Σύντομα στο σινεμά: Η ιστορία Ελληνοαυστραλών “που δεν έχει ειπωθεί” με φόντο τα 90ς

Ο Μιχάλης Νίκου έγραψε τον ρόλο της πρωταγωνίστριας στην πρώτη του ταινία ειδικά για την αφεντικίνα του. Και η Έλενα Μανδάλη δηλώνει ενθουσιασμένη που υποδύεται μια "πληθωρική Ελληνίδα με άποψη και χωρίς φίλτρο". Το Slant όμως δεν είναι η τυπική μεταναστευτική ταινία. Αν περιμένετε fish and chips θα μείνετε με την όρεξη.

“Επειδή είμαι Ελληνίδα η καριέρα μου είναι αυτή που είναι σήμερα”, παραδέχεται η Έλενα Μανδάλη και αφήνει τις προσποιήσεις για την υποκριτική.

Ο πρώτος πρωταγωνιστικός ρόλος της, ως έφηβη ακόμη, της κέρδισε βραβείο AACTA (τότε Australian Film Institute). Υποδυόταν την Άλεξ στην ταινία της Άννας Κόκκινος ‘Μόνο οι Γενναίοι’.

Από τότε έχουν μεσολαβήσει 27 χρόνια και ένα μακροσκελές βιογραφικό με τηλεόραση, κινηματογράφο και κάποιες θεατρικές παραγωγές ενδιάμεσα.

Κοιτώντας πίσω όμως δεν κρύβει και ανάμεικτα συναισθήματα για τη ‘στάμπα’ της “ελληνικής καταγωγής ηθοποιού στην Αυστραλία” που την ακολουθούσε, ειδικά στο ξεκίνημα.

“Στις αρχές της δεκαετίας του ’90…ήταν και ευλογία και συνάμα κατά κάποιο τρόπο κατάρα”, δηλώνει στον “Νέο Κόσμο”.

“Τις μέρες που η διαφορετικότητα στην οθόνη δεν ήταν ακόμη πλήρως αποδεκτή, πολλοί με έβλεπαν μόνο με την ταμπέλα Ελληνίδας[…] Εάν το επίθετο δεν τέλειωνε σε ‘-όπουλος’ δεν με καλούσαν στην οντισιόν”.

Η μοίρα όμως παίζει τα παιχνίδια της, και φτάνουμε στο σήμερα με την ηθοποιό να δέχεται με ενθουσιασμό τον ρόλο μιας ‘-όπουλος’ σε ταινία που βρίσκεται στα σκαριά.

Ο λόγος; Εν μέρει, το πόσο θελκτικό ήταν να ενσαρκώσει μια “πληθωρική Ελληνίδα με άποψη και χωρίς φίλτρο που λέει μόνο αλήθειες και έχει την καρδιά για οδηγό”.

Αλλά και η πρόθεση του δημιουργού να εκπροσωπήσει την παροικία στη μεγάλη οθόνη με τρόπο που καταρρίπτει στερεότυπα.

“Θεωρώ την ταινία πραγματικά μοναδική στο είδος της. Δεν μπορώ να τη συνδέσω με κάτι άλλο που έχω ξαναδεί στην Αυστραλία”, λέει η κ. Μανδάλη.

Και κάτι ακόμη. Ο ρόλος γράφτηκε αποκλειστικά για την ίδια από τον Μιχάλη Νίκου που εργάζεται για αυτήν στη σχολή υποκριτικής της. Δύσκολο να αντισταθεί στην πρόταση.

Η ταινία λοιπόν λέγεται ‘Slant’ και δεν έχει να κάνει με τη ζωή Ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία. Παρότι στο επίκεντρο της ιστορίας που προβάλλεται βρίσκεται μια οικογένεια ομογενών.

“Είναι Αυστραλοί χαρακτήρες που τυχαίνει απλώς να είναι Έλληνες”, μας προλαβαίνει ο κ. Νίκου.

‘ΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ’ ΤΑΙΝΙΑ ΜΕ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ;

Κάπως έτσι, όπως το λέει ο μεσότιτλος. Πάμε στα του σεναρίου και θα γίνουν όλα πιο ξεκάθαρα.

Η μαύρη κωμωδία – που φλερτάρει με θρίλερ – μας μεταφέρει στη Μελβούρνη της δεκαετίας του ’90 στα παρεπόμενα της εξαφάνισης μιας μάνας που απέκτησε δημοσιότητα.

