Λόγω ασθένειας, δεν παρευρέθηκα στην Ετήσια Γενική Συνέλευση της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας, την παρελθούσα Κυριακή στους χώρους του Alphington Grammar. Ήμουν, όμως, εκεί, πνευματικά.

Δεν είναι το ίδιο, πιστέψτε με. Άλλο είναι να ακούς «ιδίοις ωσίν» (με τ’ αυτιά σου) τον πρόεδρο κ. Βασίλειο Παπαστεργιάδη, να δηλώνει με στήθη παλλόμενα από υπερηφάνεια, ότι «το 2014 θα είναι ιστορικός σταθμός για την Ελληνική Κοινότητα της Μελβούρνης {…} συνάμα και ιστορικής σημασίας για την Ελληνική Παροικία της Αυστραλίας και της Διασποράς» και άλλο να το διαβάζεις στο άψυχο χαρτί.

Κατά τη μετα-Φουντά περίοδο της κοινοτικής ιστορίας χαϊδέψαμε αυτιά – παραγνωρίζοντας ή υποβαθμίζοντας το έργο και των προσφορά των διοικήσεων Φουντά. Πιστέψαμε, ότι οφείλαμε να ενθαρρύνουμε την ενεργό συμμετοχή της νέας γενιάς στα κοινοτικά και κλείσαμε μάτια και αυτιά σε πολλά περίεργα που είδαμε και σε ισάριθμα παράξενα που ακούσαμε. Η εικόνα της Γενικής Συνέλευσης, όπως μου τη μετέφεραν αξιόπιστες, φιλοκοινοτικές πηγές ήταν καταθλιπτική και πιστοποιεί, ότι η εργολαβική στήριξη της νέας κατάστασης στην κοινότητα από συντεταγμένες ομάδες και τα ομογενειακά μέσα ενημέρωσης δεν έχει αλλάξει την κατεστημένη πρακτική των Διοικητικών Συμβουλίων του οργανισμού, δηλαδή την πρακτική μαζικής κινητοποίησης των μελών την ημέρα των εκλογών και τον παροπλισμό τους μέχρι τις επόμενες εκλογές.

«Ούτε διακόσια μέλη δεν κατέβηκαν στη Γενική Συνέλευση, και αυτά που κατέβηκαν ήταν η γκρίζα κοινοτική λεγεώνα. Ευτυχώς, που υπήρχαν μερικοί νέοι άνθρωποι στην έδρα και αλλοίωναν κατά τι την εικόνα ΚΑΠΗ, που παρουσίαζε η αίθουσα» μου είπαν οι απόλυτα αξιόπιστες, φιλοκοινοτικές, επαναλαμβάνω, πηγές μου. Καταθλιπτική, πραγματικά, εικόνα, η οποία δεν δικαιολογεί τις μεγαλοστομίες του προεδρείου της Κοινότητας μήτε εμπνέει τα νοήμονα, μη στρατευμένα μέλη.
 Οι μεγαλοστομίες αποκαλύπτουν, κατά τη γνώμη μας, ότι η άκριτη στήριξη που παρέχουμε στο Διοικητικό Συμβούλιο ενισχύει τις αλαζονικές τάσεις κάποιων μελών του και καλλιεργεί προσδοκίες αναντίστοιχες προς τις οικονομικές δυνατότητες του φορέα και τις διοικητικές ικανότητες του συμβουλίου του. Γι’ αυτό κρίνουμε αναγκαίο στο ξεκίνημα του «σωτήριου», για την Κοινότητα, έτους να κάνουμε, καλοπροαίρετα, κάποιες επισημάνσεις για να βοηθήσουμε το Διοικητικό Συμβούλιο να αντιληφθεί, ότι «το λιβάνι» τελειώνει κάποια μέρα και ο καθένας τίθεται έναντι των ευθυνών του.

Κατ’ αρχήν, να συγχαρούμε τη διοίκηση Παπαστεργιάδη για την απόφασή της να υλοποιήσει το σχέδιο εξωραϊσμού της Κοινότητας, που δεκαετίες ολόκληρες μάζευε σκόνες και αράχνες στους εγκεφάλους πολλών κοινοτικών. Συγχαίρουμε, με την προϋπόθεση, ότι ισχύουν όλες οι μελέτες «βιωσιμότητας» της Κοινότητας μετά την ανέγερση του κτιρίου. Και θέτουμε αυτή την προϋπόθεση, διότι η ανέγερση ενός κοινοτικού κτιρίου, που θα στεγάζει και το πολιτιστικό κέντρο, δεν αποτελεί εγγύηση μακροζωίας της Κοινότητας μήτε ελιξίριο του οργανισμού σε «κορωνίδα» του Ελληνισμού της Αυστραλίας και της Διασποράς. Δεν χτίζεται, δα, ο Παρθενώνας του Νότου.
Η μακροζωία του οργανισμού θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητά του να παράγει εισόδημα. Δεν έχουν μέλλον φορείς που εξαρτούν την επιβίωσή τους από κρατικές επιχορηγήσεις, από ρευστοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων τους ή από το ροκάνισμα οικονομικών αποθεμάτων τους. Οι κρατικές επιχορηγήσεις για την οργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων, για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού, για την παροχή υπηρεσιών σε νεοφερμένους Έλληνες είναι ψίχουλα έναντι του κόστους συντήρησης ενός πολυώροφου κτιρίου. Άλλωστε, η τάση των κυβερνήσεων –κοινοπολιτειακών και πολιτειακών– είναι να περικόβουν τις κρατικές χορηγίες σε «εδραιωμένες» μεταναστευτικές κοινότητες, σαν την ελληνική.

