Το πολύκροτο θέμα του οικοπέδου της Κοινότητας Μελβούρνης στο Bulleen -που αγοράστηκε πριν 28 χρόνια, και έκτοτε έπεσε, εκ των πραγμάτων, σε «χειμερία νάρκη»-, εξακολουθεί ν’ απασχολεί ένα μέρος ομογενών, αναφορικά με την τύχη του, ποικιλοτρόπως.

Η δεύτερη γενιά, ίσως επειδή πολλοί απ’ αυτούς διήγαν τότε την «νηπιακή» τους ηλικία, κρατά κάποιες αποστάσεις. Άλλοι, μεγαλύτεροι ηλικιακά, γνωρίζουν τις συνθήκες που αγοράστηκε και διερωτούνται, πώς θα χειριστεί την αξιοποίησή του, το παρόν Διοικητικό Συμβούλιο του οργανισμού, ενώ μια συγκεκριμένη μερίδα που ήταν τότε -το 1986- μέσα ή πολύ κοντά στα πράγματα, φαίνεται να αγωνιά για το μέλλον του.

Στην τελευταία κατηγορία ανήκουν και άτομα που υψώνουν κάθε τόσο τη φωνή τους και εκφράζουν τις ανησυχίες τους, στο περιβάλλον τους ή πλατύτερα, μέσα από τα μέσα ενημέρωσης, συνήθως σε τύπο επιστολών.

ΔΙΑΔΟΣΕΙΣ

«Πρώτον, θέλω να ξέρω ότι δεν θα πωληθεί και, δεύτερον, ότι δεν υποβαθμίζεται η αξία του» θα πει ένας εξ αυτών, ο Παναγιώτης Δάρμος, αρχιτέκτονας–πολεοδόμος, ο οποίος έστειλε επιστολή για το θέμα αυτό στο «Νέο Κόσμο».

«Έχει πέσει στην προσοχή μου και έχω ακούσει διαδόσεις που κυκλοφορούν και αναφέρονται στο μέλλον αυτής της πολύτιμης έκτασης γης. Ελπίζω να είναι μόνο διαδόσεις. Με ανησυχεί, εντούτοις, (η σκέψη) ότι το παρόν Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΟΚΜΒ ενδέχεται να αποφασίσει να πουλήσει αυτό το οικόπεδο μη αντιλαμβανόμενη τις προοπτικές και την πραγματική αξία που έχει και προσφέρει ως επένδυση».

Στη συνέχεια, ο ίδιος αναφέρεται σε άλλου είδους διαδόσεις που πιστεύει ότι στόχο έχουν να υποβαθμίσουν την αξία του οικοπέδου, έκτασης 12,5 εκταρίων περίπου. Υπογραμμίζει, δε, ότι «ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράσει την άποψή του, θα ήταν όμως καλό αν στηριζόταν σε πραγματικά και έγκυρα στοιχεία».

ΕΙΔΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

Στην ίδια επιστολή, ο Παναγιώτης Δάρμος θα πει ότι με δική του πρωτοβουλία είχε συγκροτηθεί ειδική επιτροπή από την κυβέρνηση Βικτωρίας προκειμένου να προσδιοριστεί το μέλλον αυτής της έκτασης γης, επομένως ‘αισθάνεται ότι είναι σε θέση να πληροφορήσει την Ελληνική Κοινότητα, σχετικά με κάποια στοιχεία που αφορούν το υπό συζήτηση θέμα’.

«Κατ’ αρχήν, είναι αναμφισβήτητο ότι το οικόπεδο βρίσκεται σε πλέον στρατηγική και πλεονεκτική θέση. Είναι σε μια περιοχή με μεγάλο αριθμό Ελλήνων και μπορεί να φθάσει κανείς εκεί από το Eastern Freeway. Είναι μεγάλης έκτασης και αν αξιοποιηθεί θα μπορεί να προσφέρει αξιόλογες υπηρεσίες και χρήσεις, ως εκ τούτου, δε, να αποτελέσει ένα πολύτιμο περιουσιακό απόκτημα της Ελληνικής Κοινότητας».

