από το παιχνίδι, το τραγούδι, τις χειροτεχνίες και τις ιστορίες και να την αγαπήσουν», όπως λέει στον «Νέο Κόσμο» η συντονίστρια του προγράμματος, εκπαιδευτικός κα Βίκυ Πεταλά.

Φέτος, το πρόγραμμα επανήλθε δυναμικά και από ό,τι μαρτυρούν οι συμμετέχοντες με μεγάλη επιτυχία.

Ο «Νέος Κόσμος» επισκέφθηκε και τους δύο χώρους όπου πραγματοποιείται το “ELA” και συνομίλησε για το πρόγραμμα με κάποιους από τους ενήλικους συνοδούς των νηπίων.

ΤΟ «ELA» EINAI ΜΙΑ ΠΟΡΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η Βίβιαν Αρετάκη παρακολουθεί το πρόγραμμα μαζί με τον τρίχρονο γιο της Σωτήρη, στο κάμπους του South Oakleigh όπου υπεύθυνη είναι η εκπαιδευτικός, κα Χριστίνα Σουμή.

Η κα Αρετάκη βρίσκει ότι το πρόγραμμα βοηθάει πάρα πολύ τον Σωτήρη, καθώς, όπως λέει χαρακτηριστικά, «μόλις ανοίγει η πόρτα είναι σα να μπαίνουμε στην Ελλάδα».

Αυτό που την ενθουσιάζει είναι το αίσθημα φροντίδας και αγάπης που εισπράττει εκείνη και ο γιος της από την εκπαιδευτικό, κα Σουμή κάτι που θεωρεί πολύ σημαντικό για την αποτελεσματικότητα του προγράμματος.

 

Στο πλαίσιο του προγράμματος «ELA», η μάθηση γίνεται βιωματικά, χωρίς κόπο αλλά μέσα από ευχάριστες δραστηριότητες. Φώτο: STAV LAMPROPOULOU

«Η κ. Χριστίνα είναι φανταστική και μας λέει ό,τι μπορείς να φανταστείς σε σχέση με τα ήθη, τα έθιμα, τη θρησκεία μας κι αυτό είναι πολύ όμορφο ειδικά για τα παιδιά που έχουν γεννηθεί εδώ και πρέπει να μάθουν για τις ρίζες τους.

Αν δεν τους τα διδάξουμε, όλα αυτά θα χαθούν κάποια στιγμή και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τα μάθουν», λέει η κα Αρετάκη που θεωρεί ότι οι προσπάθειες που καταβάλλουν οι μητέρες στο σπίτι δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικές με την ομάδα.

«Προσπαθούμε κι εμείς ως μαμάδες αλλά είναι διαφορετικά μέσω της ομάδας. Είμαστε πάρα πολύ χαρούμενοι κι εγώ ακόμα πιο πολύ» καταλήγει.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΥΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

Η Άντζελα Κόρδος, Ελληνίδα δεύτερης γενιάς και ο επίσης τρίχρονος γιος της, Βασίλης, απολαμβάνουν το πρόγραμμα το οποίο βρίσκουν «πολύ ευχάριστο». «Επέλεξα να ξεκινήσει ο μικρός σε τόσο μικρή ηλικία γιατί κατά τη γνώμη μου το δημοτικό έχει καθαρά εκπαιδευτικό χαρακτήρα ενώ αυτό το πρόγραμμα είναι περισσότερο παιγνιώδες και για αυτό το λόγο προσιτό στα παιδιά».

 

Φώτο: Supplied

Η κα Κόρδος που μεγάλωσε μέσα σε ένα σπίτι που μιλούσαν Ελληνικά, θεωρεί πως ακόμη και σε τόσο μικρή ηλικία τα παιδιά είναι σε θέση να καταλάβουν ότι ζουν σε μια αγγλόφωνη χώρα και ότι στο σπίτι μιλούν μια άλλη γλώσσα.

«Τα μάτια του μικρού έλαμψαν όταν ήρθαμε στο πρόγραμμα και άκουσε τα τραγούδια που λέμε στο σπίτι και συνειδητοποίησε ότι τα τραγουδούν και άλλα παιδιά», λέει και καταλήγει: «Το πρόγραμμα βοηθάει τα παιδιά να μυηθούν στην έννοια της κοινότητας».