Η Κοινότητα δεν έχει, εξ όσων γνωρίζουμε, οικονομικά αποθέματα για να συντηρηθεί, αν οι συνθήκες της αγοράς και η πολιτική των κυβερνήσεων ανατρέψουν τα σχέδιά της. Το Διοικητικό Συμβούλιο πούλησε -με την έγκριση των μελών- πολλές κοινοτικές περιουσίες για να χρηματοδοτήσει την ανέγερση του κοινοτικού κτιρίου. Το μόνο, αξιόλογο περιουσιακό στοιχείο που έχει απομείνει -για να ακουμπήσει η Κοινότητα αν βρεθεί σε ανάγκη- είναι το οικόπεδο στο Bulleen. Υπάρχουν, βέβαια, και οι ναοί, που θα αποφέρουν κάποια χρήματα αν πουληθούν στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας ή ως οικόπεδα. Ευχόμαστε, να μην βρεθεί η Κοινότητα στην ανάγκη να πουλήσει άλλες ακίνητες περιουσίες.

 Πολλά από τα έργα που απαρίθμησε ο κ. Παπαστεργιάδης, κατά τον απολογισμό των πεπραγμένων της διοίκησής του -Φεστιβάλ Αντίποδες, Φεστιβάλ Κινηματογράφου, πρόοδος του ημερήσιου κοινοτικού σχολείου Alphington Grammar- είναι έργα που προοδεύουν με τη δυναμική που απέκτησαν προ πολλών ετών. Ιδιαίτερα η αλματώδης βελτίωση του Alphington Grammar οφείλεται, κατά μεγάλο μέρος, στη διοικητική σταθερότητα των παρελθόντων δέκα και πλέον χρόνων και στις καινοτόμες αποφάσεις του πρώην διευθυντή του, K. Mike Smith, που, προς έπαινό της, στήριξε η διοίκηση Παπαστεργιάδη.

Η σημερινή διοίκηση της Κοινότητας αποτελείται από ένα δίπολο, από δύο ομάδες που δεν θεωρούν όλες τις υποθέσεις του φορέα υπό το ίδιο πρίσμα, μήτε προγραμματίζουν και εκτελούν με τους ίδιους στόχους. Υπάρχει ένα καθεστώς αμοιβαίας ανοχής, το οποίον θεμελιώνεται σε μία εύθραυστη, εσωτερική συμφωνία «μη επέμβασης» της μίας ομάδας στις κοινοτικές υποθέσεις που χειρίζεται η άλλη. Τι το παράξενο; θα μου πείτε. Έτσι λειτουργούσαν, ανέκαθεν, τα Διοικητικά Συμβούλια της Κοινότητας. Το παράξενο είναι, ότι η νέα γενιά διοικητικών στελεχών της Κοινότητας αντιγράφει χρεωκοπημένες πρακτικές των «αγράμματων» «αδέξιων», «στενοκέφαλων», «οπισθοδρομικών» διοικητικών στελεχών του παρελθόντος, που κρίθηκαν υπεύθυνες για παθογένειες και στασιμότητα της Κοινότητας σε πολλούς τομείς.

