ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι αγώνες για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα συνδεόταν με την ελπίδα υποστήριξης των εξεγερμένων κάθε φορά από τον τακτικό ελληνικό στρατό αλλά και από τη συντριβή των οθωμανών τούρκων από τους Ρώσους.

Οι επαναστατημένοι πληθυσμοί στο γενικότερο θεσσαλικό χώρο και στις δυο επαναστάσεις του 19ου αι.- του 1821 και του 1854- υπέκυπταν στην ανωτερότητα του δυνάστη τους εύκολα, γιατί οι συνθήκες και οι συγκυρίες ήταν αρνητικές.

Στην περίπτωση όμως της επανάστασης του 1878 οι περιστάσεις ήταν ευνοϊκότερες και στο εσωτερικό τής τότε ελεύθερης Ελλάδας αλλά και στην ευρωπαίκή πραγματικότητα. Η προετοιμασία για την εξέγερση φάνηκε να είναι προσεκτικότερη όχι μόνο με τις αξιόλογες δυνάμεις κρούσης, αλλά και γιατί οι Οθωμανοί τότε είχαν να αντιμετωπίσουν τα ρωσικά στρατεύματα και την εξέγερση των βαλκανικών λαών που επεδίωκαν και αυτοί την ανεξαρτησία τους.1

 

Υπενθυμίζουμε ότι στην περίπτωσή μας η επανάσταση του 1878 είχε προετοιμαστεί και στην Αθήνα αλλά και στη Θεσσαλία. Οι μυστικές επαναστατικές επιτροπές: «Αδελφική Ένωσις», « Εθνική ΄Αμυνα» και « Αδελφική Ενότης» στο τέλος συμπτύχθηκαν σε μία με τον τίτλο της πρώτης, δηλαδή «Αδελφική Ένωσις». Στην πατριωτική αυτή οργάνωση της Αθήνας συμμετείχαν άτομα της πρωτεύουσας με υψηλή κοινωνική και επιστημονική θέση, όπως αξιωματικοί, επιστήμονες, διευθυντές τραπεζών κ.ά. 2

Σύμφωνα με το μυστικό στρατιωτικό σχέδιο η επανάσταση στη Θεσσαλία έπρεπε να αρχίσει στις 15 Αυγούστου του 1877, αλλά αναβλήθηκε για αργότερα, στις 15 του Γενάρη του 1878.

Αυτή η πεντάμηνη αναβολή αποδείχτηκε από το αποτέλεσμα μοιραία για την επανάσταση στη θεσσαλία, διότι οι Ρώσοι, που συνέτριψαν τις οθωμανικές δυνάμεις, ανάγκασαν τον Σουλτάνο στις αρχές του 1878, να συνθηκολογήσει και να υπογράψει με τους νικητές τη γνωστή συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, η οποία ήταν καταστροφική για τον Ελληνισμό. Διότι με βάση όρους της συνθήκης αυτής παραχωρούνταν η Μακεδονία στους Βουλγάρους.

΄Ετσι ο παράγων « Ρωσία» λειτούργησε ανέλπιστα αρνητικά για τα συμφέροντά μας, με αποτέλεσμα το επίσημο ελληνικό κράτος να κρατήσει ουδέτερη στάση για τη θεσσαλική επανάσταση, σταθμίζοντας και τη συγκυριακή αρνητική διπλωματική κατάσταση και στις ευρωπαίκές δυνάμεις, ιδιαίτερα της Αγγλίας.

Όπως συνέβαινε σχεδόν πάντοτε στις πρηγούμενες εξεγέρσεις, έτσι και τώρα οι επαναστάσεις ξεκινούσαν από τον ορεινό θεσσαλικό όγκο ( Άγραφα, Πήλιο, Μαυροβούνι,΄Ολυμπο, Χάσια), καταπονώντας μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις των κατακτητών.