Η ένταξη στο περιβάλλον της κοινότητας αποτελεί έναν από τους κύριους στόχους των εμπνευστών του προγράμματος “ELA” όπως εξηγεί στον «Νέο Κόσμο» η συντονίστρια, κα Πεταλά:

«Χτίζοντας πάνω στη γνώση και τις ικανότητες των παιδιών, σχεδιάσαμε και δημιουργήσαμε ένα ασφαλές πλαίσιο όπου τα μικρά παιδιά θα έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν νέους τρόπους επικοινωνίας, να κοινωνικοποιηθούν και να μάθουν μέσα από ποικίλα αισθητικά και αισθητηριακά ερεθίσματα».

Η ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΕΡΔΙΖΕΙ

Μία από τις μικρές μαθήτριες του προγράμματος είναι και η Mia που αντλεί την ελληνική καταγωγή της από τον πατέρα της, ενώ η μητέρα της, Carmen Raad, που τη συνοδεύει είναι λιβανέζικης καταγωγής.

«Αποφάσισα να φέρω τη μικρή στο πρόγραμμα για να μάθει μια άλλη γλώσσα, να γνωρίσει άλλα Ελληνόπουλα και παράλληλα να μάθω κι εγώ Ελληνικά. Το πρόγραμμα είναι πολύ ενδιαφέρον γιατί συνδυάζει την εκπαίδευση με το παιχνίδι. Έχει χορό, καλλιτεχνικά, τα πάντα. Και η μικρή το λατρεύει. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Οι δασκάλες είναι πολύ καλές και προσιτές», λέει η κα Raad.

“Τα παιδιά είναι χαρούμενα, παίζουν παιχνίδια, ακούν ιστορίες, τραγουδάνε και μαθαίνουν πολλά στο “ELA”. Φώτο: Supplied

«Προτεραιότητά μας αποτελεί η παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης, και όλα τα παιδιά να έχουν ίσες ευκαιρίες να εξερευνήσουν και να ανακαλύψουν διάφορους τρόπους που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων και ικανοτήτων τους, πλουτίζοντας παράλληλα και το λεξιλόγιό τους – τη βάση για την περαιτέρω εκμάθηση της ελληνικής Γλώσσας», λέει η κα Πεταλά και υπογραμμίζει πως αυτό που κάνει το πρόγραμμα “ELA” διαφορετικό από παρόμοια εκπαιδευτικά προγράμματα είναι ότι η επικοινωνία γίνεται αποκλειστικά και μόνο στα Ελληνικά.

Κι αν αυτό ακούγεται προκλητικό, οι συμμετέχοντες μάς διαβεβαιώνουν πως το βρίσκουν άκρως ελκυστικό.

«ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ ΠΟΥ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ»

Η κ. Άντζελα, Ελληνίδα δεύτερης γενιάς παρακολουθεί το πρόγραμμα στο Bulleen με τους δύο γιους της, 3 κι 1 έτους αντίστοιχα.

«Αυτό που μου αρέσει περισσότερο είναι πως τα παιδιά βρίσκονται σε μια παρέα που ακούνε μόνο Ελληνικά. Όλες οι δραστηριότητες γίνονται στα Ελληνικά. Ο γιος μου ανυπομονεί κάθε εβδομάδα να βρεθεί με τους φίλους του και με την «Τσαπατσούλα». Χαίρομαι που τον ακούω στο σπίτι να τραγουδάει τα τραγούδια που μαθαίνουν στο “ELA””, λέει.

Παιδί μεταναστών γεννημένος στην Αυστραλία και ο Γιώργος που συμμετέχει με τον 3,5 ετών γιο του. «Μου αρέσει πολύ που τα παιδιά έγιναν αμέσως μια όμορφη παρέα. Τραγουδάνε, παίζουν, φτιάχνουν όμορφα πράγματα και όλα γίνονται στα Ελληνικά. Ο γιος μου όλη μέρα τραγουδάει τα τραγούδια που μαθαίνουν με την «Τσαπατσούλα» και την κα Βίκυ».

