Μετανιωμένος δηλώνει τώρα ο 32χρονος πιλότος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, και μέσω του δικηγόρου του δηλώνει ότι  θέλει την παραδειγματική τιμωρία του.

Σύμφωνα με το δικηγόρο του 32χρονου, Βασίλη Σπύρου, ο κατηγορούμενος είναι «συγκλονισμένος από το γεγονός του θανάτου της Καρολάιν» ενώ η προσωπική του εκτίμηση είναι πως ο εντολέας του «ξαλάφρωσε» με την ομολογία του.

Οι δύο ώρες της φρίκης, όπως αποτυπώνονται μέσα από τα ψηφιακά πειστήρια της Αστυνομίας… Μπορεί ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος να υποστήριξε στην κατάθεσή του ότι πάνω στον τσακωμό «θόλωσε» και σκότωσε την 20χρονη σύζυγο και μητέρα του παιδιού του, όμως, τα αποτελέσματα από τα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ αποδομούν πλήρως τους ισχυρισμούς του.

Οπως προκύπτει από τις αναλύσεις το χρονικό του τρόμου έχει ως εξής: Στις 00:35, η κάμερα στο σαλόνι της μεζονέτας καταγράφει το τελευταίο πλάνο. Ο Μπάμπης φαίνεται να κάθεται στον καναπέ αγκαλιά με την 11 μηνών Λυδία και πληκτρολογεί νευρικά στο κινητό. Ανταλλάσσουν μηνύματα με την Καρολάιν που βρίσκεται στη σοφίτα, ιδιαίτερα αιχμηρά και σκληρά. Η σχέση του ζευγαριού ουσιαστικά είχε πάρει την κάτω βόλτα.

Στη 1:20 ο πιλότος βγάζει την κάρτα μνήμης από το καταγραφικό και πέφτει μαύρο. Μια κίνηση που δείχνει ότι ο 32χρονος φαίνεται πως είχε πάρει την απόφασή του να δολοφονήσει την Καρολάιν και να σκηνοθετήσει μια ληστεία που ποτέ δεν έγινε.

Για περίπου δύο ώρες και 40 λεπτά το ζευγάρι φαίνεται από τα μηνύματα που αντάλλασσαν ότι τσακωνόταν άγρια. Στις 4:01 το smartwatch της κοπέλας δείχνει έντονη παλμική διέγερση. Από εκείνη τη στιγμή και για δέκα ολόκληρα λεπτά, της έκλεινε το στόμα και τη μύτη και εκείνη σπαρταρούσε μέχρι τελικά να ξεψυχήσει.

Σκληρός, κυνικός, απάνθρωπος και ιδιαίτερα κτηνώδης. Η ώρα που σταμάτησε η καρδιά της Καρολάιν να χτυπά, είναι σύμφωνα με το smartwatch στις 4:11 τα ξημερώματα.

Το σπίτι του ζευγαριού μετά το έγκλημα. Φώτο: Θανάσης Δημόπουλος/Eurokinissi

Μέσα σε ένα γραφείο στο Ανθρωποκτονιών στον 11ο όροφο της ΓΑΔΑ, παρουσία δύο ψυχολόγων (ένός άνδρα και μιας γυναίκας), πέρασε τη νύχτα ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος. Ο άνθρωπος που μέσα σε λιγότερο από 40 ημέρες άλλαξε τρεις φορές προσωπείο και από στοργικός πατέρας και σύζυγος, μεταμορφώθηκε σε δήθεν θύμα αλλοδαπών ληστών, για να καταλήξει σε έναν σκληρό δολοφόνο, που έπνιξε τη σύζυγό του και το σκυλάκι της, για να καλύψει το ανοσιούργημά του.

Μετά την 8ωρη απολογία του, κατέρρευσε, συνειδητοποιώντας σιγά-σιγά το κακό που έχει κάνει. Μέχρι την στιγμή που έφθανε στην Αλόννησο το ελικόπτερο της Αστυνομίας, ήταν σίγουρος ότι είχε κάνει το τέλειο έγκλημα, όταν όμως τον πλησίασαν, κατάλαβε ότι είχε γραφτεί το φινάλε στο θρίλερ που ο ίδιος είχε σκηνοθετήσει και ερμήνευε για 37 ολόκληρες ημέρες με αριστοτεχνικό τρόπο τον πρωταγωνιστικό ρόλο που είχε δώσει στον εαυτό του.

