Δεν το κρύβω. Η πρόταση του καταξιωμένου μουσικοσυνθέτη, Γιώργου Θεοφάνους, για την οργάνωση εκδήλωσης μνήμης (δεν θα την έλεγα καλλιτεχνική), για τη θλιβερή επέτειο των 40 χρόνων της Τουρκικής εισβολής και κατοχής των άγιων χωμάτων της ιδιαίτερης πατρίδας μου, με συγκινεί. Η συμμετοχή, δε, κορυφαίων καλλιτεχνών που θα ενώσουν τη φωνή τους και θα βροντοφωνάξουν «Δεν ξεχνώ και αγωνίζομαι», με βρίσκει πανέτοιμη και στις επάλξεις, να σιγοτραγουδήσω μαζί τους, τον καημό, τα βάσανα, τις πίκρες, τις απογοητεύσεις και τον 40χρονο αγώνα των συμπατριωτών μου, αλλά και δικό μας αγώνα, για την επανένωση της γης που μας γέννησε.
«Σε ένα τραγούδι συνυπάρχουν ο στίχος, η μελωδία, η αρμονία, ο ρυθμός, η έκφραση, το συναίσθημα, το ήθος. Η μουσική και το τραγούδι δεν έχουν σύνορα. Ενώνουν τους ανθρώπους όπου γης, αναδεικνύοντας τις πανανθρώπινες αξίες της συναδέλφωσης των λαών και της παγκόσμιας ειρήνης» θα πει ο δικός μας μουσικοσυνθέτης, Χρήστος Ιωαννίδης.

Και αυτός θαρρώ είναι και ο στόχος της εκδήλωσης. Όχι προς Θεού για να γιορτάσουμε, αλλά να τραγουδήσουμε για τις πανανθρώπινες αξίες που ενώνουν τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους. Και ενόψει των νέων συναντήσεων του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη, και του Τουρκοκύπριου ηγέτη Ντερβίς Έρογλου, να ευαισθητοποιηθούν και οι δυο πλευρές, να συνεργαστούν όλα τα Κόμματα και με αισιοδοξία να προβούν στην υλοποίηση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την πολυπόθητη λύση.

Ωστόσο, βρίσκω το ποσόν που ζητά ο κ. Θεοφάνους από το Υπουργείο Πολιτισμού -400.000 ευρώ, για τις εκδηλώσεις μνήμης- υπέρογκο και τάσσομαι υπέρ των διαφωνούντων. Το θεωρώ απαράδεκτο και εκτός τόπου και χρόνου.

«… βουλευτές δεν συμφωνούν με το να δίνονται χρήματα για τέτοιες εκδηλώσεις, σε μια εποχή που στη μεγαλόνησο μειώνονται οι συντάξεις και οι δημόσιες δαπάνες…» («Ν.Κ.», 17/2/2014).

Το 2011 -πριν ακόμη κάνει επίσημα την εμφάνισή της η κρίση- είχα επισκεφτεί το νησί μου. Διαπίστωσα μια στασιμότητα, που κάθε άλλο θύμιζε την ευμάρεια της Κύπρου που ήξερα. Πολλοί από τους συμμαθητές μου ήταν ήδη σε σύνταξη και άλλοι συνταξιοδοτήθηκαν πολύ πιο πριν τον προβλεπόμενο χρόνο, εκμεταλλευόμενοι τις προσφορές των εταιριών που εργάζονταν.

Τρία χρόνια μετά μπορεί ο καθένας να υπολογίσει ότι η οικονομία της μεγαλονήσου δεν είναι τέτοια που θα μπορούσε να δικαιολογήσει ένα τέτοιο ποσόν για οποιαδήποτε εκδήλωση, πόσο μάλλον για την συγκεκριμένη, της θλιβερής επετείου.

Τραγουδώ, λοιπόν, γιατί οι στίχοι του Μιχαηλίδη, του Μόντη, του Λυκαύγη, της Αγγελίδου και άλλων, βγαίνουν μέσα από την ψυχή μου. Τραγουδώ γιατί η μελωδία του Θεοδωράκη, του Τόκα και της Yasin («η δική μου η πατρίδα έχει μοιραστεί στα δυο»), πηγάζει στα κατάστηθα της καρδιάς μου. Στρέφω το βλέμμα και αντικρίζω με πόνο τον Πενταδάκτυλο, τη Μόρφου, την Κερύνεια, το Ριζοκάρπασο και την Αμμόχωστο και ζω το δράμα των εκτοπισθέντων.
Μνημονεύω τους νεκρούς και θυμάμαι με θλίψη και πόνο τις συζύγους κα τα αδέλφια, γιατί οι γονιοί τους έφυγαν, που περιμένουν τους αγνοούμενους.
Κλείνω τα μάτια και βρίσκομαι στο ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα. Ανάβω ένα κερί, σκύβω και προσκυνώ τη χάρη του και προσεύχομαι. Ξέρω ότι με ακούει, όπως ακούει τις προσευχές όλων των προσκυνητών.

Ναι, μπορούμε αν το θελήσουμε, να τραγουδήσουμε όλοι μαζί για την Κύπρο μας τη σύνθεση του κ. Θεοφάνους. Και με πάθος και με πολύ μικρότερο κόστος. Και στην Κύπρο και στην Ελλάδα και στην Αυστραλία και όπου αλλού υπάρχουν πατριώτες που έχουν την μικρή μου πατρίδα και αγαπημένη στην καρδιά και το νου τους.
Όλοι μπορούμε να βροντοφωνάξουμε χαίρε Κύπρος!