Λέγοντας αυτό, εντούτοις, ο επιστολογράφος θα παραδεχτεί (όπως κυκλοφορεί ευρέως), ότι «δυστυχώς, η έκταση αυτή, στο μεγαλύτερο μέρος της, έχει κηρυχτεί πλημμυροπαθής, πράγμα που σημαίνει ότι, ως έχει, μόνο μια μικρή έκταση μπορεί να χτιστεί. Ακριβώς, όμως, για το λόγο αυτό -να προσδιοριστεί, δηλαδή, το μέλλον αυτού του οικοπέδου-, η πολιτειακή κυβέρνηση το 2000 συγκρότησε μία επιτροπή, τα μέλη της οποίας ήταν η Helen Gibson, ο Max Richards και ο William O’Neil. Η εν λόγω επιτροπή διοργάνωσε αρκετές συγκεντρώσεις, πήρε, δε, προτάσεις από έναν αριθμό ενδιαφερομένων οργανισμών, μεταξύ των οποίων ήταν Η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας, ο Δήμος Manningham, to Parks Victoria Melbourne Water Residents, διάφοροι κοινωνικοί οργανισμοί και ενδιαφερόμενες ομάδες πολιτών. Στη συνέχεια, η επιτροπή έβγαλε τα πορίσματά της και τον Ιανουάριο του 2003 υπέβαλε τις προτάσεις της οι οποίες περιείχαν και το Συμφωνητικό (Section 173) όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι συμφωνούσαν στην αξιοποίηση της συγκεκριμένης έκτασης γης.

Η Ειδική Επιτροπή αποφάσισε ότι το πρόβλημα των πλημμυρών θα μπορούσε να λυθεί με την κατάλληλη μετακίνηση εδάφους εντός του οικοπέδου (από το δυτικό μέρος κοντά στο ποτάμι) και τη δημιουργία μιας ανυψωμένης πλατφόρμας στο ανατολικό μέρος του οικοπέδου, πρακτικές που θα συνοδεύονταν από άλλα, υδραυλικής φύσης, μέτρα. Μετά από αυτή τη διαδικασία θα μπορούσε να γίνει δυνατή η αξιοποίηση 5,5 εκταρίων της συγκεκριμένης γης» θα τονίσει στην επιστολή του ο Παναγιώτης Δάρμος.

Θα αναφερθεί στη χωροταξική ρύθμιση (zoning), δηλώνοντας ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή πρότεινε να γίνει σε τύπο «Μικτών Χρήσεων» (Mixed use zoning), πράγμα που θα επέτρεπε την ανέγερση κατοικιών, αλλά και εμπορικών κατασκευών.
Αναφορικά με το ύψος των οικοδομημάτων, η εν λόγω επιτροπή συμφώνησε με τον Δήμο ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει περιορισμός, δεδομένου ότι αυτό θα εξαρτιόταν από το προτεινόμενο σχέδιο.

Στην ίδια επιστολή αναφέρεται πως «παρ’ ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν ασχολήθηκε με τη συγκεκριμένη χρήση ή εκμετάλλευση του οικοπέδου, αναμφισβήτητα οραματίστηκε εμπορικές και κοινωνικές χρήσεις να συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο.

Συμπερασματικά, καταλήγει ο επιστολογράφος, «οποιοδήποτε έργο προταθεί, τελικά θα απαιτεί κάποια τροποποίηση του αρχικού σχεδίου. Εκτός και αν ο υπουργός (Πολεοδομίας) μπορεί να πεισθεί να προβεί στην τροποποίηση, ο Δήμος θα είναι η αρμόδια υπηρεσία και η στήριξή της θα είναι απαραίτητη για το τελικό αποτέλεσμα. Ο Δήμος, εντούτοις, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιήσει μια πολιτική η οποία θα αποβλέπει στην απόκλιση της ‘συμφωνίας’ (‘deal’) που είχε γίνει αναφορικά με τη μελλοντική χρήση και αξιοποίηση του οικοπέδου».