Έναν χρόνο από τότε που χάθηκαν τα χνάρια της αδερφής της, η Kaye Kopoulos (Έλενα Μανδάλη) έχει πλέον αποδεχθεί ότι η οικογένειά της φιγουράρει τακτικά στα πρωτοσέλιδα κουτσομπολίστικων περιοδικών. Όμως από την έρευνα δεν παραιτείται.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Βρετανικά ΜΜΕ: Παντρεύτηκε στα κρυφά ο Μπόρις Τζόνσον τη σύντροφό του Κάρι Σίμοντς

Όταν ο νεαρός δημοσιογράφος Derek Verity (Μιχάλης Νίκου) προσφέρεται να τη βοηθήσει στην αναζήτηση της αδερφής της, ξεκινά να αναδιπλώνεται ένα χάος από οικογενειακά μυστικά και θυσίες στον βωμό της ματαιοδοξίας.

Ο Μιχάλης Νίκου περιγράφει το επικείμενο ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη ως “μίξερ ειδών”. Ο “μύλος” της έβδομης τέχνης αλέθει σε αυτή την περίπτωση κωμωδία, ταινία τρόμου και οικογενειακό δράμα.

Τον ρωτάμε να μας πει παραπάνω για το τελευταίο συστατικό:

“Λένε πως πρέπει να γράφουμε για αυτά που γνωρίζουμε. Κι εγώ ξέρω πολλά για δυσλειτουργικές οικογένειες. Ο καθένας μας έχει τη δική του περίπλοκη οικογενειακή ιστορία.”

Το μυστήριο φόνου στην ταινία ευτυχώς είναι έμπνευση της φαντασίας του.

“Προσπάθησα να κάνω την ταινία αληθινή ως προς τις δικές μου εμπειρίες ζωής, αλλά και άκρως διασκεδαστική. Δεν ήθελα να δημιουργήσω κάτι βαρετό.

“Πιστεύω ότι πολλοί καλλιτέχνες παγιδεύονται συχνά στο μήνυμα που θέλουν να μεταδώσουν με την ταινία ή σε κάτι που οι ίδιοι βρίσκουν ενδιαφέρον. Και ξεχνάνε ότι πρέπει καταρχήν να αρέσει στο κοινό”.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΑΤΡΕΙΣ ΤΩΝ 90ς: ΣΑΚΑΚΙΑ ΜΕ ΒΑΤΕΣ, ‘ΠΕΡΙΕΡΓΑ’ ΜΑΛΛΙΑ & ΞΕΧΑΣΤΕ ΤΑ ΚΙΝΗΤΑ

Γι’ αυτό λέει ο κ. Νίκου, μην έχετε καμία αμφιβολία, το Slant είναι “πάνω απ’ όλα σάτιρα, σατιρίζει την κοινωνία της Μελβούρνης της εποχής, και ειδικά την τάξη της ελίτ”.

Στιγμιότυπο από τα γυρίσματα της ταινίας. Φώτο: AACTA/Twitter

Αποκαλύπτει και μία – μάλλον απρόσμενη – επιρροή για την ταινία.

Θυμάστε το Scream; Τη νεανική ταινία τρόμου με τη χαρακτηριστική μάσκα που άφησε εποχή;

“Δεν υπάρχει δολοφόνος που τρέχει γύρω – γύρω με μάσκα ή κάτι τέτοιο. Οπότε όχι, δεν μοιάζει με το Scream από αυτή την άποψη. Αλλά σίγουρα στο ύφος. Είναι κωμωδία θρίλερ-τρόμου, με πολλές υπερβολές. Από τα κουστούμια και τη φωτογραφία, μέχρι τη μουσική, όλα με επιτηδευμένο στυλ”.

Η κ. Μανδάλη συμπληρώνει για τις κωμικές υπερβολές της ταινίας που μας ταξιδεύουν πίσω στον χρόνο: τα αμάξια, τα ρούχα, οι βάτες στους ώμους, το περίγραμμα χειλιών στο μακιγιάζ, και η λίστα συνεχίζεται.

“Τα κοιτούσα και σκεφτόμουν ‘Θεέ μου, κι εγώ το έκανα αυτό’ ή απλά αναρωτιόμουν ‘γιατί’.

“Είχε την πλάκα του να βλέπεις τί είχαμε και τί μας έλειπε τη δεκαετία του ΄90. Στο πλατώ, να σας δώσω ένα παράδειγμα, έπρεπε να υπενθυμίζουμε ο ένας στον άλλον να μην αφήνουμε κινητά τηλέφωνα για να μη ξεχαστούν στο γύρισμα κάποιου πλάνου”.

Αντίστοιχα με τη ρετρό της εμφάνιση – με τα μακριά νύχια και τις χοντροκομμένες ξανθές ανταύγειες – η ηρωίδα της, μας λέει, είναι “αξιαγάπητη με τον τρόπο της, αλλά των άκρων και επιβλητική”.

