Η Θεοδοσία Τσάτσου που γνωρίσαμε μέσα από το συγκρότημα Mπλε ανεβαίνει για πρώτη φορά στη σκηνή για να ενσαρκώσει την Τζάνις Τζόπλιν. Λίγες ημέρες μετά την πρεμιέρα,  σε συνέντευξη της για το «Πρώτο Θέμα» μίλησε  για τα δύσκολα χρόνια που έζησε ως μετανάστρια στην Αυστραλία και το επεισοδιακό διαζύγιό της με τους Μπλε, που την οδήγησε στις αίθουσες των δικαστηρίων…
Καθώς την ακούω να ερμηνεύει τα τραγούδια της θρυλικής Τζάνις Τζόπλιν αντιλαμβάνομαι τον λόγο για τον οποίο της έχουν αποδώσει τον χαρακτηρισμό «καλύτερη ροκ φωνή της γενιάς της» και κατανοώ πλήρως την αιτία που κάνει τους πάντες να τη χειροκροτούν όρθιοι…
 
– Είμαι περίεργη. Όταν σου έγινε η πρόταση για το θεατρικό, είπες αμέσως «ναι»;
Eίπα ενστικτωδώς «όχι». Δεν είχα σκοπό να το κάνω γιατί θεωρώ το θέατρο ψυχικό ξεμπρόστιασμα. Παρότι σπούδασα υποκριτική, δεν την ακολούθησα, διότι αφενός ως Ελληνίδα της Αυστραλίας δεν είχα και την καλύτερη σχέση με τη γλώσσα, αφετέρου γιατί θεωρώ ότι το τραγούδι ταιριάζει περισσότερο στην προσωπικότητά μου. Με έπεισαν εντέλει να το κάνω οι πολύ στενοί μου φίλοι.

– Πώς και έγινες τραγουδίστρια;
Aπό μικρή είχα μανία με την τέχνη. Ως παιδί είχα ασχοληθεί με τον κλασικό χορό και ήθελα να γίνω μπαλαρίνα, ένα όνειρο που μου στέρησε ένα σοβαρό ατύχημα στα γόνατά μου. Έπειτα καταπιάστηκα με το τραγούδι και την υποκριτική, κρατώντας το για αρκετά χρόνια κρυφό από τους γονείς μου.

– Γιατί κρυφό;
Οι γονείς μου ήταν εργάτες, άνθρωποι του μόχθου, που ονειρεύονταν για τα παιδιά τους να αποκτήσουν μόρφωση προκειμένου να έχουν μια καλύτερη ζωή από εκείνους. Ο πατέρας μου εργαζόταν ως μηχανικός αυτοκινήτων και η μητέρα μου καθαρίστρια σε νοσοκομείο. Οτιδήποτε είχε να κάνει με την τέχνη το έβλεπαν περίεργα. Θεωρούσαν τους καλλιτέχνες ανθρώπους εκκεντρικούς και επιρρεπείς στις καταχρήσεις, γι’ αυτό και έκανα τραγούδι και μπαλέτο χωρίς να το γνωρίζουν μαζεύοντας χρήματα μόνη μου. Στα δεκατρία μου κέρδιζα μεροκάματο κάνοντας  babysitting και συνοδεύοντας σκύλους στην απογευματινή τους βόλτα.
 
– Ήταν δύσκολα τα παιδικά σου χρόνια στη Μελβούρνη;
Οι γονείς μου ανήκαν στην εργατική τάξη, δούλευαν πολλές ώρες την ημέρα και εγώ με την αδελφή μου μεγαλώναμε ουσιαστικά μόνες μας πλένοντας, σφουγγαρίζοντας και κάνοντας τις δουλειές του σπιτιού. Από την άλλη, είχαμε να αντιμετωπίσουμε και τον ρατσισμό των ντόπιων. Θυμάμαι μια ζωή στο σχολείο να μας αποκαλούν «wogs».

– Τι σημαίνει wogs; 
Δήθεν ευυπόληπτος και αναγνωρισμένος πολίτης… Αυτό το «δήθεν» τα λέει όλα.
 
– Πώς βλέπατε την Ελλάδα τότε;
Ήταν για εμάς «the land of the living», ο τόπος δηλαδή των ζωντανών όπου τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά μέχρι αργά το βράδυ και ο κόσμος ζούσε διασκέδαζε έως το πρωί. Για εμάς η Ελλάδα ήταν το «όπα» του Ζορμπά, γι’ αυτό και οι γονείς μου πήραν την απόφαση με το που τελείωσα το σχολείο να επιστρέψουμε. Κατά βάθος, φοβόντουσαν μήπως τα κορίτσια τους ερωτευτούν Αυστραλούς και μείνουν για πάντα εκεί. Αυτό δεν μπορούσαν να το δεχτούν εύκολα δύο άνθρωποι που κρατούσαν τα ελληνικά έθιμα στην άλλη άκρη του κόσμου και επέβαλλαν στα παιδιά τους να μιλούν μέσα στο σπίτι μόνο ελληνικά!
 
– Τελειώνεις την Αγγλική Φιλολογία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου αλλά και την Κρατική Σχολή Βορείου Ελλάδος και αρχίζεις να τραγουδάς σε μπαράκια. Η ουσιαστική γνωριμία σου με το κοινό, όμως, γίνεται μέσα από τους Μπλε.
Η συνεργασία μου με τους Μπλε ξεκίνησε όταν κάποιος γνωστός μού ζήτησε να εξυπηρετήσω ένα φιλαράκι του τραγουδώντας ένα demo. Επρόκειτο για τον Γιώργο Παπαποστόλου, που είχε την έμπνευση των Μπλε. Είπα τις «Ενοχές» και έγινα η τραγουδίστρια του συγκροτήματος που φτιάξαμε εκείνη την εποχή.
 