Και ο ίδιος θα καταλήξει: «Ελπίζω ότι αυτό διευκρινίζει και ενισχύει περαιτέρω το πόσο πολύτιμη είναι αυτή η έκταση γης. Η αξιοποίηση 5,5 εκταρίων γης, μικτών χρήσεων, προσφέρει μία πλειάδα εναλλακτικών προτάσεων ανάπτυξης, το γεγονός δε ότι δεν υπάρχει περιορισμός στο ύψος προσφέρει την ευκαιρία στους αρχιτέκτονες να μεγιστοποιήσουν τα όρια και την προοπτική οποιουδήποτε αναπτυξιακού έργου στον συγκεκριμένο χώρο. Όλα αυτά θα πρέπει να ληφθούν υπόψη πριν οποιαδήποτε απόφαση παρθεί για το οικόπεδο αυτό, από οποιοδήποτε διοικητικό συμβούλιο της ΕΟΚΜΒ» καταλήγει ο Παναγιώτης Δάρμος.

Αυτά εν έτει 2003, που ο ίδιος ισχυρίζεται ότι ισχύουν μέχρι σήμερα. Δέκα χρόνια αργότερα το νυν Δ.Σ. της Κοινότητας, δηλώνει ότι «συναντήθηκε με τους ειδικούς σε θέματα χωροταξικής ρύθμισης παράγοντες του Δήμου, με σκοπό να πληροφορηθεί για τους ισχύοντες για την συγκεκριμένη περίπτωση κανονισμούς, από πλευράς πολεοδομίας και χωροταξικής ρύθμισης που ενδέχεται να εφαρμοστούν σε ενδεχόμενο αναπτυξιακό έργο στη συγκεκριμένη περιοχή. Εκείνο το οποίο υπήρξε εμφανές είναι ότι οποιοδήποτε έργο εκεί θα συνεπάγεται υψηλό δείκτη κόστους για τη σχετική άδεια αξιοποίησης του οικοπέδου. Η προκαταρκτική, δε, άποψη του Δήμου ήταν ότι μόνο ένα μικρό μέρος του οικοπέδου θα είναι διαθέσιμο. Το οικόπεδο αυτή τη στιγμή στερείται χωροταξικής ρύθμισης (zoning), η οποία θα επέτρεπε μικτής χρήσης αναπτυξιακά έργα. Επίσης, ο Δήμος δήλωσε ότι δεν θα στηρίξει τη μικτή χωροταξική ρύθμιση, που θα επέτρεπε, δηλαδή, την οικοδόμηση μικτής χρήσης κτιρίων. Θα είναι κατά της ανέγερσης κτιρίων λιανικής πώλησης και θα προτιμά τα ανεγερθέντα κτίσματα να μην υπερβαίνουν τους δύο ορόφους. Επίσης, ο Δήμος υπενθύμισε ότι ένα τμήμα της έκτασης θα πρέπει να δοθεί χωρίς αντάλλαγμα στον οργανισμό Parks Victoria».

ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΑ ΜΕΛΟΣ Δ.Σ.
 
Μετά το σχετικό δημοσίευμα στην δίγλωσση έκδοση του «Νέου Κόσμου» του Σαββάτου, 4/1/2014, ο Παναγιώτης Δάρμος επιθυμεί να διευκρινίσει ότι ‘δεν υπήρξε ποτέ μέλος του Δ.Σ. της Κοινότητας Μελβούρνης ή οποιουδήποτε άλλου οργανισμού’, προσθέτοντας, επίσης, ότι ‘έχει προσφέρει τις υπηρεσίες του πάντοτε αφιλοκερδώς’. Το θέμα του οικοπέδου του Bulleen, θα προσθέσει, του έχει απορροφήσει πάρα πολύ χρόνο γιατί πίστευε -και εξακολουθεί να πιστεύει- ότι εκεί μπορεί να γίνει κάτι μεγάλο.
«Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν όραμα και εμπνέονται από αυτό», θα πει απλά. «Το ότι επιβεβαιώνει η Ελληνική Κοινότητα σήμερα ότι δεν πρόκειται να πουλήσει το οικόπεδο, με ικανοποιεί. Θα πρέπει όμως, πιστεύω, να γίνουν κάποιες προκαταρκτικές εργασίες, πριν αλλάξει ο νόμος».

ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ

Aπό την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, Βασίλης Παπαστεργιάδης, μιλά με χαρακτηριστική αποφασιστικότητα και ψυχραιμία επί του θέματος: «Αυτή τη χρονική στιγμή, η λογική υπαγορεύει να ασχοληθούμε επισταμένα και σοβαρά με την αποπεράτωση του έργου που έχουμε αναλάβει και οικοδομείται τώρα.

