«Η ηλικιωμένη μάνα μου κατάκοιτη στην Ελλάδα και εγώ ο μονάκριβος γιος της να μην μπορώ να την βοηθήσω»

Η συγκινητική εξομολόγηση ενός 70χρονου που δεν μπορεί να ταξιδέψει στην Ελλάδα και να κάνει το «χρέος» του σαν γιός…

Ο 70χρονος κ. Νίκος από τα Χανιά της Κρήτης μετανάστευσε στην Αυστραλία την δεκαετία του 1970 με έναν και μοναδικό σκοπό. Να εργαστεί σκληρά και να μαζέψει ένα γερό κομπόδεμα για να μπορεί κάθε μήνα να στέλνει χρήματα στους γονείς του πίσω στην Ελλάδα.

«Εκείνη την εποχή στο νησί υποφέραμε όλοι και σαν μοναχοπαίδι ήξερα πως ο μοναδικός τρόπος να βοηθήσω τον πατέρα και την μάνα μου που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα ήταν να εγκαταλείψω την πατρίδα και να πάω να δουλέψω στην ξενιτιά» εξομολογείται στον «Νέο Κόσμο» ο κ. Νίκος ο οποίος, όπως πολλοί ομογενείς επέλεξε να δοκιμάσει την τύχη του στην Αυστραλία έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του πως μετά από λίγα χρόνια σκληρής δουλειάς θα μπορούσε να μαζέψει λίγα χρήματα και να επιστρέψει πίσω στο νησί και τους γονείς του.

Ο νεαρός ομογενής με το που πάτησε το πόδι του στην Αυστραλία εργάστηκε ως ανειδίκευτος εργάτης σε διάφορα εργοστάσια και παρά το γεγονός πως δεν μιλούσε την αγγλική γλώσσα κατόρθωσε «με πολύ κόπο» όπως λέει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Αυστραλού βιομηχάνου για τον οποίο εργαζόταν και να γίνει επιστάτης.

«Καθώς ο καιρός περνούσε συνειδητοποιούσα πως όσο πιο σκληρά εργαζόμουν εδώ τόσο περισσότερο ήμουν σε θέση να βοηθήσω τους γονείς μου στην Ελλάδα και έτσι ο ένας χρόνος έγινε δύο και τελικά έφτασα να ριζώσω στην Αυστραλία, μια χώρα που ομολογουμένως μου φέρθηκε πάρα πολύ καλά και γι΄ αυτό θα είμαι ευγνώμων» λέει ο κ. Νίκος ο οποίος πέντε χρόνια μετά την άφιξη του στην Αδελαΐδα γνώρισε και ερωτεύτηκε την σύζυγο του Κλειώ με την οποία όμως δεν κατάφεραν να αποκτήσουν οικογένεια.

Καθώς τα χρόνια περνούσαν ο κ. Νίκος φρόντιζε κάθε δεύτερο καλοκαίρι να επισκέπτεται τους γονείς του στην Ελλάδα χωρίς να μπορεί να φανταστεί πως η ζωή του θα άλλαζε ριζικά μετά τον αιφνίδιο θάνατο του πατέρα του από καρδιακή προσβολή και ένα εγκεφαλικό επεισόδιο που ο ίδιος υπέστη λίγα χρόνια αργότερα.

«Δεν θυμάμαι πολλά παρά μόνο πως ένιωσα ένα μούδιασμα στο κεφάλι μου και αδυνατούσα να σταθώ όρθιος. Από ότι μου εξήγησαν μετά απλά κατέρρευσα αλλά ευτυχώς η σύζυγος μου ήταν μαζί μου στο σπίτι και έτσι κάλεσε το ασθενοφόρο το οποίο με μετέφερε στο νοσοκομείο και την γλίτωσα» λέει ο 70χρονος ο οποίος σήμερα είναι μεν ζωντανός αλλά αντιμετωπίζει σοβαρά καρδιακά προβλήματα καθώς και προβλήματα κινητικότητας με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να ταξιδέψει με την ίδια ευκολία που έκανε παλιότερα.

«Όταν είσαι νέος δεν τα σκέφτεσαι αυτά αλλά μετά η πραγματικότητα σου χτυπά την πόρτα. Δυστυχώς δεν έχουμε μεγάλη οικογένεια στο νησί και η μάνα μου έμεινε μόνη της και αβοήθητη εκεί έτσι φρόντισα να προσλάβω μια οικονόμο ώστε να μπορεί τουλάχιστον με την βοήθεια της κοπέλας να ζει μια αξιοπρεπή ζωή έως ότου καταφέρω να πάω εγώ πράγμα που τώρα με την πανδημία και τα δικά μου προβλήματα υγείας φαντάζει σχεδόν αδύνατον. «Τελικά λόγω του κορωνοϊού ακόμα και η κυρία που πρόσεχε την μητέρα μου εγκατέλειψε το νησί  και έτσι πλέον η γιαγιά είναι μόνη της και ανήμπορη με έναν γιό που δεν μπορεί να την προσέξει τώρα που τον έχει ανάγκη» λέει με δάκρυα στα μάτια ο κ. Νίκος, ο οποίος παραδέχεται πως κάθε βράδυ προσεύχεται να τελειώσει η πανδημία έτσι ώστε να μπορέσει να φύγει για την Ελλάδα και να προλάβει την μάνα του ζωντανή.

 

«Νιώθω πως παρά τα όσα πρόσφερα στους γονείς μου όλα αυτά τα χρόνια, τελικά απέτυχα σαν γιός γιατί τώρα που η μάνα με χρειάζεται περισσότερο από ποτέ εγώ δεν είμαι εκεί να την βοηθήσω. Τρέμω στην ιδέα πως μια μέρα θα ξυπνήσω και δεν θα υπάρχει. Ξέρω πως είναι πολλοί σαν εμένα εδώ στην ξενιτιά και προσεύχομαι για όλον τον κόσμο να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης και να ανταμώσουν τα παιδιά με τους γονείς, τα εγγόνια με τον παππού και την γιαγιά και οι οικογένειες που υποφέρουν μακριά ο ένας από τον άλλον.

 

«Να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης για όλον τον κόσμο Παναγιά μου. Να τελειώσει» καταλήγει ο κ. Νίκος.