Κάθε φορά λοιπόν, ενώ οι εχθροί είχαν δεκαπλάσιες δυνάμεις από τους επαναστατημένους ραγιάδες, όσο οι μάχες γινόταν στα ορεινά της Θεσσαλίας, οι ΄Ελληνες είχαν το επάνω χέρι.΄

Οταν όμως έφτανε η ώρα της καθόδου των εξεγερμένων στα αστικά κέντρα -χωρίς επαρκή πολεμοφόδια, τακτικό στρατό και υποστήριξη από την Αθήνα- η πλάστιγγα έγερνε στα σουλτανικά στρατεύματα, όπως θα δούμε παρακάτω και για την επανάσταση του 1878. Κι όμως στις περίπου 100 μέρες που διήρκησε αυτή η εξέγερση, επιβεβεβαίωσε για μια φορά ακόμη ότι η φλόγα για την ελευθερία μας ήταν πάνω και πέρα από τα όρια της ψυχρής λογικής. 3

Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Όπως προαναφέραμε, η επανάσταση άρχισε καθυστερημένα στη Θεσσαλία, στις 15 του Γενάρη του 1878, αντί στις 15 Αυγούστου του 1877.

Όμως στην περιοχή του Ολύμπου, που είναι και το θέμα της εισήγησης, άρχισε ακόμη πιο αργοπορημένα, ένα μήνα αργότερα, στις 15 του Φλεβάρη. Τη νύχτα αυτή αποβιβάστηκαν στην Πλάκα του Λιτοχώρου 430 εθελοντές με επικεφαλής τον λοχαγό Κοσμά Δουμπιώτη.

Ανάμεσά τους ήταν και παλαίμαχοι Θεσσαλοί αγωνιστές, όπως ο Τόλιος Λάζος με τον ανηψιό του, τον γιατρό Ιωάννη Λάζο, ο Καρυώτης Γεώργιος Ζαχείλας με τον ανηψιό του, τον φοιτητή Δημήτριο, ο Νικόλαος Βλαχάβας κ.ά. Σκοπός τους ήταν να ξεσηκώσουν σε επανάσταση όλους τους παρολύμπιους πληθυσμούς και, ως ένα βαθμό ,τα καταφέρνουν.

Όλοι αυτοί από την Πλάκα Λιτοχώρου κατευθύνονται στο Λιτόχωρο όπου συγκροτούν την « Επαναστατικήν Κυβέρνησιν Μακεδονίας και Ολύμπου» 4 με τη συμμετοχή αντιπροσώπων από τα παρολύμπια χωριά: Αιγάνη, Καρυά,Καλλιπεύκη, Κοκκινοπηλό, Κρανιά, Κρυόβρυση, Λιβάδι, Πύθιο , Ραψάνη και Σκαμνιά.

Οι επαναστάτες χωρίστηκαν σε τρία τμήματα. Το πρώτο, με επικεφαλής τον αρχηγό Κοσμά Δουμπιώτη, 5 κατευθύνθηκε στα στενά της Πέτρας, για να αποκλείσει την κάθοδο από τη Μακεδονία προς τη Θεσσαλία τουρκικών στρατευμάτων μέσω αυτών των στενών.

Το δεύτερο κατευθύνθηκε προς την Κατερίνη και τον Κολινδρό της Πιερίας, ενώ το τρίτο με επικεφαλής τους Αποστολίδη 6 και Αλεξίου προς τον Πλαταμώνα, όπου κατέλαβαν οι επαναστάτες το κάστρο ύστερα από σύντομες και έξυπνες διαπραγματεύσεις με τους εκεί ταμπουρωμένους κατακτητές.

Στο σημείο αυτό στεκόμαστε με ιδιαίτερη προσοχή, διότι , όπως υποστηρίζει ο αγωνιστής σε αυτόν τον πόλεμο και ιστορικός Μιλτιάδης Σεϊζάνης, 7 ήταν μεγάλο λάθος η τριχοτόμηση των επαναστατημένων και η αποστολή τους σε τόσο απομακρυσμένα μεταξύ τους μέτωπα.

Αντί λοιπόν να καταφέρουν οι ΄Ελληνες συγκεντρωτικά πλήγματα στις εχθρικές φρουρές και να εκκαθαρίσουν πρώτα μια περιοχή με βάση το Λιτόχωρο και τον Όλυμπο, δημιουργώντας ένα σταθερό ελεύθερο στήριγμα, διέσπειραν τις δυνάμεις και απομακρύμθηκαν από το Λιτόχωρο, όπου είχαν τα πολεμοφόδια τους. Αυτή η λαθεμένη κίνηση των Ελλήνων έδωσε τη δυνατότητα σύντομα στους εχθρούς με επιθέσεις να καταλάβουν τον άξονα Λιτοχώρου- Λεπτοκαρυάς και να πέσουν μάλιστα στα χέρια τους και οι αποθήκες των επαναστατών με πάνω από 2.500 όπλα και πολεμοφόδια.