Το πρόβλημα θα προκύψει, όταν η συμφωνία «συνύπαρξης» τεθεί σε δοκιμασία από αποφάσεις που θα απαιτήσουν ομοφωνία. Για παράδειγμα, θα αντέξει η συμφωνία σε μία δοκιμασία που θα προκαλέσει η ανάγκη πώλησης του οικοπέδου στο Bulleen; Η ανάγκη θα υπερισχύσει των παραταξιακών θέσεων ή θα οδηγηθεί ο φορέας σε αδιέξοδα που θα κηλιδώσουν το κύρος τους και θα απειλήσουν την ύπαρξή του;
Συμπτωματική της κατάστασης που κυριαρχεί στο Διοικητικό Συμβούλιο είναι η άγνοια πολλών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της έντασης, που υπάρχει τελευταία, μεταξύ συναδέλφων τους και εκπαιδευτικών που υπηρετούν στα απογευματινά σχολεία της Κοινότητας, καθώς και με φορείς απογευματινών και σαββατιανών ομογενειακών σχολείων. Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, πληροφορούμαστε, δεν είχαν ενημερωθεί για την απομάκρυνση δασκάλων από τα απογευματινά κοινοτικά σχολεία και αγνοούσαν τα παζαρέματα για την αγορά από την Κοινότητα ιδιωτικών σχολείων. Επίσης, αγνοούσαν, παρεμβάσεις μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου σε κρατικό σχολείο, προκειμένου να δημιουργηθεί «κοινοτική» μονάδα διδασκαλίας Ελληνικών στο εν λόγω σχολείο, στο οποίο λειτουργούσε, από καιρό, μονάδα ομογενειακού σχολείου.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Κοινότητας χαρακτηρίζεται, κατά τη γνώμη μας, από αποκρουστικό ωφελιμισμό. Επιμένει να μονοπωλεί τον Ελληνισμό στους Αυστραλούς, προβληματίζοντας, συχνά, πολιτικούς και κρατικούς λειτουργούς, οι οποίοι γνωρίζουν ποιος εκπροσωπεί ποιον στον παροικιακό χώρο. Γνωρίζουν την αξία του brand name (του ονόματος) Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας στον ευρύ χώρο της ομογένειας. Γνωρίζουν, ότι η Κοινότητα εκπροσωπεί τα μέλη της, μόνο, όχι το σύνολο ελληνισμό και σχολιάζουν ιδιωτικά, ότι μέλη του Διοικητικό Συμβουλίου της Κοινότητας μοιάζουν με «καλοντυμένους, γλυκομίλητους πωλητές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, που τα αυτοκίνητα που πωλούν διαφέρουν από αυτά που διαφημίζουν».

Ο κ. Παπαστεργιάδης εξήγγειλε, ότι «το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο θα γίνει ο κόμβος της Ελληνικής Παιδείας στην Αυστραλία» ενώ γνωρίζει, ότι κάθε κοινότητα, κάθε ενορία της Αυστραλίας έχει τους δικούς της φορείς ελληνομάθειας, καθώς και ότι υπάρχουν δεκάδες ανεξάρτητα απογευματινά και σαββατιανά σχολεία αναγνωρισμένα και επιδοτούμενα από την πολιτεία. Κάλεσε, δε, όλους τους κοινοτικούς φορείς να συμμετέχουν στις μελλοντικές κοινοτικές εκδηλώσεις. «Με την έναρξη της λειτουργίας του Πολιτιστικού Κέντρου καλούμε όλη την παροικία και όλες τις παροικιακές οργανώσεις να συνεργαστούμε για να κάνουμε το όνειρό μας μια πραγματικότητα. Το 15όροφο νέο κτίριο θα ανήκει σε όλες τις παροικιακές οργανώσεις και θέλουμε την συμμετοχή τους» είπε. Δυστυχώς, η είσοδος της Κοινότητας στα «χωράφια» άλλων φορέων και η επιμονή της να «παζαρεύει» εκ μέρους του ολόκληρου του ελληνισμού προνόμια και παροχές έχει δημιουργήσει κλίμα δυσαρέσκειας, που θα αντιμετωπίσει ο φορέας εν καιρώ.

Άξια απορίας, τέλος, η εκτίμηση του κ. Παπαστεργιάδη, ότι «με τη δημιουργία του νέου κτιρίου, θα δοθεί στην Ελληνική Κοινότητα αλλά και στην ελληνική παροικία η μοναδική ευκαιρία να κάνει πολιτικές και κοινωνικές παρεμβάσεις στον πολιτικό χώρο της Αυστραλίας, να συμμετέχει στις πολιτικές αποφάσεις που κρίνουν και επηρεάζουν όλους τους ομογενείς ως πολίτες της πολυπολιτιστικής Αυστραλίας». Δηλαδή, κ. πρόεδρε, το νέο κοινοτικό κτίριο θα ενισχύσει τη συλλογική βαρύτητά μας στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις μας με την πολιτική εξουσία και τη γραφειοκρατία, κοινοπολιτειακή και πολιτειακή; Οι πολιτικοί δεν μετρούν ορόφους και τούβλα, μετρούν κεφάλια, ψήφους. Γνωρίζουν, δε, ότι κάθε κοινοτικός φορέας δρα με γνώμονα τα δικά του συμφέροντα, τουτέστιν ο κάθε φορέας εξαργυρώνει τις ψήφους του για λογαριασμό του.

Επαναλαμβάνουμε, ότι οι παραπάνω επισημάνσεις γίνονται καλοπροαίρετα και με στόχο να βοηθήσουμε το Διοικητικό Συμβούλιο να προσγειωθεί και να επιδιώξει, ταπεινά και συνετά, τη συνεργασία με ομογενειακούς φορείς για το κοινό καλό. Δεν θα μπορούσαμε, άλλωστε, να σχολιάσουμε κακοπροαίρετα τα έργα και τις πράξεις ενός Διοικητικού Συμβουλίου, που στηρίξαμε διότι πιστέψαμε στις ικανότητές του να χαράξει την πορεία της Κοινότητας προς το μέλλον.
Ευχόμαστε να μην διαψευστούμε.