“Γράφω στίχους και τραγουδώ. Μέσα από το στίχο, εκφράζω τα δικά μου συναισθήματα και τα βιώματα των συνανθρώπων μου. Βλέπετε, οι περισσότεροι ήλθαμε σε μια εποχή που τίποτε δεν ήταν εύκολο. O ξενιτεμός, η νέα πατρίδα, το εργοστάσιο, ο νόστος, η λύπη, τα βάσανα, οι γάμοι, οι γεννήσεις, η αγορά του πρώτου σπιτιού και άλλα, πάρα πολλά, που ο καθένας έζησε με το δικό του μερτικό, δημιούργησαν μέσα μου μια αστείρευτη πηγή, που σε κάποια στιγμή έγινε χείμαρρος και με έπνιγε.

Υποθέτω, ότι αν προσπαθούσα να εκφράσω όλα αυτά, ενδεχομένως ο συνομιλητής μου να με άκουγε από ευγένεια, αλλά δεν θα με πρόσεχε. Γράφοντας, λοιπόν, αισθάνομαι μια πνευματική ανακούφιση, εκτονώθηκα, γιατί πιστεύω ότι αφήνω κάτι πίσω”.

Η στήλη σήμερα, όπως άλλωστε υποδηλώνει και ο τίτλος, φιλοξενεί την συμπάροικο τραγουδίστρια, Εύα Λαλοπούλου. Μια εξαιρετική φωνή, που για τριάντα τόσα χρόνια έδωσε τη δική της σφραγίδα στην παροικία μας, σε εκτελέσεις λαϊκών, δημοτικών και παραδοσιακών τραγουδιών, μέσα από το σχήμα της ορχήστρας “Διπλοπενιές”.

Στη μεγάλη αυτή μουσική διαδρομή, που οι περισσότεροι αναγνώστες θα ενθυμούνται, θέλω να πιστεύω, πως θα συμφωνήσουν, ότι η Εύα, μέσα από τις πολυάριθμες εμφανίσεις της σε πανηγύρια, εκδρομές, ιδιωτικές εκδηλώσεις και χοροεσπερίδες, καθιερώθηκε ως η έκφραση του δημοτικού τραγουδιού και έγραψε τη δική της σελίδα στα δρώμενα της παροικίας μας. Η δε μελωδία, ο τόνος της φωνής της μαζί με το πηγαίο ταλέντο της, τίναξαν το αστέρι της στα ύψη.

ΟΞΥΓΟΝΟ ΖΩΗΣ
“Η ζωή μάς έχει φορτώσει με τόσες ευθύνες, που απορροφούν τη σκέψη μας. Όπου κι αν βρεθείς, ακούς για βάσανα και για πικρό ποτήρι. Εγώ το αισθάνομαι ως πνευματική μου ανάγκη και αναγνωρίζω, ότι τόσο το χαρτί όσο και η πένα, ήταν και παρέμειναν οι πιο πιστοί κι αγαπημένοι μου φίλοι.

Σε αυτούς λοιπόν εμπιστεύτηκα τις σκέψεις μου, γιατί τις δέχονται αδιαμαρτύρητα, χωρίς σχόλια και χλευασμούς. [… αυτός που γράφει προσπαθεί κάτι να εξηγήσει, βάσανα, πίκρες και καημούς που έχει συναντήσει. Να εκφράσει την απονιά, του κόσμου την κακία, που συναντάς μες τον ντουνιά, σε τούτη την κοινωνία…]”, γράφει.

Να προσθέσω και το μικρόφωνο; Δεν είναι κι αυτό μια άλλη μεγάλη σου αγάπη; “Φυσικά. Τραγουδώ από τον Ιούνιο του 1980. Θεωρώ ότι το τραγούδι, είναι το οξυγόνο της ζωής μου. Αυτό μου δίνει δύναμη και με κάνει να αισθάνομαι περήφανη πως κατάφερα κι εγώ κάτι στη ζωή μου”, εκτιμά.

Η Εύα – το γένος Γιαννοπούλου, κατάγεται από τη Δάφνη, ένα όμορφο και καταπράσινο χωριό της Ναυπακτίας. Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε δύσκολη για την Ελλάδα εποχή. Η μεταπολεμική περίοδος μαζί με τον εμφύλιο, είχαν αφήσει έντονα τα σημάδια της μιζέριας, με αποτέλεσμα να αδειάζουν τα χωριά.

Μεγαλώνοντας, θυμάται, ότι άρχισε το κυνήγι της ζωής. “Είμαστε οκτώ αδέλφια. Γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε με μουσικά ακούσματα Όλη η οικογένεια αυτοδίδακτη με αναπτυγμένο ακουστικό αυτί, τραγουδάμε. Θυμάμαι τη μητέρα μας Χριστίνα που έκλαιγε από χαρά, όταν μας άκουγε. Το ίδιο και ο πατέρας μας ο Κώστας, που τον θυμάμαι να παίζει κλαρίνο. Ωστόσο, κάποια στιγμή, παρέσυρε κι εμάς το κύμα της μετανάστευσης με προορισμό την Αυστραλία. Η συνέχεια γνωστή. Ίδια όπως του κάθε μετανάστη που αγωνίστηκε για επιβίωση”.

ΟΤΑΝ Η ΚΑΡΔΙΑ ΧΤΥΠΑ
Τελικά, μόνο η αδελφή της, Έλση, παρέμεινε στους Αντίποδες. Οι υπόλοιποι επέστρεψαν στη γενέτειρα.

Η Εύα, με τον αείμνηστο σύζυγό της, Αριστείδη Λαλόπουλο, απέκτησαν τρία παιδιά. Τον Σπύρο, τον Κωνσταντίνο και τον Βασίλη. Ο πρώτος της χάρισε δυο εγγόνια την Κλόη-Εύα και τον Joshua-Στέφανο. “Μεγαλώσαμε τα παιδιά με αλληλοβοήθεια, αλληλοεκτίμηση και σεβασμό. Γιατί, ας μην ξεχνάμε, παράλληλα με το τραγούδι, ήταν και η δουλειά στο εργοστάσιο. Εδώ πρέπει να αναγνωρίσω και τη συμπαράσταση του άνδρα μου. Μόνο έτσι μπόρεσα και αφιερώθηκα σε αυτό που πραγματικά αγαπούσα”, προσθέτει.

Η κ. Λαλοπούλου αναφέρεται με σεβασμό και στους μουσικούς και αυτούς που την τίμησαν με τη συνεργασία τους και ευχαριστεί μέσω της εφημερίδας τους συλλόγους που την προτίμησαν στις εκδηλώσεις τους.

Η εκτίμησή της για τη διασκέδαση τώρα: “Όταν η καρδιά χτυπά, τα πόδια χορεύουν. Τι κι αν έχουμε κάποια χρόνια στους ώμους. Εισπράττω ότι ο κόσμος και χορεύει και το απολαμβάνει”, εκτιμά.

Κλείνοντας αυτό το αφιέρωμα στο αηδόνι της Ρούμελης, πιστεύω, ότι η φωνή της Εύας, άγγιξε την καρδιά των περισσότερων, μάς παρέσυρε στο χορό και στο τραγούδι κάνοντας το “Νάταν τα νιάτα δυο φορές” πάντα επίκαιρο, χωρίς φραγμούς και όρια ηλικίας.

Όσο για την “Ιτιά”, την αφιερώνει σε όλους τους λάτρες του δημοτικού τραγουδιού και χορού, με μια ευχή. Να τους συντροφεύει ευχάριστα και γλυκά στο υπόλοιπο της ζωής τους.