Η ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ας δούμε όμως την εξέλιξη των γεγονότων. Στο βόρειο τμήμα, προς τον Κολινδρό, όπου δρούσε από διετίας ο οπλαρχηγός Βαγγέλης Χοστεύας, παραλαβάνοντας από τον αρχηγό Κοσμά Δουμπιώτη 500 όπλα, κατέλαβε την περιοχή, αφού σκότωσε τους Τούρκους χωροφύλακες .

Στις 22 του Φλεβάρη ο νεαρός επίσκοπος Κίτρους Νικόλαος Λούσης συγκέντωσε όλους τους κατοίκους της κωμόπολης και ευλόγησε την επαναστατική σημαία και τους πολεμιστές. Μάλιστα ο δεσπότης , για να προφυλάξει τα γυναικόπαιδα, τα οδήγησε στο μοναστήρι των Αγίων Πάντων. 8

Η σύναξη όμως αυτή προδόθηκε και οι έκλειστοι εκεί προτίμησαν να διασκορπιστούν πανικόβλητοι στα γύρω υψώμτα.

Οι Τούρκοι όμως του Ασάφ πασά, λεηλάτησαν τα πάντα και κατέσφαζαν όσους συνελάμβαναν. Στο άλλο όμως μέτωπο, στα στενά της Πέτρας, τις ίδιες μέρες τα παλικάρια του Τόλιου Λάζου και Π. Καλογήρου έστησαν ενέδρα στο μοναστήρι της Πέτρας σε 250 Γκέκηδες σκοτώνοντας 13, ενώ χάθηκαν και 3΄Ελληνες.

Οι επιχειρήσεις όμως στα βόρεια του Ολύμπου ανακόπηκαν, διότι ο αρχηγός της επανάστασης Κοσμάς Δουμπιώτης πληροφορήθηκε ότι οι Τούρκοι προχώρησαν προς το Λιτόχωρο. Γι΄αυτό έστειλε ένα απόσπασμα προς το Λιτόχωρο 70 ανδρών με σκοπό να προλάβει τα δυσάρεστα. Ήταν όμως αργά.

Οι εχθροί πέρασαν στην περιοχή και έκαψαν τα καλύβια της Μαλαθριάς (σημ. Δίον), τα καλύβια του Λιτοχώρου και την Καρυά. Ο Ασάφ Πασάς με πέντε τάγματα μπήκε στο Λιτόχωρο. Έκαψαν τα μισά σπίτια του χωριού και την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Οι απροστάτευτοι γέροι σφάχτηκαν ή κάηκαν ζωντανοί.

Δυστυχώς, μετά από αυτήν την εξέλιξη το σώμα του αρχηγού της επανάστασης κατευθύνθηκε προς το μοναστήρι της Πέτρας και τον Κοκκινοπηλό, 9 όπου εγκαταστάθηκε για τρεις μέρες το αρχηγείο των επαναστατών, ελπίζοντας, μάταια όμως, τη συνέχιση του αγώνα από τα δυτικά του Ολύμπου.

Από την άλλη τώρα, το τμήμα του Αποστολίδη, μετά την απελευθέρωση του Πλαταμώνα,κατευθύνθηκε προς τον ανατολικό κάτω Όλυμπο, για να βοηθήσει τους εκεί επαναστάτες, που είχαν επικεφαλής το Ραψανιώτη Θεμιστοκλή Δομούζα 10 και τον παλαίμαχο Καρυώτη αγωνιστή, από το 1821, Γεώργιο Ζαχείλα.

Στην περιοχή αυτή του Ολύμπου σημαντικό ρόλο στην επανάσταση αυτή έπαιξε ο μητροπολίτης Λαρίσης και Πλαταμώνος, που είχε πρόσφατα τοποθετηθεί εκεί, με προσωρινή έδρα τη Ραψάνη. Υπολογίζεται ότι οι ελληνικές δυνάμεις στην περιχή αυτή ήταν περίπου 500 άντρες.