– Ποια τραγούδια σου αγαπήθηκαν περισσότερο;
Τα «Ενοχικά πράγματα» και το «Φοβάμαι». Ο Έλληνας συνουσιάζεται όταν έρχεται αντιμέτωπος με τέτοιου είδους συναισθήματα. Είμαστε ενοχικός λαός, επαναστάτες και θύματα την ίδια στιγμή, οπότε τα συναισθήματα είναι λίγο μπερδεμένα καθώς όταν συγκρούονται μεταξύ τους δημιουργούν ανασφάλεια και θυμό.
 
– Γιατί τα έσπασες με τους Μπλε;
Γιατί κάποια στιγμή ένιωσα καταπίεση. Ήμουν απλώς η φάτσα που «πουλούσε» τα τραγούδια και αυτό δεν μου άρεσε. Εγώ είμαι καλλιτέχνις και δημιουργώ, δεν είμαι μοντέλο, ούτε γουστάρω τις αφίσες. Όταν στις αφίσες ποζάρει από την κυρία που πουλάει χαλιά μέχρι τον πιο διαπλεκόμενο πολιτικό, εγώ δεν έχω θέση σ’ όλο αυτό. Εγώ μουσική πουλάω, το αφτί σου αγγίζω και, αν είμαι τυχερή, μπορεί και την καρδιά σου. Αλλά μέχρι εκεί… Αν δεν ξέρεις το πρόσωπό μου δεν με πειράζει. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι όταν θα βγάλω μια νότα να με αναγνωρίσεις.

– Φοβήθηκες όταν έφυγες από τους Μπλε;
Ναι, γιατί έσπαγα ένα συμβόλαιο που είχα υπογράψει με δισκογραφική εταιρεία για πέντε δίσκους. Πέρασα πέντε μαρτυρικά χρόνια με δικηγόρους και δικαστήρια. Ο κόσμος δεν μου συγχωρούσε την αποχώρηση αυτή. Εβγαινα να τραγουδήσω και με έκραζαν ή μου πετούσαν αντικείμενα. Δεν το μετάνιωσα, όμως, γιατί στη συνέχεια έγραψα δική μου μουσική, ρίσκαρα να κάνω ενορχήστρωση και χάραξα τη δική μου ανεξάρτητη πορεία. Είχα πλέον ξαναποκτήσει την ελευθερία μου.

– Είσαι φαν της Τζάνις Τζόπλιν;

Τι λες, δεν είμαι; Λατρεύω τις γυναίκες που έχουν χαράξει το κορμί τους για την ψυχή τους. Από τη Βιρτζίνα Γουλφ μέχρι την Τζάνις Τζόπλιν.
 
– Τι έχει γραφτεί για σένα και σε έχει πειράξει;
Ότι είμαι ναρκομανής και πρεζάκι. Κάποιοι αδυνατούν να καταλάβουν ότι και μόνο η μουσική αρκεί για να σε φτιάξει. Δεν χρειάζεσαι τίποτε άλλο…
 
– Ο Σάκης Ρουβάς πρωταγωνίστησε στις «Βάκχες» και ο Μιχάλης Χατζηγιάννης στο μιούζικαλ «Aννυ». Σε ξενίζουν τέτοιου είδους καλλιτεχνικά εγχειρήματα;
Όχι, και ομολογώ ότι μόνο στην Ελλάδα υπάρχουν τέτοιες παρωπίδες. Δεν καταλαβαίνω γιατί να μη δοκιμάζονται σε ρόλους άνθρωποι που διαθέτουν όλο το πακέτο, που έχουν αποδεδειγμένα ταλέντο και ασκούν μια μορφή γοητείας στο κοινό. Και εμένα αν με ρωτήσεις θα σου πω: κάποιοι με κατατάσσουν στις ροκ τραγουδίστριες, αλλά θα μπορούσα να παίξω σε μια παράσταση όπως το «Το Φάντασμα της Όπερας», από το οποίο έχω ερμηνεύσει κομμάτια κατά το παρελθόν.
 
– H δημιουργία οικογένειας είναι μέσα στα σχέδιά σου;
Ναι, θα ήθελα ένα παιδί. Μπορεί κάποια στιγμή να το τολμήσω και μόνη μου.

– Δεν είναι δύσκολο για μια γυναίκα να μεγαλώνει μόνη της ένα παιδί;
Δύσκολο για μια γυναίκα είναι να μεγαλώνει ένα παιδί χωρίς να είναι ο εαυτός της. Το παιδί χρειάζεται αγάπη και τίποτε άλλο. Αυτό δεν σημαίνει ότι ακυρώνω τον θεσμό του γάμου. Απλώς, βλέπεις τι επικρατεί στα ζευγάρια σήμερα. Έχει χαθεί η πραγματική έννοια της οικογένειας.
 
– Η μητέρα σου, η οποία ήταν αντίθετη στο να ακολουθήσεις τον συγκεκριμένο επαγγελματικό δρόμο, σε έχει δει να τραγουδάς;
Τώρα πια έχει αποδεχτεί το επάγγελμα που κάνω και μου έχει εμπιστοσύνη. Θυμάμαι μια φορά που ήρθε να με δει μου φώναξε από μακριά: «Παιδί μου, έχεις ιδρώσει, έχεις γίνει χάλια». Όσοι βρίσκονταν εκεί, εκείνο το βράδυ, έμειναν με το στόμα ανοιχτό. Περιττό να σας πω ότι όλη την υπόλοιπη ώρα ο κόσμος ασχολιόταν με τη μάνα μου…