Έτσι, όταν έβγαινε από το ασανσέρ του 11ου ορόφου για να πάει στα γραφεία του Ανθρωποκτονιών, γνώριζε ότι αυτή τη φορά οι αστυνομικοί δεν θα πίστευαν το παραμύθι που θα τους… ξεφούρνιζε. Μπαίνοντας στην αίθουσα ανακρίσεων, κατάλαβε ότι δεν θα μιλούσε με τους αστυνομικούς ως μάρτυρας, αλλά ως κατηγορούμενος. Και μετά τις πρώτες κουβέντες που έκανε με τους αστυνομικούς, με τους οποίους είχε χτίσει σχέση εμπιστοσύνης και είχαν σχεδόν καθημερινή επικοινωνία, έσπασε και τα είπε όλα: «Εγώ την σκότωσα. Θα σας τα πω όλα με λεπτομέρειες» είπε και ξεκίνησε την απολογία του, μιλώντας για τον έρωτά του με την Καρολάιν, που κατέληξε τον τελευταίο χρόνο σε καθημερινούς καβγάδες, τους φόβους του ότι θα τον εγκατέλειπε, παίρνοντας μαζί το παιδί, το μοιραίο βράδυ, όταν έχασε τον έλεγχο, την στιγμή που η 20χρονη πέταξε την 11 μηνών Λυδία στην κούνια και του είπε να φύγει από το σπίτι, ζητώντας να χωρίσουν.

Περιέγραψε με λεπτομέρειες πως της έκλεισε το στόμα και την πίεζε στο μαξιλάρι, μέχρι που αρχικά λιποθύμησε και στη συνέχεια ξεψύχησε, αλλά και το πώς έπνιξε με τα χέρια του το 7 μηνών κουτάβι για να ενισχύσει την εκδοχή της ληστείας.

Μέχρι και ότι την κάρτα μνήμης την έσπασε και την πέταξε στην τουαλέτα, ενώ αναφέρθηκε και στο πως έστησε το σκηνικό της ληστείας και στο πως δέθηκε και φιμώθηκε. «Άρχισε να μιλάει γιατί είχε συνειδητοποιήσει ότι γνωρίζαμε τα πάντα. Δεν χρειάστηκε καν να του παρουσιάσουμε τα ακλόνητα στοιχεία από τα εγκληματολογικά εργαστήρια για το κινητό, τις κάμερες, το smartwatch της Καρολάιν

. Ήταν σαν να ήθελε να το βγάλει από μεσα του για να ξαλαφρώσει. Στη συνέχεια έσκυψε το κεφάλι και σταμάτησε να μιλάει…» λέει στο protothema.gr αξιωματικός της Ασφάλειας

Ποινική δίωξη για δύο κακουργήματα και δύο πλημμελήματα

Βαρύτατη είναι η ποινική δίωξη που ασκήθηκε από την εισαγγελία Πρωτοδικών σε βάρος του καθ’ ομολογία δολοφόνου της άτυχης Καρολάιν στα Γλυκά Νερά. Ο 32χρονος συζυγοκτόνος κρίθηκε μάλιστα ύποπτος τέλεσης νέων αδικημάτων αλλά και ύποπτος φυγής, σύμφωνα με το σκεπτικό του εντάλματος που εκδόθηκε για τη σύλληψή του.

Τώρα η ποινική δίωξη που ασκήθηκε σε βάρος του 32χρονου είναι για δυο κακουργήματα και δυο πλημμελήματα.

Συγκεκριμένα, ο 32χρονος διώκεται για τα εξής κακουργήματα:

-ανθρωποκτονία από πρόθεση, τελεσθείσα σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και

-κακοποίηση ζώου.

Τα πλημμελήματα για τα οποία του ασκήθηκε δίωξη είναι:

-ψευδής καταγγελία επειδή κατέστησε άλλους ύποπτους των πράξεών του,

-ψευδής κατάθεση κατ´ εξακολούθηση λόγω ψευδών καταθέσεων που έδωσε στις Αρχές.

Το ένταλμα

Οι αρχές εξέδωσαν ένταλμα σύλληψης εις βάρος του 32χρονου, κρίνονταν τον:

-ύποπτο φυγής λόγω της ιδιότητάς του ως πιλότου και της οικονομικής του επιφάνειας.

-ύποπτος τέλεσης νέων αξιόποινων πράξεων εξαιτίας του τρόπου που σκότωσε την Καρολαιν και του τρόπου παραπλάνησε τις αρχές με ψευδή στοιχεία που δείχνουν ότι δεν έχει αναστολές.

Σύμφωνα με πληροφορίες, πρανακριτικά ο συζυγοκτόνος ανέφερε μεταξύ άλλωντα εξής: «Δεν ήθελα να τη σκοτώσω, έπαθα σοκ όταν το κατάλαβα, σκέφτηκα το παιδί».