Κι αν αναρωτιέστε ποια είναι η τόσο αγαπητή στα πιτσιρίκια «Τσαπατσούλα», να σας πούμε πως είναι η πάνινη κουκλίτσα – πολύτιμη βοηθός της εκπαιδευτικού, κ. Πεταλά στο κάμπους του Bulleen.

Το πρόγραμμα προσφέρει μια ευκαιρία στους γονείς να μοιραστούν ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά τους. Φώτο: STAV LAMPROPOULOU

Η κα Σταυρούλα που ζει πολλά χρόνια στην Αυστραλία, συμμετέχει με την 3χρονη εγγονούλα της, Ελληνόπουλο δεύτερης γενιάς. «Φέτος πρώτη χρονιά ήρθαμε στο ELA. Στην αρχή διστακτικά, μιας και η μικρή δεν ξέρει πολλά Ελληνικά. Γρήγορα όμως, ξεθάρρεψε και τώρα τραγουδάει, και λέει πολλές λεξούλες στα Ελληνικά», λέει στον «Νέο Κόσμο».

Η ίδια το απολαμβάνει όσο και η μικρή καθώς το βλέπει σαν μια πόρτα για την μακρινή πατρίδα. «Μου αρέσει γιατί είμαστε μια όμορφη παρέα. Νιώθω σαν να είμαστε στην Ελλάδα. Τα παιδιά είναι χαρούμενα, παίζουν παιχνίδια, ακούν ιστορίες, τραγουδάνε και μαθαίνουν πολλά» λέει.

ΜΠΟΡΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΝΑ ΜΑΘΟΥΝ ΣΕ ΤΟΣΟ ΜΙΚΡΗ ΗΛΙΚΙΑ;

Συχνά ακούμε από γονείς ότι προτιμούν τα παιδιά τους να ξεκινήσουν την εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας και εν προκειμένω της ελληνικής σε μια ηλικία κάπως μεγαλύτερη, από το φόβο μήπως τα παιδιά επιβαρυνθούν ή νιώσουν σύγχυση.

Για τη συντονίστρια του προγράμματος «ELA», κα Βίκυ Πεταλά, αυτός ο φόβος είναι αβάσιμος, καθώς όπως ισχυρίζεται, οι μελέτες έχουν αποδείξει ότι ισχύει ακριβώς το αντίθετο.

«Όταν αναφερόμαστε σε παιδιά αυτών των ηλικιών η εκμάθηση της γλώσσας είναι μία φυσική διαδικασία, όπως το να μάθει ένα παιδί να περπατάει.

Οι μελέτες έδειξαν ότι τα παιδιά επεξεργάζονται τις γλωσσικές πληροφορίες σε διαφορετική περιοχή του εγκεφάλου από τους ενήλικες.

Ο εγκέφαλος του μικρού παιδιού μπορεί να επεξεργαστεί την δεύτερη γλώσσα παράλληλα με τη μητρική, κτίζοντας ένα νέο σύστημα, χωρίς να χρειάζεται να μεταφράζει ή να «περνάει» τις νέες πληροφορίες από τα μονοπάτια που έκτισε για την μάθηση της πρώτης του γλώσσας.

Φώτο: Supplied

 

Αντίθετα, ο ενήλικας χρειάζεται μετάφραση και ανάλυση των δομών της γλώσσας για να την κατανοήσει και έτσι δυσκολεύεται να την μάθει φυσικά όπως τα παιδιά, των οποίων ο εγκέφαλος έχει την δυνατότητα να είναι εύπλαστος».

«Θα ήταν λοιπόν κρίμα να μη χρησιμοποιήσουμε αυτό το διάστημα για την απόκτηση μίας δεύτερης γλώσσας όταν αυτή μαθαίνεται το ίδιο εύκολα με την μητρική παρέχοντας πολλά πλεονεκτήματα στο παιδί.

Τα παιδιά αποκτούν ευχέρεια στη χρήση της δεύτερης γλώσσας και εξαιρετική προφορά καθώς οι μύες που χρησιμοποιούνται στην ομιλία ακόμη διαμορφώνονται, οπότε μπορούν να αναπαράγουν τους ήχους της δεύτερης γλώσσας όπως και της μητρικής τους.

Η μάθηση γίνεται βιωματικά, χωρίς κόπο αλλά μέσα από ευχάριστες δραστηριότητες» καταλήγει η κα Πεταλά.