“Ο Μιχάλης μου λέει συνέχεια πως η Kaye Kopoulos θα καταλήξει να έχει το δικό της φανατικό κοινό”.

Ο χαρακτήρας της φέρνει στο μυαλό μια κωμική φιγούρα που συνδυάζει στοιχεία από τη γνωστή Έφη (βλ. Μαίρη Κούστα), την Αμερικανίδα Νταντά (βλ. Nanny Fran) και τους συγγενείς της.

“Βρίσκω στοιχεία της Kay σε πολλές ξαδέρφες μου, σε θείες μου, στον ίδιο μου τον εαυτό. Νομίζω ότι πολλοί από την ελληνική παροικία μπορούν να ταυτιστούν.

“Έχει το δικό της στυλ, τη δική της μοναδική σφραγίδα”.

Η ‘ΠΑΓΙΔΑ’ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΗΘΟΠΟΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
Ο κ. Νίκου στο μεταξύ, υποδύεται έναν Αγγλοσάξονα Αυστραλό στην ταινία. Και προειδοποιεί για τις “μικρές και όχι εύκολα διακριτές διαφορές κουλτούρας που θα εκπλήξουν τους θεατές”.

“Είμαι βέβαιος ότι δεν έχουμε δει κάτι αντίστοιχο να έχει ξαναπροβληθεί, τουλάχιστον όχι σε κλίμακα κινηματογραφικής ταινίας”.

Από όταν ξεκίνησε να γράφει το σενάριο, λέει πως απέφυγε συνειδητά μια επανάληψη της ελληνικής μεταναστευτικής ιστορίας.

“Πιστεύω ότι την έχουμε να ξαναδεί, και έχει ειπωθεί με πολύ όμορφο τρόπο από πολλούς καλλιτέχνες, αλλά για μένα δεν είναι κάτι το φρέσκο”.

“Δεν ήθελα να αφηγηθώ την ιστορία των μεταναστών εργατών σε μαγαζιά fish and chips. Δεν έχω τίποτε εναντίον τους. Και οι δυο γονείς μου μεγάλωσαν σε fish and chip shops.

“Απλά η ιστορία που πιστεύω ότι δεν έχει ειπωθεί είναι αυτή της νεότερης γενιάς Ελλήνων, που αντιμετωπίζουν εντελώς διαφορετικά προβλήματα, τα ζητήματα φυλετικών σχέσεων παραμένουν στο προσκήνιο αλλά με διαφορετικό τρόπο. Πρόκειται για πιο ανεπαίσθητες διαφορές κουλτούρας που έχουν αλλάξει, και αυτό είναι που ήθελα να εξερευνήσω γιατί βασίζεται στην εμπειρία μου”.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Η ιστορία των Ελλήνων της Αυστραλίας σε ταινία

Ο δεύτερης γενιάς Ελληνοαυστραλός παραδέχεται ότι κουβαλούσε κι αυτός κάποτε την ταμπέλα του ηθοποιού ελληνικής καταγωγής σαν βαρίδιο.

“Έτσι το ένιωθα, λόγω των δυσκολιών που αντιμετώπισα”.

Αιτία, η μάχη με τα στερεότυπα, εμπόδιο που συναντά και η κ. Μανδάλη “επανειλημμένα” στη δική της πορεία.

“Όταν ξεκίνησα, ήταν πολύ δύσκολο να πάρω ρόλους επειδή ήμουν Ελληνίδα[…] Τώρα είναι το αντίστροφο. Όταν πάω σε οντισιόν ακόμη και για ρόλους ‘ελληνικούς’ μου λένε ενίοτε ότι δεν δείχνω ΄αρκετά Ελληνίδα'”.

Πού πιστεύει ότι βρίσκεται η λύση; Στο ενδιάμεσο από τα δύο άκρα. Μια προσέγγιση που η ηθοποιός λέει λείπει από τη βιομηχανία, η προβολή της μεταναστευτικής καταγωγής ως μέρους του τί εστί Αυστραλός.

“Πιστεύω ότι ηθοποιοί Έλληνες, Αφρικανοί, Ασιάτες, οποιασδήποτε καταγωγής, μπορoύν να παίξουν οποιονδήποτε χαρακτήρα.

Και δεν χρειάζεται να υπάρχει κάποια επεξήγηση στην τηλεοπτική σειρά ή την ταινία επειδή ‘δεν μοιάζουν για Αυστραλοί’.

Γιατί δηλαδή να πρέπει να δικαιολογήσουμε την καταγωγή τους; Γιατί να μην μπορούν να είναι απλά ο… πρωταγωνιστής;”

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Η ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου στην Αυστραλία μοιάζει βγαλμένη από ταινία!