Στις 22 του Φλεβάρη όμως περίπου 4.000 ζεϊμπέκηδες 11 και Γκέκηδες, 12 με ορμητήριο τους Γόννους και την Ιτέα των Τεμπών, κατευθύνθηκαν προς την περιοχή της Ραψάνης, όπου στη θέση Σελιό συνεπλάκησαν με τα παλικάρια του Ζαχείλα και του Δομούζα, με αποτέσμα να χάσουν τη ζωή τους 200 εχθροί και μόνο τρεις επαναστάτες.

Μετά τη νικηφόρα αυτή μάχη των Ελλήνων ο χριστιανικός πληθυσμός του Ολύμπου αναθάρρησε και άρχισε να πυκνώνει τις τάξεις των αγωνιστών. Ο επικεφαλής όμως αυτού του μετώπου, ο Αποστολίδης , έκανε μια μοιραία, όπως αποδείχτηκε κίνηση.΄Αφησε προσωρινά την περιοχή των συγκρούσεων και προσέτρεξε να βοηθήσει τον Πλαταμώνα, που κινδύνευε εκ νέου.

Έτσι, οι εχθροί επιτέθηκαν με μεγαλύτερη σφοδρότητα στη Ραψάνη. Την κατέλαβαν, την πυρπόλησαν και κατέσφαξαν τους αμάχους, όπως συνέβη και στο Λιτόχωρο.

Στη συνέχεια ένα τμήμα των εχθρών κατευθύνθηκε στην Κρανιά (Ολύμπου), στην Καλλιπεύκη, στην Καρυά, 13 στη Σκαμνιά και στην Κρυόβρυση.

Τις χειρότερες λεηλασίες και τους εμπρησμούς υπέστη η Καρυά, γιατί ήταν η πατρίδα του επαναστάτη Γ. Ζαχείλα, ο οποίος όμως διέφυγε από την περιοχή των συγκρούσεων και- μέσω Καλλιπεύκης- έφτασε στον Κοκκινοπηλό, όπου και ενώθηκε με το κύριο σώμα του βόρειου Ολύμπου.

Στη σύσκεψη που ακολούθησε εκεί, διαπιστώθηκε από τους αρχηγούς ότι ήταν αδύνατη η συνέχιση του αγώνα και γιατί οι εχθρικές δυνάμεις ήταν κατά πολύ υπέρτερες και εξοπλισμένες, αλλά και γιατί δεν εστάλη καμιιά βοήθεια από τις ελληνικές δυνάμεις του ελεύθερου τότε κράτους.

Από τις αρχές Μαρτίου άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τους επαναστάτες. Οι περισσότεροι, με ομοιογενή και συμπαγή τρόπο, εγκατέλειψαν τον Όλυμπο και κατέφυγαν στον Κονισκό της Καλαμπάκας, απ΄όπου εξορμώντας , έκαναν επίθεση εναντίον Τουρκοαλβανών στο Αγιόφυλλο της Καλαμπάκας, από τους οποίουςεξασφάλισαν πάνω από 2.000 πρόβατα και άλλα ζώα.

Με τα εφόδια αυτά πέρασαν στον Κόζιακα και στη συνέχεια στα Άγραφα, όπου συνενώθηκαν και με τους άλλους Θεσσαλούς επαναστάτες.

Η ΛΗΞΗ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ

Όμως, ενώ ακόμη οι επαναστάτες ήταν στον Ολυμπο, όπως προαναφέρθηκε, είχε υπογραφεί η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου μεταξύ της Ρωσίας και του Σουλτάνου.

Οπότε η Αγγλία φοβούμενη τον επεκτατισμό των Σλάβων προς τα νότια της Βαλκανικής και στο Αιγαίο Πέλαγος, επενέβη διπλωματικά στην Αθήνα και -μέσω των διπλωματών της Μέρλιν και Μπλον -υποσχέθηκε στους Θεσσαλούς την ανεξαρτησία τους. 14 Οι Θεσσαλοί πίστεψαν στις υποσχέσεις αυτές και στο τέλος του Απρίλη του 1878 διέκοψαν τις επιχειρήσεις και στη δυτική Θεσσαλία.