Ο,τιδήποτε άλλο, έπεται.
Φυσικά, η υπόθεση «Bulleen», μας έχει απασχολήσει στο σημείο ότι θα ασχοληθούμε στην κατάλληλη χρονική στιγμή επισταμένα και μεθοδικά, προσεγγίζοντας το όλο θέμα με την υπευθυνότητα και σοβαρότητα που του αρμόζει. Πρόκειται για ένα έργο, από τη φύση του, ιδιαίτερα δύσκολο και απαιτητικό, που οφείλουμε να προσεγγίσουμε με τη δέουσα σοβαρότητα και ρεαλιστική ματιά. Ο τρόπος που λειτουργούμε, εξάλλου, μέσα στο διάστημα που είμαστε στη διοίκηση του οργανισμού, έχει δώσει σημεία γραφής για τις αρχές μας που είναι μεθοδικότητα και σοβαρότητα.

Για πρώτη, ίσως, φορά η Κοινότητα φαίνεται να έχει κερδίσει το σεβασμό και την εμπιστοσύνη ενός μεγάλου αριθμού συμπαροίκων μας, καθώς επίσης και μεγάλου αριθμού οργανισμών. Αυτό φαίνεται και από τις πολυάριθμες προσκλήσεις που παίρνω προκειμένου να παραστώ στις διάφορες εκδηλώσεις τους και τη συμβολική οικονομική συνεισφορά στο Πολιτιστικό Κέντρο».

ΟΧΙ ΒΕΒΙΑΣΜΕΝΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ

Επί του ιδίου θέματος, ο Βασίλης Παπαστεργιάδης θα πει: «Δεν κάνουμε βεβιασμένες κινήσεις. Αυτό, εξάλλου, είναι εμφανές. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το Alphington Grammar. Τα πρόσφατα καταπληκτικά αποτελέσματα, ήταν ο καρπός τεσσάρων ολόκληρων χρόνων προετοιμασίας και σοβαρής προσπάθειας. Αρχίζοντας από την επένδυση των $7 εκ. σε ανακαίνιση και προέκταση των εγκαταστάσεων και μετά προχωρώντας με μεθοδικές αλλαγές στη διοίκηση. Και ιδού το καταπληκτικό αποτέλεσμα αυτής της ακαδημαϊκής χρονιάς, το σχολείο να είναι από τα κορυφαία στη Βικτώρια, συναγωνιζόμενο με σχολεία των οποίων τα δίδακτρα είναι 150% υψηλότερα από του Alphington Grammar.

Μετά ερχόμαστε στο Πολιτιστικό Κέντρο, του οποίου δεν υπάρχει παρόμοιο στη Διασπορά, από πλευράς χρόνου σύλληψης του σχεδίου, υλοποίησης και κόστους. Υπολογίζουμε ότι θα στοιχίσει πάνω από $14 εκατ.

Αυτά τα δύο έργα που προανέφερα είναι –αναμφίβολα- τα μεγαλύτερα στην ιστορία της Ελληνικής Κοινότητας. Το βέβαιο είναι ότι δεν επιθυμούμε να ανοιχτούμε ταυτόχρονα σε διάφορες κατευθύνσεις. Η αρχή μας είναι ‘ένα μεγάλο έργο τη φορά’» θα τονίσει ο Βασίλης Παπαστεργιάδης, συμπληρώνοντας ότι «είναι σοβαρό πλεονέκτημα το ότι, ως οργανισμός, έχουμε κερδίσει την εμπιστοσύνη και το σεβασμό των ηγετών τόσο της πολιτειακής, όσο και της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και συνεργαζόμαστε στενά μαζί τους.

Επιπλέον, οι πρόεδροι άλλων, μεγάλων εθνοτικών οργανισμών, μας έχουν πλησιάσει και μας έχουν πει ότι θεωρούμαστε ο κορυφαίος κοινοτικός οργανισμός στην Αυστραλία. Όλα αυτά απαιτούν χρόνο, υπομονή, σοβαρότητα και προπάντων ένα καθαρό σχέδιο κάθε φορά. Και -να το τονίσω- ένα έργο τη φορά!».
Που σημαίνει, ότι το «Bulleen» θα πρέπει να «κοιμηθεί» λίγο ακόμη. Από την πλευρά μας, όμως, δεν παύουμε να επαγρυπνούμε.