Η ΙΔΕΟΛΗΨΙΑ της ΝΔ ενάντια στην παροχή δημόσιων αγαθών στηρίζεται σε μια διαχρονική απέχθεια προς το κοινωνικό κράτος που οδηγεί συχνά σε μια ασύμμετρη μεταχείριση των προνομιούχων και του μέσου πολίτη.

Παρατηρούμε μια εμμονή στις ιδέες των Milton Friedman και Friedrich Hayek, ως προς την υπεροχή της ελεύθερης αγοράς και της ιδιωτικοποίησης του δημοσίου πλούτου. Από την μια, υπάρχει μια παρεμβατική προστασία των μεγάλων επιχειρήσεων (π.χ. Τράπεζα Πειραιώς, Siemens, Novartis, η προστασία του χρέους της ΝΔ, η επιδότηση των ΜΜΕ).

Από την άλλη, βλέπουμε μια σκληρόκαρδη μεταχείριση των ευάλωτων και περιορισμούς στα κοινά αγαθά. Μια διαχρονική εμμονή στην θεώρηση δημόσιου φορέα ως σπάταλου, τον ιδιωτικό φορέα ως αποτελεσματικό και την ιδιωτική πρωτοβουλία ως η μόνη κινητήρια δύναμη στην οικονομία.

Αυτή η εμμονή έγινε ιδιαίτερα αισθητή επί πανδημίας με την λιτότητα στις προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού και στις δημόσιες συγκοινωνίες με σκοπό την αποφυγή μονιμότητας αυτών των υπηρεσιών στο δημόσιο τομέα.

Επίσης, η οικονομική επιστήμη έχει αναθεωρήσει το ρόλο των ιδιωτικοποιήσεων. Πολλές απ’ τις ιδιωτικοποιήσεις στις αναπτυγμένες χώρες του ΟΟΣΑ (OECD) είχαν σαν αποτέλεσμα την ενίσχυση μονοπωλιακών συμφερόντων, την αύξηση του πληθωρισμού, την αύξηση της ανισότητας και την διευκόλυνση της διαφθοράς (δηλ. ο πειρασμός για παράνομες συνδιαλλαγές με πανίσχυρες εταιρίες ενισχύεται).

Η σύγχρονη οικονομική σκέψη εκτιμά ότι η ανάπτυξη κι η ευημερία προϋποθέτουν (α) ένα κράτος δικαίου, (β) αξιοκρατία, και (γ) πρόσβαση σε δημόσια αγαθά όπως δημόσια υγεία, μόρφωση, συγκοινωνίες και την προστασία του περιβάλλοντος. Μόνο με τoν περιορισμό της διαφθοράς και των διακρίσεων μπορούμε να ελπίζουμε σε σταθερή ανάπτυξη και κοινωνική-πολιτιστική πρόοδο.

Επίσης, η παραμέληση των δημοσίων αγαθών (π.χ. δημόσια υγείας και τριτοβάθμια εκπαίδευση) τείνει να ενισχύσει

(α) την διαφθορά (π.χ. φακελάκι ή το μέσο),

(β) την εξάρτηση στον φυσικό πλούτο και την καταστροφή του περιβάλλοντος, και

(γ) την φυγή του ανθρώπινου δυναμικού με προσόντα και γνώσεις στο εξωτερικό.

Έτσι λοιπόν είναι επιτακτικό ν΄ αναγνωρίσουμε ότι

(α) το ιδιωτικό συμφέρον δεν εγγυάται την δημόσια υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος, και

(β) τα δημόσια αγαθά (π.χ. Δημόσια Υγεία, Παιδεία και Συγκοινωνίες, το περιβάλλον) είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία.

Τα τελευταία 15 χρόνια η σύγχρονη οικονομολογία εστιάζεται στον ρόλο του ανθρώπινου κεφαλαίου (μόρφωση και υγεία) ως βασική προϋπόθεση για καινοτομία, την άνοδο της παραγωγικότητας και της ανάπτυξης.

Αυτό το σκεπτικό έχει οδηγήσει σε μια σειρά από πρόσφατες μεταρρυθμίσεις όπως την αύξηση του κατώτερου μισθού, της ενίσχυση της δημόσιας υγείας και την μείωση της ανεργίας ώστε να μην υποτιμηθούν οι δεξιοτεχνίες και οι πρακτικές γνώσεις των εργαζομένων που επήλθαν από μακροχρόνιες επενδύσεις στην παιδεία και στην μετεκπαίδευση στον χώρο εργασίας.

Σ’ αυτό το πλαίσιο μπαίνει και η συζήτηση για ένα βασικό εισόδημα και το 6ωρο που δύναται να διευκολύνει την προστασία κι εμπλουτισμό του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Ο Sir Pissarides (Πισσαρίδης) έχει τονίζει τον ρόλο του κράτους στην υποστήριξη των εργαζομένων για την ανεύρεση εργασίας που αρμόζει στις ικανότητες και τεχνική κατάρτισή τους. Οι θέσεις του όμως συχνά ερμηνεύονται επιλεκτικά με ιδιαίτερη εμμονή σε μέτρα για την μείωση του κόστους εργασίας (π.χ. μεγαλύτερη “ευελιξία”, εντατικοποίηση της εργασίας, συμμετοχή των γυναικών και νέων στην αγορά εργασίας, και την υποαπασχόληση).

Αυτή η προσήλωση στο μισθολογικό κόστος επιτρέπει στην εργοδοσία να μειώσει το κόστος παραγωγής βραχυπρόθεσμα χωρίς έτσι να χρειάζεται να επενδύσει στην καινοτομία, πιο σύγχρονους μεθόδους παραγωγής ή την μετεκπαίδευση των εργαζομένων. Μια τέτοια προσέγγιση συσχετίζεται διαχρονικά με την σταθερή μείωση της πραγματικής αξίας των μισθών, την υποχώρηση της εργοδοσίας από τον παραδοσιακό ρόλο της μετεκπαίδευση στον χώρο εργασίας, και την αύξηση της ανισότητας.

Μακροπρόθεσμα όμως αυτή η στρατηγική δεν μπορεί να συναγωνιστεί με χώρες που επενδύουν σε νέες τεχνολογίες και το ανθρώπινο κεφάλαιο (υγεία και μετεκπαίδευση) μια και αυτοί οι δύο παράγοντες παραμένουν συμπληρωματικοί (δηλαδή, νέες τεχνολογίες απαιτούν μεγαλύτερο μορφωτικό επίπεδο και κατάρτιση απ’ τους εργάτες).

Επιπλέον, η μείωση των αποδοχών και του ηθικού των εργαζομένων, και η αύξηση του άγχους και των πνευματικών παθήσεων αργά ή γρήγορα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγικότητα.

Συμπερασματικά, οφείλουμε να ενημερωθούμε για τις εξελίξεις στη σύγχρονη οικονομολογία. Αξίζει να μελετηθούν αξιόλογα έργα οικονομολόγων με Νομπέλ, όπως των J. Stiglitz “The Great Divide” (2015), J. Tirole “Economics for the Common Good” (2016), R. Shiller “Narrative Economics” (2019), A. Deaton “The Great Escape” (2015), όπως επίσης και των Acemoglou & Robinson “Why Nations Fail” (2012), R. Frank “The Darwin Economy” (2011), και T. Piketty “Capital and Ideology” (2020).

*Ο Γιώργος Μεσσήνης είναι οικονομολόγος και λέκτορας Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Victoria.