Στο συνέδριο του Βερολίνου που ακολούθησε , με γαλλικές πιέσεις και την έξυπνη διπλωματική τακτική του τότε πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κουμουνδούρου και του υπουργού εξωτερικών Χαρίλαου Τρικούπη, 15 κατακτήθηκε το 1881 η ανεξαρτησία της Θεσσαλίας, εκτός της περιοχής Ελασσόνας, και ένα μέρος της περιοχής της ΄Αρτας , στην Ήπειρο. Δυστυχώς, η περιοχής της Ελασσόνας έπρεπε να περιμένει άλλα 31 χρόνια δουλείας, μέχρι το ένδοξο 1912.

Παρουσιάζοντας συνοπτικά τα γεγονότα της επανάστασης του 1878 στον Όλυμπο με το αρνητικό αποτέλεσμα για τους Έλληνες στο πολεμικό πεδίο στο τέλος αυτών των συγκρούσεων, δε σημαίνει ότι η προσάρτηση της Θεσσαλίας στον εθνικό κορμό τρία χρόνια αργότερα θα γινόταν , αν δεν είχε προϋπάρξει και ο αγώνας των ηρωικών αγωνιστών του Ολύμπου.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] Ο πόλεμος κηρύχθηκε από τον Τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο Β΄κατά του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ του Β΄στις 24 Απριλίου του 1877 και έληξε ένα χρόνο αργότερα, στις 3 Μαρτίου 1878.

[2] Πρωτεργάτης στην σύσταση της μυστικής αυτής οργάνωσης ήταν ο συνταγματάρχης του Πυροβολικού Κωνσταντίνος Ισχόμαχος, ο οποίος πέντε χρόνια αργότερα θα μπει απελευθερωτής στη Λάρισα.

[3] Όπως συνέβη και με την Επανάσταση του 1821.

[4] Η ειρωνία ήταν ότι την ίδια μέρα (Κυριακή, 19 Φλεβάρη του 1878), που συστήθηκε αυτή η επαναστατική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον Λιτοχωρινό Ευάγγελο Κοροβάγγο, υπογραφόταν η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου.

[5] Κωνσταντίνος Δουμπιώτης (1826-1922). Έλληνας στρατιωτικός που έλαβε μέρος στην Επανάσταση του Ολύμπου και αργότερα έγινε βουλευτής Σποράδων.
[6] Ο Μιλτιάδης Αποστολίδης ήταν αντιεισαγγελέας.

[7] Ως αυτόπτης μάρτυς ο δημοσιογράφος Μ. Σεϊζάνης, εκτύπωσε το ίδιο έτος το βιβλίο του με το χρονικό της επανάστασης και με τον τίτλο «Η πολιτική της Ελλάδος και η Επανάστασις του 1878 εν Ηπείρω, Μακεδονία και Θεσσαλία», Αθήναι 1878.

[8] Στη μονή αυτή που είναι κοντά στη Βεργίνα κατέφυγαν, για να σωθούν πολλά γυναικόπαιδα, αλλά οι ορδές του Ασάφ πασά, τους καταδίωξαν, με αποτέλεσμα να γραφεί εκεί κοντά ένα νέο Ζάλογγο, όταν εφτά γυναίκες Βλάχων από το Σέλι Βερμίου προτίμησαν να σκοτωθούν, πέφτοντας στο γκρεμό, παρά να πέσουν στα χέρια των άπιστων.

[9] Στη θέση «Κομμένη Πέτρα» οι Κοκκινοπλίτες τρέπουν σε φυγή τον Τούρκικο στρατό. Το χωριό σώζεται, το ίδιο και το αρχηγείο της επανάστασης.

[10] Μετά τη συντριβή των Ελλήνων,ο Δομούζας κατέφυγε στην Αθήνα. Επέστρεψε όμως σύντομα στη Ραψάνη με το φίλο του Κώνστα Κόντου, προσπαθώντας να προστατέψει τους συμπατριώτες του από τις αυθαιρεσίες των Τούρκων. Όμως το 1880 δηλητηριάστηκαν και οι δυο, μάλλον από συμπατριώτες του Δομούζα.

[11] Ζεϊμπέκης είναι ο άτακτος στρατιώτης των Οθωμανών.

[12] Μια από τις πιο σκληρές τουρκοαλβανικές φάρες από τα βορειότερα της Αλβανίας.