Πώς το κινητό και το smartwatch «έδειξαν» τον δολοφόνο της Καρολάιν

Δεν υπάρχει «τέλειο έγκλημα», ειδικά στην εποχή που ζούμε όπου η τεχνολογία καλπάζει με απίστευτους ρυθμούς και η καθημερινότητα των πολιτών βασίζεται στα «έξυπνα» κινητά τηλέφωνα (smartphone). Αυτές οι μικρές συσκευές, η προέκταση του εαυτού μας, ήταν που αποκάλυψαν τον δολοφόνο της Καρολάιν.

Από την πρώτη στιγμή, οι αστυνομικοί που χειρίστηκαν την υπόθεση, εφόσον δεν βρήκαν οπτικό υλικό από κάμερες, ξεψάχνισαν τις ηλεκτρονικές συσκευές του ζευγαριού και συγκεκριμένα τα κινητά τηλέφωνα και τα smartwatch. Όλες οι εφαρμογές που είχαν κατεβασμένες θύμα και δράστης, καθώς και δεδομένα πέρασαν στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές των εγκληματολογικών εργαστηρίων και εξετάζονταν σπιθαμή προς σπιθαμή. Τα στοιχεία που προέκυψαν από το κινητό του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου έδειξαν ότι δεν είχε καταθέσει την αλήθεια, αφού η εφαρμογή στο κινητό του που καταγράφει τα βήματα, έδειξε ότι την ώρα που εκείνος είχε ισχυριστεί ότι ήταν δεμένος, περπατούσε.

Ενώ το βιομετρικό ρολόι της Καρολάιν κατέγραψε αυξημένους παλμούς και στη συνέχεια καμία ζωτική ένδειξη πολύ νωρίτερα από το χρόνο που ο πιλότος είχε τοποθετήσει τη δολοφονία της. Πώς όμως οι δυο παραπάνω ηλεκτρονικές συσκευές αποκάλυψαν το στυγερό έγκλημα που έχει παγώσει ακόμη περισσότερο, λόγω της εμπλοκής του συζύγου, το πανελλήνιο;

Σύμφωνα με τον ειδικό ερευνητή Γιώργο Τσούκαλη, όλοι όσοι χρησιμοποιούν εξελιγμένες συσκευές αφήνουν ηλεκτρονικά αποτυπώματα. «Τα εγκληματολογικά εργαστήρια της ελληνικής αστυνομίας είναι από τα καλύτερα στην Ευρώπη. Εκεί κατέβασαν όλα τα ηλεκτρονικά στοιχεία από τα κινητά τηλέφωνα και τις συσκευές που χρησιμοποιούσες το ζευγάρι. Τα ηλεκτρονικά αποτυπώματα είχαν παρθεί ακόμη και αν ο δράστης τα είχε διαγράψει. Έτσι αποκαλύφθηκε ότι την ώρα που εκείνος είχε καταθέσει ότι ήταν δεμένος η εφαρμογή που είχε κατεβάσει στο κινητό του έδειχνε ότι βρισκόταν σε κίνηση. Και φυσικά από το smartwatch της Καρολάϊν βρήκαν τον ακριβή χρόνο θανάτου ο οποίος δεν ήταν ο ίδιος με εκείνον που είχε καταθέσει αρχικά ο σύζυγός της. Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ακόμη και στο icloud τα στοιχεία και τα δεδομένα αποθηκεύονται και με τους μηχανισμούς που διαθέτουν τα εγκληματολογικά εργαστήρια μπορούν να ανασυρθούν ακόμη και αν ο χρήστης τα έχει διαγράψει. Να φανταστείτε ότι ακόμη και από σκληρό δίσκο υπολογιστή τον οποίο είχαν σπάσει εγκληματίες η αστυνομία κατάφερε να ανακτήσει πολύτιμα στοιχεία στο παρελθόν».

Σύμφωνα με ειδικούς μέσα σε κάθε smartphone υπάρχουν εφαρμογές-πληροφοριοδότες, που δίνουν διαρκώς αναφορά για το στίγμα της συσκευής και του χρήστη της. Έτσι κάποιος που ξέρει είναι σε θέση να γνωρίζει, με ακρίβεια δευτερολέπτου και εκατοστών τις διαδρομές που ακολουθεί κάθε χρήστης ως άτομο. Έτσι ακόμη και αν χρήστης πει ψέματα για το που ήταν συγκεκριμένη ώρα το smartphone του θα μαρτυρήσει την αλήθεια.

Πηγή: Πρώτο Θέμα