[13] Οι κάτοικοι διασώθηκαν, καταφεύγοντας έγκαιρα στο Μπεχτέσι, σε μια περιοχή βορειονατολικά του χωριού, στον Όλυμπο.

[14] Στο Σμόκοβο έγινε η σύσκεψη επαναστατών και διπλωματών, όπου αποφασίστηκε η κατάπαυση των συγκρούσεων και υπογράφτηκε η ανακωχή στις 19 του Απρίλη του 1878.

[15] Στη Διάσκεψη του Βερολίνου που διάρκησε ένα μήνα (13 Ιουνίου- 13 Ιουλίου 1878 με το νέο ημερ.) κρίθηκαν τα σύνορα και άλλων βαλκανικών κρατών. Ενώ οι διαπραγματεύσεις για τα ελληνοοθωμανικά κρίθηκαν τελικά μετά από τρία σχεδόν χρόνια με τη συμφωνία της Κωνσταντινούπολης, μεταξύ της Ελλάδας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις 28 Μαρτίου το 1881. Τέθηκε τελικά σε ισχύ μετά την 2η Ιουλίου 1881, όταν έγινε η τελική επικύρωση των όρων της σύμβασης και παραδινόταν στην Ελλάδα όλη σχεδόν η Θεσσαλία, εκτος της επαρχίας Ελασσόνας, και μόνο η περιοχή της Άρτας , ανατολικά του Άραχθου, από την Ήπειρο. Η Ελλάδα αποζημίωσε τους Τούρκους για τις περιουσίες που εγκατέλειψαν στα μέρη αυτά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

– Αγγελής Β. Η επανάσταση της Θεσσαλίας του 1878, «Θεσσαλικά Χρονικά», τ.14ος, σ. 9-13.
– Αδάμου Γιάννης, Μαρτυρολόγιον Ελασσόνας, Ελασσόνα 1991, σ. 9, 16, 20, 26, 53, 60, 63.
– Αρσενίου Λάζαρος, Η Θεσσαλία στην τουρκοκρατία, Αθήνα 1984, σ.399.
– Δουμακής Θανάσης, Το αρματολίκι του Κάτω Ολύμπου και οι Ζαχειλαίοι της Ραψάνης, Μορφωτικός Σύλλογος – Ραψάνης, Σελίδες από την Ιστορία της Ραψάνης, πρακτικά Α’ Ιστορικού Συνεδρίου της Ραψάνης, Λάρισα 1997, σ. 35-46.
– Ζυγούρης Δημήτρης, Τα τοπωνύμια της Καρυάς Ολύμπου, ΘΗΜ. τ. 35ος, 1999, σ.335-357.
– Καζάκης Φοίβος, Τα κτήματα του Ρεσίφ Μουσταφά Πασά στην επαρχία Ελασσόνας και η τύχη τους, ΘΗΜ, τ.44, 2003, σ. 28-32 και τ.50, σ. 339.
– Κοινότητα Κοκκινοπ(η)λού, (Επιμέλεια : Γιάννης Αθ. Αδάμου), Κοκκινοπηλός 1992, σ. 57-85.
Μυλωνάς Δ. Γεώργιος, Η ημέρα του Μακεδονικού Αγώνα, « Δυτικομακεδονικά Γράμματα», τ.Β΄ (2000), σ. 134.
– Παπαδημητρίου Γρηγόρης, Η φωνή του Ολύμπου, Βόλος 1910, σ.9-18.
– Παρίσης Χριστοδ. Γεώργιος, Η Ραψάνη και η γειτονική προς αυτήν περιοχή του Κάτω ολύμπου, Λάρισα, σ. 119-131.
Σεϊζάνης Δ. Μιλτιάδης, Η Επανάστασις του 1878, εν Μακεδονία, Ηπείρω και Θεσσαλία, «Περραιβία», τχ. 54-55, σ. 34-36. ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ
– Σπανός Κ. Η Δεσκάτη στην επανάσταση του 1878, «Θεσσαλικό Ημερολόγιο», ΘΗΜ, τ. 3ος, σ. 15-17.
– Σπανός Κ. Θύματα και ορφανά από την επανάσταση του 1878 στην ανατολική Θεσσαλία, ΘΗΜ, τ.14ος, σ.17-33.